Connect with us

Άρθρα Χάρη Θεραπή

Η ψευδαίσθηση Ερχιουρμάν: προοδευτικός λόγος ή καμουφλαρισμένος εθνικισμός;

Avatar photo

Published

on

του Χάρη Θεραπή

Η πρόσφατη πολιτική τοποθέτηση του Τουφάν Ερχιουρμάν ανέδειξε, ίσως πιο καθαρά από ποτέ, τα όρια των ψευδαισθήσεων που για δεκαετίες συνόδευαν το Κυπριακό. Οι ψευδαισθήσεις αυτές δεν αφορούσαν μόνο την τουρκοκυπριακή πλευρά και την εξάρτησή της από την Άγκυρα· αφορούσαν και την ελληνοκυπριακή κοινωνία, η οποία, σε μια σημαντική μερίδα της, πίστεψε ότι ο Ερχιουρμάν εκπροσωπεί κάτι ριζικά διαφορετικό από τον Ερσίν Τατάρ. Η πραγματικότητα όμως, όπως αποτυπώθηκε στα λόγια και τη στάση του, δείχνει ότι οι διαφορές είναι ύφους, όχι ουσίας.

Από τη ρητορική του εκσυγχρονισμού στην επιβεβαίωση της εξάρτησης

Ο Ερχιουρμάν προβάλλεται ως μετριοπαθής πολιτικός, υπέρμαχος του διαλόγου και της ευρωπαϊκής προοπτικής. Ωστόσο, η στάση του στις κρίσιμες παραμέτρους του Κυπριακού δεν διαφέρει ουσιαστικά από τη γραμμή που χαράσσει η Άγκυρα. Με έμφαση στην «πολιτική ισότητα» και με ρητή αναφορά στη διατήρηση του εγγυητικού ρόλου της Τουρκίας, ο Ερχιουρμάν επαναβεβαιώνει ότι καμία διαδικασία δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς πλήρη συνεννόηση με την Άγκυρα. Έτσι, η παλαιότερη ψευδαίσθηση πως μια τουρκοκυπριακή ηγεσία μπορεί να ενεργήσει ανεξάρτητα και να διαμορφώσει δική της στρατηγική γραμμή, αποδεικνύεται αβάσιμη.

Οι ελληνοκυπριακές προσδοκίες και η διάψευσή τους

Στην ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη, η φιγούρα του Ερχιουρμάν είχε καλλιεργήσει ελπίδες. Επειδή προέρχεται από έναν πολιτικό χώρο που ιστορικά μιλούσε τη γλώσσα της επανένωσης και της ομοσπονδίας, θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή, πιο κοντά στο πνεύμα του Κραν Μοντανά. Πολλοί πίστεψαν ότι εκπροσωπεί το «αντίπαλο δέος» στον Τατάρ και ότι η επιστροφή του στο προσκήνιο θα μπορούσε να επαναφέρει στο τραπέζι την ιδέα της δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας.

Όμως, η πρόσφατη ρητορική του δείχνει ότι η διαφορά δεν έγκειται στον στόχο, αλλά στον τρόπο με τον οποίο διατυπώνεται. Ο Ερχιουρμάν μιλά με την ίδια επιμονή για δύο προϋποθέσεις: την αναγνώριση της πολιτικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων και τη διατήρηση του ρόλου της Τουρκίας ως εγγυήτριας δύναμης. Με άλλα λόγια, δεν προτείνει έναν διαφορετικό δρόμο προς τη λύση, αλλά μια πιο κοσμιευμένη εκδοχή της ίδιας αφετηρίας: ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα και η Άγκυρα είναι ενιαίο πολιτικό σώμα, με κοινή στρατηγική βούληση.

Η σύγκλιση πίσω από τη ρητορική

Η διαφορά ανάμεσα στον Ερχιουρμάν και τον Τατάρ είναι περισσότερο αισθητική παρά πολιτική. Ο πρώτος επιλέγει έναν μετρημένο, θεσμικό λόγο, που επιδιώκει να διατηρήσει ανοιχτά τα κανάλια επικοινωνίας με τον διεθνή παράγοντα. Ο δεύτερος εκφράζει την ίδια θέση με περισσότερο εθνικιστική και προκλητική φρασεολογία. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, η ουσία παραμένει αμετάβλητη: αποδοχή της τουρκικής εποπτείας, αναγνώριση της de facto διχοτόμησης και επανανοηματοδότηση της «λύσης» με όρους πολιτικής ισότητας δύο ξεχωριστών οντοτήτων.

Η αποδοχή αυτής της πραγματικότητας οδηγεί και στην αποκάλυψη του πυρήνα της νέας φάσης του Κυπριακού: η ομοσπονδία δεν απορρίπτεται ρητά, αλλά αδειάζει από το περιεχόμενό της, μετατρεπόμενη σε ένα σχήμα δύο σχεδόν ανεξάρτητων κρατικών μορφωμάτων με χαλαρή συνεννόηση.

