Ο κ. Πάρης Καρβουνόπουλος παραχώρησε μια συνέντευξη στον Χάρη Θεραπή στο κανάλι Vouli TV, στην εκπομπή Podcast Therapy Athens Edition, όπου ανέλυσε τα φλέγοντα ζητήματα της ελληνικής αμυντικής πολιτικής, τις γεωπολιτικές ισορροπίες, τις επιλογές της χώρας στο διεθνές πεδίο και, φυσικά, το Κυπριακό. Με το γνωστό του καυστικό ύφος, έβαλε στο τραπέζι μια σειρά από θέματα που συχνά αποφεύγονται από την επίσημη πολιτική σκηνή, αναδεικνύοντας τις παθογένειες της ελληνικής στρατηγικής και τις επικίνδυνες αδιέξοδες επιλογές των τελευταίων ετών.

Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που έθιξε ήταν η εξωτερική πολιτική του Ελληνισμού στη νέα αναθεωρητική εποχή Τραμπ, ο οποίος έκανε κουρελόχαρτο το διεθνές δίκαιο, και εμείς επιμένουμε σε αυτή τη λογική, χαρακτηρίζοντάς την ετεροκαθοριζόμενη και ανίκανη να διαμορφώσει αυτόνομη στρατηγική. Ανέφερε ότι η Ελλάδα περιμένει τις αποφάσεις των Βρυξελλών ή της Ουάσινγκτον και συντάσσεται άκριτα με αυτές, ελπίζοντας πως η «καλή διαγωγή» θα της εξασφαλίσει στήριξη όταν χρειαστεί. Επισήμανε ότι η Ελλάδα δεν είχε κανέναν λόγο να αποδείξει πόσο πιστό μέλος του ΝΑΤΟ είναι, καθώς ‘πληρώνει κανονικά τη συνδρομή της’, ενώ ταυτόχρονα έχει παραχωρήσει στους Αμερικανούς στρατιωτικές βάσεις σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, όπως υπογράμμισε, «ο κόσμος δεν είναι στη γραμμή της ‘σωστής πλευράς της Ιστορίας’». Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης για τον πόλεμο στην Ουκρανία χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως πραγματικά ανεξήγητη, σημειώνοντας μάλιστα ότι πολλές φορές αισθάνεται πως «βαδίζουμε στο πεδίο της ψυχιατρικής». Η Ελλάδα είχε κάθε λόγο να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή, συντασσόμενη με το δυτικό στρατόπεδο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έπρεπε να στέλνει όπλα και πυρομαχικά στην Ουκρανία, τη στιγμή που η ίδια αντιμετωπίζει καθημερινό και υπαρκτό στρατιωτικό κίνδυνο.

Ωστόσο, όπως υπογράμμισε, «ο κόσμος δεν είναι στη γραμμή της ‘σωστής πλευράς της Ιστορίας’»  Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης για τον πόλεμο στην Ουκρανία χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως πραγματικά ανεξήγητη, σημειώνοντας μάλιστα ότι πολλές φορές αισθάνεται πως «βαδίζουμε στο πεδίο της ψυχιατρικής».

Όσον αφορά τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, ο κ. Καρβουνόπουλος επισήμανε πως θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε τον πόλεμο στην Ουκρανία παίζοντας έναν σημαντικό ρόλο και αποδεικνύοντας στους συμμάχους μας πόσο χρήσιμοι είμαστε στην περιοχή. Θα μπορούσαμε να είμαστε ο «ταχυδρόμος» μεταξύ των δύο πλευρών, αφού για πολλά χρόνια διατηρούσαμε εξαιρετικές σχέσεις με τη Ρωσία. Επιπλέον, έχουμε κοινότητες στην Ουκρανία, άρα και συμφέροντα. Αντ’ αυτού, αφήσαμε αυτόν τον ρόλο στον Ερντογάν, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και αναβάθμισε τη θέση της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή. «Γι’ αυτό λέω ότι η κατάσταση αγγίζει το πεδίο της ψυχιατρικής», σχολίασε σκωπτικά ο δημοσιογράφος.

