MILITAIRE

Η Τουρκία σε τεντωμένο σχοινί: ΗΠΑ, Ρωσία και Ισραήλ πιέζουν

Published

on

Γράφει ο Λάζαρος Καμπουρίδης Αντιστράτηγος ε.α.

Η εφαρμογή της αμερικανικής στρατηγικής για τον χώρο του Καυκάσου, της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου φέρνει την Τουρκία αντιμέτωπη με ένα σοβαρό στρατηγικό σταυροδρόμι. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καλείται πλέον να εγκαταλείψει την πολιτική της «επιτήδειας ουδετερότητας» που ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια και να επιλέξει προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί, προκειμένου να διαχειριστεί τις κρίσιμες γεωπολιτικές προκλήσεις για τη χώρα του. Από τη μία πλευρά, η ανάγκη προμήθειας αεροσκαφών, το Κουρδικό, οι σχέσεις με το Ισραήλ και οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο· από την άλλη, η Ρωσία, η φθηνή ενέργεια, τα σχέδια ένταξης στην ευρωπαϊκή άμυνα, η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας και η αναζήτηση ξένων επενδύσεων.

Η ανάγκη για ξεκάθαρη επιλογή κατεύθυνσης και εγκατάλειψη της ουδετερότητας έγινε ακόμη πιο εμφανής όταν ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έθεσε ευθέως στον Ερντογάν το δίλημμα: «ή με τη Ρωσία ή με τις ΗΠΑ». Το δίλημμα αυτό αναδεικνύεται έντονα καθώς ο Τούρκος Πρόεδρος διαπιστώνει ότι η Τουρκία αδυνατεί να διαδραματίσει τον ρόλο της περιφερειακής δύναμης που προβλέπει το σχέδιο «Αιώνας της Τουρκίας», το οποίο μεταξύ άλλων προωθεί την ιδέα μιας πλήρως ανεξάρτητης τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και στρατηγικής.

Ήδη οι πρώτες κινήσεις προσέγγισης της Άγκυρας προς την Ουάσιγκτον έχουν προκαλέσει εμφανή ενόχληση στη Μόσχα, με τον Βλαντιμίρ Πούτιν να εκδηλώνει ανοιχτά τη δυσφορία του προς τον Ερντογάν. Η σοβαρότερη καμπή στις ρωσοτουρκικές σχέσεις ήρθε στις 8 Δεκεμβρίου 2024 με την ανατροπή του Άσαντ και την επικράτηση του Ατνάμ Αλ Σάρα στη Δαμασκό — προσώπου που θεωρείται πλήρως ευθυγραμμισμένο με την Άγκυρα.

Ακολούθησαν μια σειρά από ρωσικές κινήσεις έκφρασης δυσαρέσκειας. Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, και ιδιαίτερα μετά την επίσκεψη Ερντογάν στον Λευκό Οίκο τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι αντιδράσεις της Μόσχας γίνονται ολοένα πιο ευθείες και δημόσιες.

Αρχικά, η ψυχρή χειραψία και σύντομη συνομιλία μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν στη Διάσκεψη του Οργανισμού της Σαγκάης (SCO) στην Κίνα τον Σεπτέμβριο αποτέλεσε σαφές μήνυμα. Ακολούθησε το περιστατικό της 5ης Νοεμβρίου με το τουρκικό πλοίο “Seabridge”, που επιχείρησε, μετά από 14 χρόνια, να επαναφέρει τη γραμμή Τραπεζούντα–Σότσι, μεταφέροντας 18 Ρώσους και 2 Τούρκους επιβάτες. Η είσοδός του δεν έγινε δεκτή από τις ρωσικές αρχές, και αφού παρέμεινε τρεις ημέρες εκτός του λιμανιού, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Τουρκία. Στις 17 Νοεμβρίου, ρωσικό drone έπληξε τουρκικής σημαίας πλοίο που μετέφερε 4.000 τόνους υγροποιημένου φυσικού αερίου σε ουκρανικό λιμάνι κοντά στην Οδησσό. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα τουρκικά ΜΜΕ αποσιώπησαν τις παραπάνω ενέργειες, επιχειρώντας να μην αναδειχθεί ένταση στις σχέσεις Άγκυρας–Μόσχας.

Σ’ όλα αυτά προστέθηκαν και οι όροι που έθεσε ο Τραμπ προς την Άγκυρα για απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Ήδη δύο τουρκικές εταιρείες έχουν περιορίσει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, στρεφόμενες σε άλλες αγορές. Το μεγάλο τουρκικό διυλιστήριο STAR, θυγατρική της αζέρικης SOCAR, έχει στραφεί σε μη ρωσικά φορτία αργού, ενώ και η Tupras αυξάνει τις προμήθειές της από εναλλακτικές πηγές.

Η Ρωσία έχει έναν ακόμη λόγο να δυσανασχετεί: την προσπάθεια της Τουρκίας να ενταχθεί στο πρόγραμμα ευρωπαϊκής χρηματοδότησης εξοπλισμών SAFE αλλά και στον ευρωπαϊκό αμυντικό μηχανισμό, που έχει ως στόχο την ανάσχεση της ρωσικής απειλής.

Ο Ερντογάν χρειάζεται την αμερικανική υποστήριξη για να αντιμετωπίσει καθοριστικά ζητήματα στη Μέση Ανατολή, όπως η παρουσία του Ισραήλ στη Συρία και η ακύρωση οποιουδήποτε σχεδίου δημιουργίας αυτόνομου κουρδικού κράτους — ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι Κούρδοι της Rojava απολαύουν την υποστήριξη των ΗΠΑ.

Την ίδια ώρα, ο Τούρκος Πρόεδρος βλέπει να υποχωρεί το όραμα μετατροπής της Τουρκίας σε ενεργειακό κόμβο, παρά τις υποσχέσεις Πούτιν τα προηγούμενα χρόνια. Η κατάσταση επιδεινώνεται περαιτέρω καθώς η αμερικανική στρατηγική στην περιοχή ενισχύει τον ρόλο κρατών που η Άγκυρα θεωρεί αντιπάλους: της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ. Καθίσταται έτσι σαφές ότι η περίοδος της ουδετερότητας για την Τουρκία φτάνει στο τέλος της και ο Ερντογάν θα πρέπει να επιλέξει στρατόπεδο. Όποια επιλογή κι αν κάνει, θα έχει κόστος: η Τουρκία χρειάζεται τις ΗΠΑ για κρίσιμα περιφερειακά ζητήματα, όμως ταυτόχρονα είναι στενά δεμένη με τη Ρωσία μέσω μιας σειράς ενεργειακών συμφωνιών — από τους φθηνούς ρωσικούς υδρογονάνθρακες μέχρι το πυρηνικό εργοστάσιο στο Άκουγιου.

Το βασικό ερώτημα, λοιπόν, είναι για πόσο ακόμη η Άγκυρα θα μπορεί να «κρύβει κάτω από το χαλί» τα ολοένα πυκνότερα μηνύματα δυσαρέσκειας της Μόσχας, ιδιαίτερα εάν αυτά συνεχιστούν, και ποια θα είναι η τελική της αντίδραση.

Δημοσιεύεται στο «ΠΑΡΟΝ της Κυριακής»
Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottingham Trend University, πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου. Διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη (1995–1999) και Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα, με παράλληλη διαπίστευση στο Μπακού (2013–2017). Είναι συνεργάτης του αμερικανικού ινστιτούτου αναλύσεων «Defense & Foreign Affairs». Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο 2022.

ΠΗΓΗ: MILITAIRE .gr

 

Viral

Exit mobile version