Του Ιωάννη Ιντζέ
Στη Νέα Υόρκη διεξάγεται η δεύτερη άτυπη πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Η Κυπριακή Κυβέρνηση παρουσιάζει την επανεκκίνηση των συνομιλιών –μετά το αδιέξοδο του 2017– ως διπλωματική επιτυχία και επιθυμεί την ομαλή συνέχισή τους, στο πλαίσιο μιας γενικότερης προσπάθειας εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει κρίσιμο: ποιος είναι ο πραγματικός στόχος αυτών των διαπραγματεύσεων;
Η Τουρκία, εδώ και δεκαετίες, έχει καταστήσει σαφές ότι δεν επιθυμεί συναινετική λύση του Κυπριακού. Δεν διαπραγματεύεται· διεκδικεί, πιέζει, απειλεί. Είναι εμφανές ότι δεν προτίθεται να υποχωρήσει ούτε κατ’ ελάχιστον. Πλέον, προβάλλει ανοικτά τη θέση υπέρ της αναγνώρισης του ψευδοκράτους και προωθεί τη λύση των δύο κρατών. Στο πλαίσιο αυτό, και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ προσέρχεται στο τραπέζι των συνομιλιών απαιτώντας την αποδοχή παράλογων αιτημάτων, τα οποία παρουσιάζει ως «Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης» (ΜΟΕ). Πριν την αναχώρησή του για τη Νέα Υόρκη, ο κ. Τατάρ κατέστησε σαφείς τους όρους του για τη συνέχιση των συνομιλιών, οι οποίοι αποτυπώνονται στα αποκαλούμενα «τρία Α» (3-Α):
-
Απευθείας αεροπορικές συνδέσεις με τα κατεχόμενα,
-
Απευθείας επικοινωνία και διαπραγμάτευση,
-
Απευθείας εμπορικές συναλλαγές.
Από τη συνάντηση αυτή θα απουσιάζει ο απεσταλμένος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κυπριακό, Γιοχάνες Χαν, γεγονός που σαφώς αποτελεί απαίτηση της Άγκυρας. Η Τουρκία δεν επιθυμεί την παρουσία τρίτων συνομιλητών, ιδίως εκείνων που ενδέχεται να αναφερθούν στο ευρωπαϊκό κεκτημένο ή στο διεθνές δίκαιο — έννοιες που προκαλούν «αλλεργία» στους Τούρκους εκπροσώπους.
Ο ειδικός αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ, υπογράμμισε ότι «μεταξύ των δύο πλευρών επικρατεί βαθιά δυσπιστία και έλλειψη εμπιστοσύνης», γεγονός που καθιστά ανέφικτη την επίτευξη συμφωνίας. Πώς όμως είναι δυνατόν ο ΟΗΕ να εξισώνει τον θύτη με το θύμα; Για να αρθεί η «δυσπιστία», θα πρέπει μήπως να αποδεχθούμε τη διχοτόμηση της Κύπρου; Να συναινέσουμε στη «νέα πραγματικότητα», όπως προτείνει πρόσφατα και ο κ. Καιρίδης;
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, τη βάση των συνομιλιών που διακόπηκαν το 2017 και οι οποίες επανέρχονται στην Πενταμερή.
Συζητείται ένα τροποποιημένο σχέδιο τύπου Ανάν, το οποίο τόσο ο κυπριακός όσο και ο ελληνικός λαός έχουν απορρίψει με δημοκρατικό τρόπο. Πρόκειται για μια Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία (ΔΔΟ), σύμφωνα με την οποία οι δύο κοινότητες θα λειτουργούν ισότιμα και αυτόνομα, ενώ καμία απόφαση δεν θα μπορεί να ληφθεί χωρίς τη συναίνεση της τουρκοκυπριακής πλευράς — η οποία, στην πράξη, θα ευθυγραμμίζεται απόλυτα με τις επιδιώξεις της Άγκυρας. Μιλάμε για μια κατ’ ουσίαν διχοτομική λύση και όχι για μια έντιμη διευθέτηση. Μια τέτοια πολιτική ρύθμιση, εφόσον εφαρμοστεί, δεν θα είναι βιώσιμη και μεσοπρόθεσμα θα οδηγήσει στη δημιουργία δύο ανεξάρτητων κρατών, όπως ακριβώς επιδιώκει η Τουρκία. Ακόμα όμως δεν έχει αποσαφηνιστεί –και κανείς δεν έχει δώσει πειστικές απαντήσεις– τι μέλλει γενέσθαι με την Κυπριακή Δημοκρατία σε περίπτωση κατάρρευσης της ΔΔΟ.
