Καθηγητής Θεσμών της ΕΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, πρώην Ευρωβουλευτής και Βουλευτής Ηρακλείου, notismarias@gmail.com
Ο Οκτώβριος, όπως φαίνεται, παραμένει ο μήνας που «θρέφει» τις γερμανοτουρκικές οικονομικές σχέσεις. Και αυτό δεν αφορά μόνο την πρόσφατη επίσκεψη του Μερτς στην Άγκυρα, όπου άναψε –με το ανάλογο αντάλλαγμα φυσικά– το πράσινο φως για τον εξοπλισμό της Τουρκίας με μαχητικά Eurofighter, τη στιγμή που ο Ερντογάν συνεχίζει να απειλεί την Ελλάδα με το γνωστό casus belli. Αναφέρεται επίσης και στην ιστορική Συμφωνία Clodius, την οποία υπέγραψε η Τουρκία με τη ναζιστική Γερμανία πριν από 84 χρόνια, προμηθεύοντας τον Χίτλερ με χιλιάδες τόνους χρωμίου ώστε να συνεχίσει απρόσκοπτα το εξοπλιστικό του πρόγραμμα.
Ρίχνοντας μια ματιά στο παρελθόν, στις 9 Οκτωβρίου 1941 υπογράφηκε στην Άγκυρα εκτενής γερμανοτουρκική οικονομική συμφωνία που ρύθμιζε το εμπόριο μέχρι τις 31 Μαρτίου 1943, για αγαθά συνολικής αξίας 200 εκατομμυρίων μάρκων. Όταν οι διαπραγματεύσεις, που διήρκεσαν περίπου έναν μήνα, ολοκληρώθηκαν επιτυχώς, τα σχετικά έγγραφα υπεγράφησαν από τον πληρεξούσιο υπουργό Clodius και τον πρέσβη της ναζιστικής Γερμανίας στην Άγκυρα von Papen, καθώς και από τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών Μεχμέτ Σουκρού Σαράτζογλου και τον πρέσβη Numan. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, «η Γερμανία θα προμήθευε την Τουρκία με βιομηχανικά προϊόντα πρωταρχικής σημασίας –ιδίως προϊόντα σιδηρουργίας, χαλυβουργίας και πολεμικού υλικού– ενώ η Τουρκία θα τροφοδοτούσε τη Γερμανία με πρώτες ύλες και τρόφιμα». Με βάση τη Συμφωνία Clodius, η Τουρκία προμήθευσε τη ναζιστική πολεμική μηχανή με 45.000 τόνους χρωμίου την περίοδο 1941–42 και με 90.000 τόνους ετησίως τα έτη 1943 και 1944, παρέχοντας στους ναζί ένα υπερπολύτιμο μέταλλο απαραίτητο για την κατασκευή όπλων.
Η πορεία προς τις στενές σχέσεις Βερολίνου–Άγκυρας είχε ανοίξει ήδη από τις 18 Ιουνίου 1941, όταν η Τουρκία υπέγραψε με τη ναζιστική Γερμανία και τον ίδιο τον Χίτλερ τη Γερμανοτουρκική Συνθήκη Φιλίας, που επίσης υπεγράφη στην Άγκυρα από τους von Papen και Σαράτζογλου (Daily Mail, 19/6/1941).
Επρόκειτο για Σύμφωνο μη επίθεσης διάρκειας δέκα ετών, στο οποίο, μεταξύ άλλων, Γερμανία και Τουρκία δεσμεύονταν σε αμοιβαίο σεβασμό των συνόρων τους και σε ειρηνική επίλυση των διαφορών τους.
Στο προοίμιο της Συνθήκης αναφερόταν ότι οι δύο χώρες, «επιθυμώντας να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους επί βάσεως αμοιβαίας εμπιστοσύνης και ειλικρινούς φιλίας», αποφάσισαν να υπογράψουν τη συμφωνία. Στο άρθρο 1, οι δύο πλευρές δεσμεύονταν να «σεβαστούν αμοιβαίως την ακεραιότητα και το απαραβίαστο του εθνικού εδάφους τους και να μην λάβουν κανένα μέτρο που θα στρεφόταν άμεσα ή έμμεσα κατά του άλλου συμβαλλόμενου μέρους».
Στο άρθρο 2 οριζόταν ότι Γερμανία και Τουρκία θα έπρεπε, στο μέλλον, να έρχονται σε φιλική επικοινωνία για κάθε ζήτημα που άπτεται των αμοιβαίων τους συμφερόντων, ώστε να καταλήγουν σε συμφωνίες για τον τρόπο διαχείρισης τέτοιων θεμάτων.
Σε δηλώσεις του, ο Σαράτζογλου επεσήμανε πως «τους τελευταίους αιώνες η Τουρκία και η Γερμανία δεν υπήρξαν ποτέ αντίπαλοι» και ότι οι σχέσεις τους ήταν πάντοτε άψογες. Πρόσθεσε ότι τα δύο έθνη διαβεβαίωσαν αμοιβαία πως και στο μέλλον δεν θα υπάρξουν μεταξύ τους διαφορές, χαρακτηρίζοντας τη Συνθήκη «σπουδαίο ιστορικό έγγραφο φιλίας».