Η αμερικανική εφημερίδα Washington Examiner σχολιάζει τη νίκη του Τουφάν Ερχιουρμάν στις «προεδρικές εκλογές» της τουρκοκυπριακής κοινότητας, εξετάζοντας το ενδεχόμενο επανέναρξης των προσπαθειών για επίλυση του Κυπριακού, υπό πιθανή διαμεσολάβηση του Αμερικανού πρώην προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ.

Σύμφωνα με την ανάλυση, ο Τραμπ θα μπορούσε να προσφέρει στην Τουρκία όσα δεν κατάφερε να προσφέρει ο ΟΗΕ: ενισχυμένη αμυντική συνεργασία, εμπορικές ή ενεργειακές συμφωνίες με την υποστήριξη της Ευρώπης, ως αντάλλαγμα για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και την υιοθέτηση ενός ανανεωμένου σχεδίου κατανομής εξουσιών στο νησί.

Για μισό αιώνα, η Κύπρος παραμένει η «ξεχασμένη σύγκρουση» της Ευρώπης. Από το 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε ύστερα από το πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από την Ελλάδα, το νησί παραμένει διαιρεμένο: οι Ελληνοκύπριοι ελέγχουν τον νότο, που αποτελεί μέλος της ΕΕ, ενώ ο βορράς τελεί υπό τουρκική κατοχή και αναγνωρίζεται μόνο από την Άγκυρα. Μια ουδέτερη ζώνη των Ηνωμένων Εθνών χωρίζει τη Λευκωσία, με συρματοπλέγματα και σημεία ελέγχου.

Κατά τη Washington Examiner, όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι από τον Τζίμι Κάρτερ και μετά έχουν σε μεγάλο βαθμό παραμελήσει την Κύπρο, ενώ οι ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του ΟΗΕ έχουν αποτύχει επανειλημμένα. Το 2004, το σχέδιο Ανάν εγκρίθηκε από τους Τουρκοκύπριους, αλλά απορρίφθηκε από την ελληνοκυπριακή πλευρά, κυρίως λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια και την τουρκική επιρροή. Η τελευταία σοβαρή προσπάθεια, το 2017 στην Ελβετία, κατέρρευσε εξαιτίας των διαφορών γύρω από την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων και τις εγγυήσεις ασφαλείας — ζητήματα που παραμένουν άλυτα μέχρι σήμερα.

Ωστόσο, το πολιτικό σκηνικό φαίνεται να μεταβάλλεται. Η επικράτηση του μετριοπαθούς Τουφάν Ερχιουρμάν επί του σκληροπυρηνικού Ερσίν Τατάρ αναζωπύρωσε την ελπίδα για αναβίωση του διαλόγου με την ελληνοκυπριακή πλευρά, ύστερα από χρόνια αδιεξόδου και εθνικιστικής ρητορικής. Για πολλούς Τουρκοκύπριους, κουρασμένους από την απομόνωση και την πληθυσμιακή αλλοίωση λόγω εποίκων, η εκλογή Ερχιουρμάν θεωρείται ευκαιρία επαναπροσέγγισης.

Η συγκυρία, σημειώνει το δημοσίευμα, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πρόσφατα, εμπειρογνώμονες της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας επισκέφθηκαν την αεροπορική βάση της Πάφου, εξετάζοντας τη δυνατότητα αναβάθμισής της ώστε να υποστηρίζει ανθρωπιστικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, η Ουάσιγκτον εξετάζει τη χρήση της βρετανικής βάσης Ακρωτηρίου για περιφερειακές αποστολές. Όπως είχε επισημάνει και ο Χένρι Κίσινγκερ, η Κύπρος αποτελεί μια «μοναδική αεροπορική βάση» στο σταυροδρόμι της Μέσης Ανατολής — γεγονός που εξηγεί το αμερικανικό ενδιαφέρον.

Ταυτόχρονα, αλλαγές συντελούνται και στον νότιο τομέα του νησιού. Υπό τον Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη, η Λευκωσία επιδιώκει στενότερες σχέσεις με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, αποστασιοποιούμενη από τη Ρωσία, η οποία υπήρξε παραδοσιακός σύμμαχος και οικονομικός υποστηρικτής. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει εκφράσει την πρόθεση ένταξης στο ΝΑΤΟ, έχει περιορίσει τη ροή παράνομων ρωσικών κεφαλαίων και έχει ενισχύσει τη συνεργασία της με το Ισραήλ.

Αντίθετα, ο βόρειος τομέας παραμένει υπό τον απόλυτο έλεγχο της Τουρκίας. Περίπου 40.000 Τούρκοι στρατιώτες παραμένουν στο νησί, ενώ η Άγκυρα καλύπτει μεγάλο μέρος των λειτουργικών δαπανών, από τους μισθούς δημοσίων υπαλλήλων έως έργα υποδομής. Τα τελευταία χρόνια έχει ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία με νέες εγκαταστάσεις, περιλαμβανομένης και βάσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Η τουρκοκυπριακή διοίκηση εξαρτάται οικονομικά και πολιτικά από την Τουρκία, κάτι που καθιστά αδύνατη κάθε πρόοδο χωρίς τη συναίνεση της Άγκυρας.

Αυτός είναι και ο λόγος, σύμφωνα με την ανάλυση, που η διαδικασία ειρήνευσης έχει αποτύχει διαχρονικά: ουδείς έχει προσφέρει στην Τουρκία κάτι που να την πείσει να αποσύρει τον στρατό της. Εδώ, εκτιμά η Washington Examiner, ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα, όπως έκανε με τη συμφωνία ειρήνης μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν.

Ο Τραμπ, σημειώνει το άρθρο, θα μπορούσε να προσφέρει στην Άγκυρα στρατηγικά και οικονομικά ανταλλάγματα — από συνεργασία στην άμυνα έως ενεργειακές συμφωνίες με ευρωπαϊκή υποστήριξη — προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και μια βιώσιμη λύση.

Εδώ και δεκαετίες, η Κύπρος θεωρείται το «νεκροταφείο» των διπλωματών, καθώς κάθε προσπάθεια επίλυσης φαινόταν εφικτή αλλά κατέρρεε. Εάν η νέα αμερικανική διοίκηση αποφασίσει να εμπλακεί ενεργά, θα μπορούσε να μετατρέψει αυτό το μακροχρόνιο αδιέξοδο σε μια σπάνια επιτυχία εξωτερικής πολιτικής και να δώσει νέα ώθηση στην επίλυση μιας από τις πλέον επίμονες διαιρέσεις της Ευρώπης.