Από τον κίνδυνο μαζικών απολύσεων έως τις πιθανές αναταράξεις στις αγορές, η Ουάσιγκτον βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με το φάσμα ενός κυβερνητικού shutdown, καθώς Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία για τον νέο προϋπολογισμό, λίγες μόλις ώρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας της 1ης Οκτωβρίου.

Οι έντονες διαφωνίες γύρω από τις επιδοτήσεις στο Obamacare και τις περικοπές στη Medicaid έχουν οδηγήσει σε πλήρες αδιέξοδο, με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς να επιρρίπτουν ευθύνες στους Δημοκρατικούς.

Πολιτικό αδιέξοδο στην Ουάσιγκτον

Μετά τη συνάντηση στον Λευκό Οίκο, οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν άκαρπες. Ο Τραμπ κατηγόρησε τους Δημοκρατικούς ότι «κρατούν όμηρο» τη διαδικασία, ενώ ο Τσακ Σούμερ απάντησε πως «οι διαφορές παραμένουν τεράστιες».

Οι Δημοκρατικοί ζητούν μόνιμη επέκταση των επιδοτήσεων για την ασφάλιση υγείας και ακύρωση των περικοπών που προβλέπει το φορολογικό πακέτο του Τραμπ. Για να εγκριθεί το προσωρινό νομοσχέδιο χρηματοδότησης, οι Ρεπουμπλικανοί χρειάζονται τουλάχιστον οκτώ ψήφους Δημοκρατικών στη Γερουσία – ένα ενδεχόμενο που προς το παρόν μοιάζει εξαιρετικά απίθανο.

Τι συνεπάγεται ένα shutdown

Ένα πιθανό «λουκέτο» της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους σε αναγκαστική άδεια άνευ αποδοχών, ενώ άλλοι θα συνεχίσουν να εργάζονται χωρίς μισθό μέχρι να βρεθεί λύση.

Ωστόσο, αυτή τη φορά η κυβέρνηση Τραμπ, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, εξετάζει και το σενάριο μαζικών, οριστικών απολύσεων.

Οι «απαραίτητες υπηρεσίες» – στρατός, έλεγχος εναέριας κυκλοφορίας, φύλαξη συνόρων, νοσοκομεία – θα συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Οι πληρωμές για Social Security και Medicare δεν θα διακοπούν, αλλά νέες αιτήσεις ή αντικαταστάσεις καρτών θα «παγώσουν». Εθνικά πάρκα και οργανισμοί όπως η EPA ή ο FDA είναι πιθανό να κλείσουν ή να περιορίσουν σημαντικά τις δραστηριότητές τους.

Παράλληλα, το Υπουργείο Εργασίας έχει ήδη προειδοποιήσει ότι τα κρίσιμα στοιχεία για την απασχόληση, που ήταν προγραμματισμένα να ανακοινωθούν την Παρασκευή, δεν θα δημοσιοποιηθούν σε περίπτωση shutdown.

Επιπτώσεις για τις αγορές

Η αβεβαιότητα έχει ήδη επηρεάσει το επενδυτικό κλίμα. Στη Wall Street οι μετοχές περιόρισαν τα κέρδη τους μετά την ανακοίνωση ότι δεν θα δημοσιευθούν οικονομικά στοιχεία εάν υπάρξει «λουκέτο». Αντίθετα, ο χρυσός συνεχίζει ανοδική πορεία, καταρρίπτοντας ρεκόρ, καθώς θεωρείται ασφαλές καταφύγιο.

Για τους επενδυτές, η απουσία επίσημων δεδομένων – ιδιαίτερα για την απασχόληση – δυσχεραίνει την εκτίμηση της πορείας της οικονομίας και των επόμενων κινήσεων της Fed.

Ένα shutdown ενδέχεται επίσης να επιβραδύνει τη διαδικασία αρχικών δημόσιων εγγραφών (IPOs), καθώς η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα αναστείλει τη λειτουργία της.

Ανησυχία προκαλεί και η κατάσταση στα προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας (SNAP), τα οποία διαθέτουν προσωρινή χρηματοδότηση μόνο για 30 ημέρες από την έναρξη ενδεχόμενου «λουκέτου».

Μπορεί να σπάσει η φούσκα;

Το τελευταίο shutdown καταγράφηκε το 2018-2019 και διήρκεσε πέντε εβδομάδες – το μεγαλύτερο στην ιστορία των ΗΠΑ. Παρά τις πολιτικές αναταράξεις, οι αγορές τότε επέδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή: σε τέσσερα από τα πιο πρόσφατα shutdowns διάρκειας άνω των πέντε ημερών, ο δείκτης S&P 500 έκλεισε με θετικό πρόσημο.

Ωστόσο, οι σημερινές συνθήκες είναι πιο εύθραυστες: επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, πληθωρισμός, προσδοκίες νέων μειώσεων επιτοκίων από τη Fed και γεωπολιτική αστάθεια συνθέτουν ένα ιδιαίτερα ευάλωτο περιβάλλον. Με τις αποτιμήσεις των μετοχών σε ιστορικά υψηλά και τις ανησυχίες για «φούσκα» να πολλαπλασιάζονται, ένα σοκ – όπως η διακοπή λειτουργίας βασικών κρατικών υπηρεσιών – θα μπορούσε να αποτελέσει τον «σπινθήρα» που θα πυροδοτήσει κύμα ρευστοποιήσεων.

Πώς μπορεί να αρθεί το αδιέξοδο

Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι το πιθανότερο σενάριο είναι ένα shutdown διάρκειας μίας έως δύο εβδομάδων, έως ότου επιτευχθεί συμβιβασμός για τις επιδοτήσεις στο Obamacare.

Στο μεσοδιάστημα, οι αγορές θα παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, καθώς κάθε ημέρα χωρίς συμφωνία αυξάνει το οικονομικό κόστος και το πολιτικό βάρος για τον Λευκό Οίκο.

ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ .gr