Το τέλος των ψευδαισθήσεων και για τις δύο κοινότητες

Από τη μια πλευρά, η τουρκοκυπριακή κοινωνία συνειδητοποιεί ότι η εξάρτηση από την Τουρκία δεν είναι προσωρινό φαινόμενο αλλά διαρκής δομή εξουσίας. Από την άλλη, η ελληνοκυπριακή κοινωνία αναγκάζεται να αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει πλέον “μετριοπαθής συνομιλητής” στα Κατεχόμενα που να μπορεί να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην Άγκυρα. Ο Ερχιουρμάν, παρά τη διαφορετική πολιτική του αισθητική, κινείται εντός των ίδιων πλαισίων.

Το τέλος των ψευδαισθήσεων δεν αφορά, λοιπόν, μόνο τη μια πλευρά. Είναι μια αμφίπλευρη αφύπνιση: για τους Τουρκοκύπριους, ότι η αυτονομία τους είναι περιορισμένη· για τους Ελληνοκύπριους, ότι η αναζήτηση ενός «διαφορετικού» Τουρκοκύπριου ηγέτη που θα μπορούσε να οδηγήσει στη λύση ήταν, εξ αρχής, μια προβολή επιθυμίας πάνω στην πολιτική πραγματικότητα.

Ένα νέο, ψυχρότερο τοπίο

Η σημερινή κατάσταση στο Κυπριακό δεν προσφέρει χώρο για ρομαντικές αυταπάτες. Η Άγκυρα έχει εδραιώσει πλήρως τον ρόλο της ως καθοριστικού παράγοντα στα Κατεχόμενα. Η τουρκοκυπριακή ηγεσία, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, δεν μπορεί να κινηθεί έξω από τα όρια αυτής της σχέσης. Και η ελληνοκυπριακή πλευρά, όσο κι αν επιθυμεί την επανένωση, οφείλει να αναμετρηθεί με το γεγονός ότι ο διάλογος δεν γίνεται πια ανάμεσα σε δύο κοινότητες, αλλά ανάμεσα σε δύο διαφορετικά κέντρα εξουσίας.

Επίλογος – Η αφύπνιση του ρεαλισμού

Το τέλος των ψευδαισθήσεων, επομένως, δεν είναι ήττα· είναι απαραίτητη προϋπόθεση ρεαλισμού και αυτογνωσίας. Μόνον όταν όλοι οι Κύπριοι αντιληφθούν ότι το μέλλον του νησιού δεν μπορεί να οικοδομηθεί πάνω στην κατοχή, θα μπορέσει να υπάρξει πραγματική προοπτική ειρήνης.
Η βασική προϋπόθεση για ένα βιώσιμο κοινό μέλλον είναι η απελευθέρωση της Κύπρου από τον τουρκικό στρατό κατοχής και η διαφύλαξη, πάση θυσία, της Κυπριακής Δημοκρατίας – του μοναδικού διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους στο νησί.

Η Δημοκρατία αυτή, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες της, παραμένει ο μόνος θεσμικός φορέας που εξασφαλίζει ισονομία, δικαιοσύνη και ευρωπαϊκά δικαιώματα σε όλους τους πολίτες της, ανεξαρτήτως καταγωγής. Ανάμεσά τους και στους πολίτες τουρκοκυπριακής καταγωγής, όπως ο ίδιος ο Τουφάν Ερχιουρμάν, οι οποίοι απολαμβάνουν πλήρως τα προνόμια και την ασφάλεια που εγγυάται η ευρωπαϊκή έννομη τάξη.

Η επιστροφή στον ρεαλισμό δεν σημαίνει παραίτηση από το όραμα· σημαίνει αναγνώριση της πραγματικότητας ως αφετηρία για δράση. Και η πραγματικότητα είναι μία: μόνον ένα ελεύθερο, ενιαίο και δημοκρατικό κράτος μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον όλων των Κυπρίων.

Think Tank

Η συμφωνία που γεννά τον επόμενο πόλεμο

Avatar photo

Published

on

του Χάρη Θεραπή

Υπάρχουν συμφωνίες που υπογράφονται ως ιστορικές, μα καταλήγουν να γράφονται στην ιστορία ως προοίμια μιας νέας τραγωδίας. Η τελευταία συμφωνία για την Παλαιστίνη μοιάζει ακριβώς με αυτό: μια πολυαναμενόμενη ανάσα ανακούφισης που μετατρέπεται, ήδη από την πρώτη της μέρα, σε προμήνυμα της επόμενης καταιγίδας.

Η ανθρωπιστική διάσταση δεν αμφισβητείται· κάθε τέλος αίματος, κάθε απελευθέρωση αιχμαλώτων, κάθε σταμάτημα των βομβαρδισμών είναι μια μικρή νίκη της ζωής απέναντι στη φρίκη. Όμως πέρα από το ανθρώπινο, αρχίζει το πολιτικό — κι εκεί ξεκινά η καταστροφή. Γιατί η ειρήνη αυτή δεν γεννήθηκε από τη δικαιοσύνη, αλλά από την εξάντληση· δεν στηρίζεται σε μια κοινή επιθυμία συνύπαρξης, αλλά σε έναν προσωρινό συμβιβασμό επιτήρησης και επιβίωσης.