Θα μπορούσαμε να είμαστε ο «ταχυδρόμος» μεταξύ των δύο πλευρών, αφού για πολλά χρόνια διατηρούσαμε εξαιρετικές σχέσεις με τη Ρωσία.

Αναφορικά με την ελληνική εξοπλιστική πολιτική, κυριαρχεί η «εξοπλιστική διπλωματία», ένας όρος που επινοήθηκε στη δεκαετία του ’90 μετά το μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα του κ. Σημίτη και το οποίο τηρούν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις πληρώνοντας τεράστια ποσά σε εξοπλιστικά προγράμματα, αντί να επιδιώκουν μακροχρόνιες στρατηγικές συνεργασίες. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα έχει απομακρυνθεί από χώρες με τις οποίες διατηρούσε προνομιακές σχέσεις, ενώ η Τουρκία έχει καλύψει αυτό το κενό. «Η Ελλάδα κατόρθωσε, σε όλη αυτή την περιοχή όπου είχε επιρροή, να εξαφανιστεί, και στη θέση της εμφανίστηκε η Τουρκία», σημείωσε χαρακτηριστικά. Επίσης όπως αναφέρει ο ιδιος, «Είναι παράδοξο να ‘βρίθει’ δισεκατομμύρια ανακοινώσεων για μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, όπως τα F-35 και ο αντιαεροπορικός θόλος, αλλά να μην ακούμε κουβέντα για το πώς θα ενισχυθεί το ναυτικό μας. Εκτός αν έχουμε αποφασίσει ότι η Ελλάδα θα αποσυρθεί από τη ναυτική της κυριαρχία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο». Χαρακτήρισε τις γαλλικές φρεγάτες Belharra ως μια επιλογή που ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα, αφού πρόκειται για ένα πολύ καινούργιο οπλικό σύστημα, το οποίο λογικά θα παρουσιάσει «παιδικές ασθένειες», όπως συνέβη με τα γερμανικά υποβρύχια. Αναρωτήθηκε γιατί η Ελλάδα ενεπλάκη ξανά σε ένα πρωτότυπο εξοπλιστικό πρόγραμμα, τη στιγμή που η Τουρκία αναπτύσσει το δικό της ναυτικό με πλοία που ναυπηγεί μόνη της. «Η Τουρκία, χωρίς ναυτική παράδοση, έχει χτίσει έναν στόλο με πλοία που ναυπηγεί η ίδια, ενώ η Ελλάδα επενδύει σε συστήματα που δεν έχουν δοκιμαστεί στον χρόνο».

«Είναι παράδοξο να ‘βρίθει’ δισεκατομμύρια ανακοινώσεων για μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, όπως τα F-35 και ο αντιαεροπορικός θόλος, αλλά να μην ακούμε κουβέντα για το πώς θα ενισχυθεί το ναυτικό μας. Εκτός αν έχουμε αποφασίσει ότι η Ελλάδα θα αποσυρθεί από τη ναυτική της κυριαρχία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο»

Σχετικά με την αμυντική βιομηχανία, η Ελλάδα βρίσκεται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με την Τουρκία. «Η σύγκριση μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας στη στρατιωτική βιομηχανία είναι τραγική. Η Τουρκία, επί ημερών Ερντογάν, έχτισε αμυντική βιομηχανία, γιατί ό,τι αγόραζε απαιτούσε να παίρνει τεχνογνωσία και συμπαραγωγή. Αντίθετα, η Ελλάδα δεν ακολούθησε αυτή τη συνταγή». Ο κ. Καρβουνόπουλος υπενθύμισε ότι οι ευχαριστίες της Γάλλου υπουργού Άμυνας προς τον Έλληνα ομόλογό του, κ. Παναγιωτόπουλο, δεν αφορούσαν κάποια στρατηγική επιτυχία της χώρας μας, αλλά τη δημιουργία 2.500 θέσεων εργασίας στα γαλλικά ναυπηγεία από την ελληνική παραγγελία φρεγατών. Την ίδια στιγμή, ο Σκαραμαγκάς και η Ελευσίνα βρίσκονται σε κατάσταση παρακμής, γεγονός που υπονομεύει τη δυνατότητα της Ελλάδας να παράγει δικά της αμυντικά μέσα.

