του Σταύρου Χατζηγιάννη*

Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να πέτυχε μια μεγάλη και συντριπτική νίκη στις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024, και να παρουσιάζεται πλέον πολύ πιο ισχυρός σε σχέση με τη πρώτη του θητεία αφού πλέον του ανήκουν η προεδρία, η Γερουσία και πιθανόν η βουλή. Το ανώτατο δικαστήριο πλεόν κλίνει περισσότερο προς το μέρος του, το Ρεπουπλικανικό κόμμα είναι πλέον πιο πιστό στο πρόσωπο του Τραμπ αφού πολλοί από τους never-Trumpers έχουν αποχωρήσει ή χάσει τις έδρες τους.

Το ανώτατο δικαστήριο πλεόν κλίνει περισσότερο προς το μέρος του, το Ρεπουπλικανικό κόμμα είναι πλέον πιο πιστό στο πρόσωπο του Τραμπ αφού πολλοί από τους never-Trumpers έχουν αποχωρήσει ή χάσει τις έδρες τους.

Όμως κάπου εδώ τελειώνουν τα καλά νέα για τον 47ο πρόεδρο των ΗΠΑ. Μετά την ευφορία της εκλογικής νίκης, έρχεται η πραγματικότητα των συσσωρευμένων προβλημάτων που ο Τραμπ κληρονομεί από την τετραετία Biden. Κατ’αρχήν, ο καινούργιος πρόεδρος κληρονομεί μια μεγάλη χρηματιστηριακή φούσκα η οποία αψηφά την βαρύτητα εδώ και χρόνια. Εδώ απλά και χαρακτηριστικά θα αναφέρω ότι τα P/E ratios βρίσκονται σε επίπεδα του 1929 ή του 2000, με άλλα λόγια ακριβώς όπως τις δύο προηγούμενες περιπτώσεις που οι Αμερικανικές χρηματαγορές σχημάτισαν κερδοσκοπικές φούσκες η οποίες είχαν τελικά πολύ άσχημα τέλος.

Σε δεύτερη φάση και σε σχέση και πάλι με την Αμερικανική οικονομία, ο Τραμπ κληρονομεί μια σχεδόν θα έλεγα τραγική δημοσιονομική κατάσταση, με το ετήσιο έλλειμα να προσεγγίζει το 2 τρις δολλάρια (πάνω από 6% του ΑΕΠ) και το συνολικό δημόσιο χρέος να φτάνει τα 36 τρις. Οποιαδήποτε προσπάθεια είτε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, είτε από τη Κεντρική Τράπεζα για εξυγίανση αυτών των ανισσορροπιών, θα προκαλέσουν απότομη και οδυνηρή συρρίκνωση της οικονομίας. Γι’αυτό το λόγο, η δική μου πρόβλεψη είναι ότι η διακυβέρνηση Τραμπ θα αποφύγει την λήψη των όποιων μέτρων εξυγείανσης όπως αυξημένα επιτόκια ή μείωση των κρατικών δαπανών. Οι διαδικασίες του διαχρονικού υπερδανεισμού και των σχετικά χαμηλών επιτοκίων θα συνεχιστούν μέχρι τέλους.

Σε δεύτερη φάση και σε σχέση και πάλι με την Αμερικανική οικονομία, ο Τραμπ κληρονομεί μια σχεδόν θα έλεγα τραγική δημοσιονομική κατάσταση, με το ετήσιο έλλειμα να προσεγγίζει το 2 τρις δολλάρια (πάνω από 6% του ΑΕΠ) και το συνολικό δημόσιο χρέος να φτάνει τα 36 τρις.