Στο πλαίσιο των συνομιλιών, θα τεθούν προς συζήτηση ορισμένα ΜΟΕ, όπως:
-
Το άνοιγμα τεσσάρων νέων σημείων διέλευσης,
-
Η αποναρκοθέτηση περιοχών,
-
Η δημιουργία Τεχνικής Επιτροπής για θέματα Νεολαίας,
-
Πρωτοβουλίες για την περιβαλλοντική προστασία και την κλιματική αλλαγή,
-
Η αξιοποίηση ηλιακής ενέργειας στη νεκρή ζώνη,
-
Η αποκατάσταση κοιμητηρίων.
Όλα αυτά έχουν ενδιαφέρον και μπορεί να θεωρηθούν θετικά βήματα. Όμως, τα πραγματικά και κρίσιμα ζητήματα —όπως ο παράνομος εποικισμός, η παρουσία του τουρκικού στρατού κατοχής, η καταπάτηση περιουσιακών δικαιωμάτων και το πρόβλημα των αγνοουμένων— πρόκειται άραγε να τεθούν επί τάπητος; Αν όχι, πρόκειται για εμπαιγμό της κοινής λογικής.
Η μοναδική λύση που οφείλουμε να επιδιώκουμε είναι εκείνη της απελευθέρωσης της Κύπρου, με βάση τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τα εμπόδια για την επίτευξη αυτής της λύσης συνοψίζονται σε τρία «Π» (3-Π), τα οποία πρέπει να εξαλειφθούν:
-
Παράνομη εισβολή του Τουρκικού Στρατού,
-
Παράνομη κατοχή του 37% του νησιού και εκτοπισμός των νόμιμων κατοίκων του,
-
Παράνομος εποικισμός των κατεχομένων από Τούρκους υπηκόους της Ανατολίας.
Στα τρία «Α» του Τατάρ, εμείς πρέπει να αντιπαραθέσουμε τα τρία «Π» του Ελληνισμού.
Η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλουν να επανατοποθετήσουν το Κυπριακό σε νέα, πιο διεκδικητική και σθεναρή βάση. Προτείνονται, ενδεικτικά, τα εξής:
– Η επανενεργοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου, με ρητή δήλωση ότι τυχόν επέκταση του Αττίλα συνιστά αιτία πολέμου (casus belli).
– Η ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, με σύγχρονο εξοπλισμό και μέσα αποτροπής.
– Αντί για αποστολή μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Ουκρανία, αυτά θα πρέπει να διατεθούν στην Κύπρο, με κατάλληλη εκπαίδευση Κύπριων πιλότων και ετοιμότητα παρέμβασης, εάν απαιτηθεί.
– Η διεκδίκηση οικονομικών και διπλωματικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας για τη συνεχιζόμενη κατοχή, κατά αναλογία με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να λειτουργεί με δύο μέτρα και δύο σταθμά.
– Η προάσπιση των ατομικών δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων, με στόχο την ελεύθερη εγκατάσταση, την επιστροφή των προσφύγων και την πλήρη αποκατάσταση της περιουσίας τους.
Σε μια περίοδο όπου οι εθνικές μας επιλογές χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα και σφάλματα —είτε πρόκειται για το ζήτημα της Κάσου, είτε για τις εξελίξεις στο Σινά και στη Λιβύη— θα πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση. Δεν πρέπει να παγιδευτούμε στην υποκριτική τακτική της Τουρκίας και να αποδεχθούμε μια επίπλαστη λύση, απλώς για επικοινωνιακούς σκοπούς. Δεν πρέπει να νομιμοποιήσουμε τη de jure διχοτόμηση του νησιού, υπογράφοντας οι ίδιοι τη μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε κοινότητα χωρίς κυριαρχία.
Ο Ιωάννης Ιντζές είναι Αντιστράτηγος ε.α., απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στην «Εφαρμοσμένη Στρατηγική και Διεθνή Ασφάλεια». Διευθύνει το Πολιτικό Γραφείο του Προέδρου της ΝΙΚΗΣ, είναι επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή και υπεύθυνος του Τομέα Εθνικής Άμυνας. Συμμετέχει ως αναπληρωματικό μέλος στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής.
ΠΗΓΗ: MILITAIRE.gr
Be the first to write a comment.