MILITAIRE
Η Τουρκία βυθίζεται στη μεγαλύτερη δημοκρατική κρίση της σύγχρονης ιστορίας της
Η Τουρκία βιώνει μια πρωτοφανή περίοδο δημοκρατικής οπισθοδρόμησης, δήλωσε ο Νάτσο Σάντσεζ Αμόρ, εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Τουρκία, σχολιάζοντας την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2025 σχετικά με τη χώρα, σύμφωνα με το Stockholm Center for Freedom, το οποίο επικαλείται το πρακτορείο ειδήσεων Anka.
Ο Αμόρ τόνισε ότι η δημοκρατική παρακμή της Τουρκίας έχει ενταθεί το τελευταίο έτος, ιδιαίτερα στα βασικά κριτήρια ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως το κράτος δικαίου, εν μέσω αυξανόμενης καταπίεσης της αντιπολίτευσης και των μέσων ενημέρωσης.
Επισήμανε πως η κατάσταση έχει επιδεινωθεί περαιτέρω με τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, αλλά και με τη συνεχιζόμενη πίεση που ασκείται στους δημάρχους του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), του φιλοκουρδικού Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM Party) και σε μέλη της επιχειρηματικής κοινότητας. Υπογράμμισε ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ βρίσκεται πλέον «εντελώς παγωμένη».
Αναφερόμενος στην εξαγορά μέσων ενημέρωσης από το καθεστώς μέσω διορισμένων κρατικών διαχειριστών και στη διαρκή παρενόχληση δημοσιογράφων, σημείωσε ότι η κατάσταση παραπέμπει σε ένα «ρωσικού τύπου κοινωνικό μοντέλο».
«Όσα πακέτα δικαστικών μεταρρυθμίσεων κι αν παρουσιάζετε, όταν τα δικαστήριά σας δικάζουν 13χρονα και 14χρονα κορίτσια με την κατηγορία της τρομοκρατίας, αυτό είναι απολύτως παράλογο», δήλωσε ο Αμόρ, επισημαίνοντας πως η υπόθεση στην οποία αναφέρθηκε αντικατοπτρίζει την «πλέον τραγική εικόνα» της δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου στην Τουρκία.
Η υπόθεση, γνωστή ως «δίκη των κοριτσιών», αφορά κατηγορίες τρομοκρατίας εις βάρος 41 γυναικών, εκ των οποίων 14 ανήλικες, για θρησκευτικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες που συνδέθηκαν με το κίνημα Γκιουλέν. Η κατηγορούσα αρχή θεωρούσε ως αποδεικτικά στοιχεία τρομοκρατίας τη μελέτη του Κορανίου, την προσευχή, τη διδασκαλία, ακόμη και δραστηριότητες αναψυχής όπως το μπόουλινγκ ή η συμμετοχή σε κοινωνικές συναντήσεις. Τον Σεπτέμβριο, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης καταδίκασε 19 εκ των κατηγορουμένων.
Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στοχοποιεί το κίνημα Γκιουλέν, εμπνευσμένο από τον εκλιπόντα μουσουλμάνο ιερωμένο Φετουλάχ Γκιουλέν, από τον Δεκέμβριο του 2013, όταν έρευνες για διαφθορά φέρεται να εμπλέκουν τον ίδιο, μέλη της οικογένειάς του και στενούς του συνεργάτες.
Απορρίπτοντας τότε τις έρευνες ως «πραξικόπημα» των Γκιουλενιστών και συνωμοσία κατά της κυβέρνησής του, ο Ερντογάν εξαπέλυσε εκστρατεία καταστολής κατά των υποστηρικτών του κινήματος. Τον Μάιο του 2016, το χαρακτήρισε επίσημα τρομοκρατική οργάνωση και ενέτεινε τις διώξεις μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, για το οποίο κατηγόρησε τον ίδιο τον Γκιουλέν ως εγκέφαλο.
Ο Αμόρ χαρακτήρισε επίσης «απίστευτη» τη σύγκρουση μεταξύ του Συνταγματικού Δικαστηρίου και των κατώτερων δικαστηρίων, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση είχε προετοιμάσει το έδαφος αρνούμενη να εφαρμόσει τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ). Ακολουθώντας το παράδειγμα αυτό, πολλά τοπικά δικαστήρια άρχισαν να αγνοούν την εξουσία του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία, όπως είπε, έχει πλέον «εξαφανιστεί».
Η άρνηση των κατώτερων και ανώτερων δικαστηρίων να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου έχει προκαλέσει έντονη κριτική στο τουρκικό δικαστικό σώμα για έλλειψη ανεξαρτησίας. Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών στην Τουρκία έχει ουσιαστικά καταλυθεί και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί τελούν υπό τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, αδυνατώντας να αποφασίσουν βάσει νόμου.
Ο Αμόρ επέκρινε επίσης την κυβέρνηση για την αδυναμία της να λογοδοτήσει τους εισαγγελείς και δικαστές που ενεργούν σύμφωνα με πολιτικές εντολές, φέρνοντας ως παράδειγμα τον γενικό εισαγγελέα της Κωνσταντινούπολης για τον τρόπο με τον οποίο το δικαστικό σώμα έχει μετατραπεί σε εργαλείο πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Υπογράμμισε ότι υπό αυτές τις συνθήκες είναι αδύνατο να θεωρηθεί η Τουρκία κράτος δικαίου ή να γίνεται λόγος για πραγματική ενταξιακή διαδικασία με την ΕΕ. Πρόσθεσε ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες πλέον δεν αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως υποψήφια χώρα, αλλά απλώς ως «στρατηγικό εταίρο».
Ο Αμόρ σημείωσε ότι η τουρκική κυβέρνηση πρέπει να αποφασίσει αν επιθυμεί να πλησιάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση ή να επικεντρωθεί αποκλειστικά στη συνεργασία σε ζητήματα ασφάλειας. Αναγνώρισε ότι η ΕΕ εξακολουθεί να συνεργάζεται με την Τουρκία σε τομείς όπως το εμπόριο, η ασφάλεια και η μετανάστευση, αλλά υπογράμμισε ότι η ένταξη στην Ένωση προϋποθέτει σεβασμό των δημοκρατικών αξιών.
Πρόσθεσε πως η συνεργασία ΕΕ-Τουρκίας μπορεί να συνεχιστεί σε τομείς όπως ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης, η απελευθέρωση θεωρήσεων, η διαχείριση της μετανάστευσης και η ανοικοδόμηση της Γάζας, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι αυτά εντάσσονται στο πλαίσιο εταιρικών σχέσεων και όχι της ενταξιακής διαδικασίας.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια κοινότητα δημοκρατιών», υπογράμμισε ο Αμόρ. «Οι θεμελιώδεις αρχές της δεν είναι τα drones, τα όπλα ή η στρατιωτική ισχύς, αλλά η ανεξάρτητη δικαιοσύνη, η ελευθερία του Τύπου και ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων».
ΠΗΓΗ: MILITAIRE .gr