Ακόμη πιο ευάλωτη είναι η κατάσταση στις εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ. Πρώτα και κύρια, υφίσταται η μεγάλη εκκρεμμότητα του Ουκρανικού πολέμου. Ο Τραμπ επανειλημμένα δηλώνει την πρόθεση του για επίτευξη κάποιας μορφής συμβιβασμού με την Ρωσία στο θέμα της Ουκρανίας, ούτως ώστε οι ΗΠΑ να μπορούν πλέον πιο ελεύθερα να αφιερώσουν πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό κεφάλαιο ενάντια σε Ιράν και Κίνα. Με άλλα λόγια, στόχος του Τραμπ, είναι ο εξευμενισμός της Ρωσίας ούτως ώστε με κάποιο τρόπο να εξασφαλιστεί από τις ΗΠΑ μια σχετική Ρωσική ουδετερότητα ως προς Κίνα και Ιράν. Κάτι τέτοιο είναι πολύ ευκολότερο στα λόγια παρά στη πράξη. Τα σχέδια τα οποία τα δυτικά ΜΜΕ παρουσιάζουν ως προτεινόμενα από τον εκλελεγμένο Αμερικανό πρόεδρο, έχουν κυριολεκτικά μηδέν πιθανότητες να γίνουν αποδεκτά από τους Ρώσους. Οτιδήποτε αφήνει έστω και απομακρυσμένη προοπτική μιας Ουκρανικής ένταξης στο ΝΑΤΟ είναι μη συζητήσιμο για τη Μόσχα. Το ίδιο ισχύει και για οποιαδήποτε εισήγηση παραμονής ενός φιλοδυτικού καθεστώτος στο Κίεβο. Εν ολίγοις, η απόσταση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ πάνω στο Ουκρανικό ζήτημα είναι χαώδες, και ο Τραμπ θα αντιμετωπίσει τεράστιες, πιθανόν ανυπέρβλητες δυσκολίες στην όποια προσπάθεια του για κλείσιμο του ζητήματος και για βελτίωση στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας. Μια επιπρόσθετη δυσκολία για την νέα Αμερικανική διακυβέρνηση, είναι ότι πλέον ο συντονισμός της Μόσχας με Τεχεράνη και Πεκίνο, όντας μετά από δεκαετίες Αμερικανκής εχθρικότητας προς την Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά κυρίως με την σκληρή στάση των Αμερικανών στο θέμα της Ουκρανίας, έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό που θα καταστεί σχεδόν αδύνατη η έστω και μερική αποκατάσταση των σχέσεων Ρωσίας-ΗΠΑ.

Το Ισραήλ εδώ και πάνω από ένα χρόνο βρίσκει εαυτό σε ένα μακροπρόθεσμο πόλεμο χαμηλής σχετικά έντασης προς διάφορα μέτωπα, κυρίως στη Λωρίδα της Γάζας ενάντια στη Χαμάς,

Τα πράγματα δεν είναι και πολύ καλύτερα στη Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ εδώ και πάνω από ένα χρόνο βρίσκει εαυτό σε ένα μακροπρόθεσμο πόλεμο χαμηλής σχετικά έντασης προς διάφορα μέτωπα, κυρίως στη Λωρίδα της Γάζας ενάντια στη Χαμάς, και στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ με το νότιο Λίβανο, με τη Χεζμπολάχ. Ταυτόχρονα, διάφορες φιλο-Ιρανικές παραστρατιωτικές ομάδες σε Υεμένη, Ιράκ και Συρία συστηματικά παρενεχλούν δυτικά εμπορικά και πολεμικά πλοία, αλλά και το Ισραήλ και Αμερικανικά στρατεύματα που βρίσκονται διάσπαρτα στη περιοχή. Αυτή η κατάσταση, διατηρεί το Ισραήλ σε μια μόνιμη κατάσταση επιστράτευσης, έντασης, εγρήγορσης αλλά και αβεβαιότητας. Διάφοροι Αμερικανοί και Ισραηλινοί αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι ο μόνος τρόπος για επίλυση της κατάστασης, είναι μια αποφασιστική αναμέτρηση με το Ιράν, που είναι και ο σπόνσορας αυτής της γενικευμένης αντι-Αμερικανικής και αντι-Ισραηλινής δραστηριότητας στη περιοχή. Φυσικά το πρόβλημα εδώ πρόσκειται στο ότι το Ιράν δεν είναι το Ιράκ του 2003 ή του 1991. Το Ιράν είναι μια πολύ ισχυρή χώρα, με κάποια πολύ προηγμένα οπλικά συστήματα, κυρίως σε βαλλιστικούς πυραύλους και drones, με πολυάριθμους συμμάχους στην περιοχή και τη πιθανή στήριξη της Ρωσίας αλλά και της Κίνας σε περίπτωση μετωπικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Επιπρόσθετα, το Ιράν είναι σε θέση να πλήξει στόχους σε ολόκληρη την περιοχή με πολύ μεγάλη ακρίβεια και ισχύ. Οποιαδήποτε πολιτκή μέγιστης πίεσης πάνω στο Ιράν φέρει μαζί της και πολύ υψηλά ρίσκα.