«Η σύγκριση μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας στη στρατιωτική βιομηχανία είναι τραγική. Η Τουρκία, επί ημερών Ερντογάν, έχτισε αμυντική βιομηχανία, γιατί ό,τι αγόραζε απαιτούσε να παίρνει τεχνογνωσία και συμπαραγωγή. Αντίθετα, η Ελλάδα δεν ακολούθησε αυτή τη συνταγή»

Σε ό,τι αφορά την Κύπρο, ο κ. Καρβουνόπουλος επανέλαβε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να αναδείξουμε το Κυπριακό στην Ελλάδα και να πάψουμε να το αντιμετωπίζουμε ως βαρίδι. «Αν η Κύπρος χαθεί, τότε  έχει χαθεί και η Ελλάδα», υπογραμμίζει ο ίδιος, θεωρώντας ότι αυτή η άποψη πρέπει να γίνει πεποίθηση στον ελληνικό στρατηγικό σχεδιασμό «Το ’74 δεν είναι τόσο μακριά. Δεν μπορούμε να πιστεύουμε ότι θα έρθουν οι Ισραηλινοί να μας σώσουν. Δυστυχώς, δεν μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Όσο κι αν επενδύει η Κύπρος στην άμυνά της, η τουρκική απειλή δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς τη στρατιωτική συνδρομή της Ελλάδας. Παρόλα αυτά, το ακριβό εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας μας δεν περιλαμβάνει την Κύπρο. Η Κύπρος έχει βγει από τον πολιτικό δημόσιο διάλογο και όποιος προτείνει να επανεξετάσουμε το ενιαίο αμυντικό δόγμα κατηγορείται ως «ψεκασμένος» και «εθνικιστής». Στην συνέχεια εναντιώθηκε σε κάθε προσπάθεια της κυπριακής κυβέρνησης για διάλογο με τον κ.Τατάρ αφού ουσιαστικά τον θεωρεί πιόνι της Τουρκίας «Αν ήμουν ο κύπριος πρόεδρος δεν θα μιλούσα με τον Τατάρ».

 

«Η Κύπρος έχει βγει από τον πολιτικό δημόσιο διάλογο και όποιος προτείνει να επανεξετάσουμε το ενιαίο αμυντικό δόγμα κατηγορείται ως «ψεκασμένος» και «εθνικιστής»

Κλείνοντας, ο κ. Καρβουνόπουλος υπογράμμισε πως η Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, χαράσσοντας μια ανεξάρτητη εθνική στρατηγική. «Καλές οι συνεργασίες και οι συμμαχίες, και πρέπει να τις εκμεταλλευόμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο μπορούμε, αλλά πρέπει να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι στις δύσκολες στιγμές θα είμαστε μόνοι μας. Άρα, πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι θα έχουμε έναν αμυντικό βραχίονα που να μπορεί να λειτουργήσει μόνος του αλλά και την πολιτική ηγεσία που να είναι έτοιμη να πατήσει το κουμπί την ώρα της κρίσης, χωρίς αυταπάτες για τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας» ή για τη μαγική παρέμβαση των συμμάχων» Η Ελλάδα πρέπει να αναπτύξει έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και όραμα  που να στηρίζεται στα εθνικά της συμφέροντα, και όχι να  επενδύει σε εξοπλιστικά προγράμματα αμφίβολης αξίας, ενώ την ίδια στιγμή αγνοεί την Κύπρο και τις άμεσες απειλές που αντιμετωπίζει. Η ανάγκη για μια διαφορετική προσέγγιση είναι επιτακτική, όμως το πολιτικό σύστημα συνεχίζει να επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη, αγνοώντας τα πραγματικά συμφέροντα του Ελληνισμού.

«Καλές οι συνεργασίες και οι συμμαχίες, και πρέπει να τις εκμεταλλευόμαστε όσο το δυνατόν περισσότερο μπορούμε, αλλά πρέπει να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι στις δύσκολες στιγμές θα είμαστε μόνοι μας.»