Γράφει ο Λάζαρος Καμπουρίδης, Αντιστράτηγος ε.α.

Η πρόσφατη διάσκεψη μεταξύ της Ε.Ε. και των τουρκόφωνων κρατών, που έλαβε χώρα στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν στις 4 Απριλίου, αποκάλυψε έναν νέο και ανησυχητικό ορίζοντα για το σχέδιο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, γνωστό ως «Αιώνας της Τουρκίας» – μια φιλόδοξη στρατηγική υψηλού επιπέδου.

Μετά τη διάσκεψη, οι χώρες Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν και Κιργιστάν συνυπέγραψαν κοινή δήλωση που, επικαλούμενη αποφάσεις του ΟΗΕ, καταδίκαζε την Τουρκία ως δύναμη κατοχής στην Κύπρο. Την ίδια στιγμή, οι τρεις πρώτες ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να ανοίξουν πρεσβείες στη Λευκωσία. Σε αντάλλαγμα, η Ε.Ε. υποσχέθηκε επενδύσεις ύψους 12 δισ. ευρώ για ανάπτυξη υποδομών και αξιοποίηση των πλουσίων φυσικών πόρων της Κεντρικής Ασίας.

Από το 2018, τα πέντε τουρκογενή κράτη –Κιργιστάν, Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και Τουρκμενιστάν– συνεργάζονται στενά σε ζητήματα ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε ενδιαφέρον για την περιοχή από το 2019. Την ίδια περίοδο, η τουρκική κυβέρνηση έψαχνε νέο στρατηγικό αφήγημα, καθώς το «Όραμα 2023» πλησίαζε στο τέλος του. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 2022, ο Ερντογάν ανακοίνωσε το νέο του σχέδιο, τον «Αιώνα της Τουρκίας».

Ο στόχος του σχεδίου είναι η ενοποίηση των τουρκόφωνων χωρών της Κεντρικής Ασίας μέσω του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών – ενός οργανισμού που διαδέχτηκε το πρώην Συμβούλιο Συνεργασίας Τουρκόφωνων Κρατών. Η Τουρκία επιδιώκει να μετατραπεί σε κύριο ενεργειακό, οικονομικό και εμπορικό κόμβο μεταξύ Κεντρικής Ασίας, Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής. Το σχέδιο παρουσιάστηκε επίσημα στις 29 Οκτωβρίου 2022, και από τότε έχουν γίνει αρκετά βήματα για τη σύσφιξη των πολιτικών, οικονομικών, πολιτιστικών και αμυντικών σχέσεων με αυτές τις χώρες. Ωστόσο, απέτυχαν οι τουρκικές προσπάθειες να επιβληθεί η αναγνώριση του ψευδοκράτους της κατεχόμενης Κύπρου.

Πληροφορίες από την Τουρκία θέλουν το Κατάρ να προτίθεται να χρηματοδοτήσει το σχέδιο, όπως δείχνει και η περιοδεία του Εμίρη στις τουρκόφωνες χώρες μετά την επανεκλογή του Ερντογάν το 2023.

Η μεταστροφή της τουρκικής στάσης

Η αλλαγή στάσης των τουρκόφωνων χωρών έναντι της Κύπρου δεν προκάλεσε καμία δημόσια αντίδραση από την Άγκυρα, ούτε για την εμπλοκή της Ε.Ε. Παρόλο που τα αντιπολιτευόμενα τουρκικά ΜΜΕ (κεμαλικά) παρουσίασαν το γεγονός ως διπλωματικό φιάσκο, τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ το αποσιώπησαν. Αυτό μαρτυρεί ότι ο Ερντογάν, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι πλέον αναγκασμένος να επιδιώκει ευρωπαϊκή στήριξη για τρία κρίσιμα ζητήματα:

  1. Η συμμετοχή στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, από την οποία η Τουρκία επιδιώκει μερίδιο.

  2. Η διπλωματική έξοδος από την κρίση της Συρίας, τόσο μέσω ευρωπαϊκής στήριξης για το καθεστώς Τζολάνι (ώστε να αναβαθμιστεί ο τουρκικός έλεγχος στη Συρία), όσο και ως αντίβαρο στα ισραηλινά σχέδια που απειλούν τουρκικά στρατηγικά συμφέροντα – με τον κίνδυνο ακόμα και ένοπλης σύγκρουσης.

  3. Η πολιτική του επιβίωση, και ειδικά η αντιμετώπιση του πολιτικού του αντιπάλου, Εκρέμ Ιμάμογλου, τον οποίο θέλει να αποδυναμώσει ενόψει των εκλογών του 2028. Γι’ αυτό, επιδιώκει σιωπηρή ανοχή από την Ε.Ε. σε κάθε αντιδημοκρατική μεθόδευση.

Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία

Η Αθήνα και η Λευκωσία καλούνται να αξιοποιήσουν την παρούσα συγκυρία, καθώς η Τουρκία εμφανίζεται ευάλωτη απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στο παρελθόν η Ε.Ε. προσέφερε σημαντική υποστήριξη στον Ερντογάν – κυρίως κατά τις αρχές της διακυβέρνησής του, όταν συγκρούστηκε με το στρατιωτικό κατεστημένο.

Η Κύπρος ήδη επωφελήθηκε, όπως έδειξε η μεταστροφή των τουρκόφωνων κρατών. Η Ελλάδα, πέρα από την ανακοίνωση για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό (ΘΧΣ), πρέπει να διεκδικήσει ευρωπαϊκή υποστήριξη σε επιπλέον ζητήματα, όπως:

  • Η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου,

  • Η οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ των δύο χωρών,

  • Η ενίσχυση των διπλωματικών και ενεργειακών συμμαχιών στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ο χρονικός ορίζοντας των επόμενων τριών ετών (έως το 2028) είναι κρίσιμος. Αν η Τουρκία ξεπεράσει την κρίση της Συρίας και ο Ερντογάν καταφέρει να επανεκλεγεί, οι ισορροπίες ενδέχεται να αλλάξουν ριζικά.

Γι’ αυτό απαιτείται σοβαρότητα, σχεδιασμός, αποφασιστικότητα και ενεργή διπλωματία. Οι συνθήκες ευνοούν όσους έχουν στρατηγική και συμμαχίες – όχι εκείνους που πορεύονται με τον «αυτόματο πιλότο», με αδράνεια και εφησυχασμό. Μια τέτοια στάση θα έχει ολέθριες συνέπειες.

ΠΗΓΗ: MILITAIRE