Σε περίπτσωση που η νέα Αμερικανική διακυβέρνηση υλοποιήσει τις απειλές για υψηλούς δασμούς πάνω στις Κινεζικές εξαγωγές, τότε η μακρά περίοδος της Κινεζικής ουδετερότητας θα φτάσει απότομα στο τέλος της.

Τέλος, είναι οι προθέσεις της διακυβέρνησης Τραμπ σε σχέση με τη Κίνα. Σε περίπτσωση που η νέα Αμερικανική διακυβέρνηση υλοποιήσει τις απειλές για υψηλούς δασμούς πάνω στις Κινεζικές εξαγωγές, τότε η μακρά περίοδος της Κινεζικής ουδετερότητας θα φτάσει απότομα στο τέλος της. Μια οικονομικά και βιομηχανικά τερατώδες Κίνα η οποία πλέον όμως δεν θα επωφελείται από τις εμπορικές της σχέσεις με τις ΗΠΑ, θα είναι μια Κίνα η οποία άμεσα θα αυξήσει την στρατηγική της δραστηριότητα. Η νήσος της Ταιβάν είναι ένας δεδομένος και αδιαπραγμάτευτος στόχος για την ΛΔΚ, αλλά οι πιθανοί μοχλοί Κινεζικής πίεσης προς τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της είναι πολυάριθμοι. Κατ’αρχήν η πολεμική ενεργοποίηση της Βορείου Κορέας, είναι κατά τη προσωπική μου άποψη το προπαρασκευστικό βήμα πριν όποια κίνηση των Κινεζικών ενόπλων δυνάμεων προς την κατεύθυνση της Ταιβάν. Επιπρόσθετα, μια Κίνα η οποία πλέον δεν έχει πρόσβαση στη Αμερικανική αγορά και άρα δεν έχει κάποιο κίνητρο για να σεβαστεί τα Αμερικανικά συμφέροντα, μοιραία θα προσεγγίσει τους άλλους δύο αντιπάλους της παγκόσμιας Αμερικανικής συμμαχίας, το Ιράν και τη Ρωσία, δύο δυνάμεις που ακόμα και μόνες τους αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για τις ΗΠΑ, πόσο μάλλον με την τεράστια και τρομακτική υλικοτεχνική βοήθεια που μόνο η Κίνα είναι σε θέση να παράσχει?

Επιπρόσθετα, μια Κίνα η οποία πλέον δεν έχει πρόσβαση στη Αμερικανική αγορά και άρα δεν έχει κάποιο κίνητρο για να σεβαστεί τα Αμερικανικά συμφέροντα, μοιραία θα προσεγγίσει τους άλλους δύο αντιπάλους της παγκόσμιας Αμερικανικής συμμαχίας, το Ιράν και τη Ρωσία, δύο δυνάμεις που ακόμα και μόνες τους αποτελούν θανάσιμο κίνδυνο για τις ΗΠΑ, πόσο μάλλον με την τεράστια και τρομακτική υλικοτεχνική βοήθεια που μόνο η Κίνα είναι σε θέση να παράσχει?

Βάσει του δεδηλωμένου προγράμματος του Τραμπ, αλλά και των διορισμών που έχει ήδη ανακοινώσει, που είναι είτε γεράκια ενάντια στη Κίνα (Waltz, Ratcliffe, Rubio) είτε γεράκια σε σχέση με το Ιράν (Hegseth, Witkoff, Stefanik) πρέπει να θεωρηθεί σχεδόν βέβαιο ότι η ένταση σε Μέση Ανατολή και Ειρηνικό θα αυξηθεί δραματικά μέσα στο 2025, αλλά χωρίς πολύ πιθανή προοπτική αποκλιμάκωσης στην Ουκρανία. Η γεωπολιτική αστάθεια και ένταση, σε συνδυασμό με τις διάφορες οικονομικές ανισσορροπίες προμηνύουν ένα εκρηκτικό νέο έτος. Ο Τραμπ μπορεί να μην είναι υπεύθυνος ούτε για τις διεθνείς εντάσεις, ούτε για τα οικονομικά προβλήματα που κληρονομεί, αλλά καλείται να τα αντιμετωπίσει όλα μαζι στη δεύτερη του θητεία.

*Πολιτικός Επιστήμονας 

Vouli TV