Η Γάζα, πληγωμένη και κατεστραμμένη, μοιάζει περισσότερο με σκιά παρά με τόπο. Οι δρόμοι της είναι ερείπια, οι υποδομές της κατεστραμμένες, ο λαός της εξαντλημένος και εξαρτημένος από τη φιλανθρωπία του έξω κόσμου. Μια συμφωνία υπόσχεται την ανοικοδόμηση, μα χωρίς πολιτική αλλαγή — κι αυτό ισοδυναμεί με το να ζητάς από έναν άνθρωπο να ξανασταθεί όρθιος χωρίς να του επιστρέφεις τα πόδια του.

Το Ισραήλ οχυρώνεται μέσα στη Λωρίδα, διατηρεί ζώνες ασφαλείας και ελέγχει κάθε πέρασμα. Οι Παλαιστίνιοι ζουν σε μια «ανοιχτή φυλακή», υπό την αδιάκοπη παρουσία drones και ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που υπενθυμίζουν κάθε μέρα το καθεστώς της εξάρτησης. Ο πόλεμος μπορεί να σταμάτησε, αλλά η επιτήρηση δεν σταματά ποτέ. Και η επιτήρηση, με τον καιρό, γεννά την εξέγερση.

Όμως το πιο βαθύ τραύμα δεν είναι το υλικό — είναι το πολιτικό. Η Παλαιστίνη μένει χωρίς ενωτική φωνή, χωρίς ηγεσία που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ελπίδα. Οι δυο πλευρές του μελλοντικού της κράτους, η Γάζα και η Δυτική Όχθη, μένουν διαχωρισμένες όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και ψυχολογικά. Οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να ενώσουν, φυλακίζονται ή απαξιώνονται. Και χωρίς ηγεσία, δεν υπάρχει υπόσχεση κράτους· υπάρχει μόνο διοίκηση υπό επιτήρηση.

Η ειρήνη που παρουσιάζεται ως «ιστορική» δεν λύνει τίποτα. Ανακυκλώνει τα ίδια λάθη, απλώς πάνω σε ένα πιο κατεστραμμένο τοπίο. Αντί να οικοδομεί μέλλον, διατηρεί το παρελθόν με νέα μέσα. Αντί για συμφιλίωση, προσφέρει σιωπή. Και η σιωπή, σε τόπους σαν την Παλαιστίνη, είναι απλώς η ανάπαυλα πριν από τον επόμενο πόλεμο.

Αυτό που ονομάζεται σήμερα «συμφωνία ειρήνης» είναι στην πραγματικότητα μια διαχείριση της δυστυχίας: μια αποστρατιωτικοποιημένη κατοχή με ανθρωπιστικό προσωπείο. Μια απόφαση που υπόσχεται «τέλος» αλλά δεν προσφέρει καμία αρχή. Κι έτσι, το μόνο βέβαιο είναι ότι ο επόμενος κύκλος θα ξεκινήσει πάνω στα ίδια θεμέλια από στάχτη.

Ο πόλεμος που φαίνεται να τελειώνει περιέχει ήδη τους σπόρους του επόμενου. Όπως έγραψε κάποτε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, «ο πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ». Στην Παλαιστίνη, αυτό δεν είναι ποίηση. Είναι η πραγματικότητα που επαναλαμβάνεται.

Continue Reading

Άρθρα Χάρη Θεραπή

Η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: ένα φιάσκο που όλοι έβλεπαν να έρχεται

Avatar photo

Published

on

του Χάρη Θεραπή*

Η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υποτίθεται ότι θα έφερνε αλλαγή, εκσυγχρονισμό, αποτελεσματικότητα.
Αντί γι’ αυτό, εξελίσσεται σε φιάσκο τεραστίων διαστάσεων.

Από την αρχή ήταν φανερό πως οι πιέσεις τοπικών παραγόντων και οι μικροκομματικοί υπολογισμοί θα καθόριζαν το αποτέλεσμα. Αντί για μια ουσιαστική αναδιάρθρωση, ψηφίστηκε μια μεταρρύθμιση χωρίς συνοχή, χωρίς καθαρό στόχο, χωρίς προοπτική.

Το πιο εξωφρενικό παράδειγμα;
Η ύπαρξη 93 αντιδημάρχων — εκλεγμένων από τον λαό — χωρίς καθορισμένα καθήκοντα.
Ναι, καλά διαβάζετε. 93 αξιωματούχοι που εξαρτώνται αποκλειστικά από τον δήμαρχο για το αν θα τους ανατεθούν αρμοδιότητες ή αν θα περιοριστούν σε διακοσμητικό ρόλο.

Πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία.
Σε καμία άλλη χώρα δεν εκλέγονται αξιωματούχοι της τοπικής αυτοδιοίκησης χωρίς θεσμικά κατοχυρωμένο ρόλο.

Η μεταρρύθμιση που υποτίθεται ότι θα έφερνε διαφάνεια και λογοδοσία, τελικά δημιούργησε περισσότερη σύγχυση και εξάρτηση.
Μια χαμένη ευκαιρία για πραγματική αλλαγή.

Και το χειρότερο;
Όλοι το ήξεραν.
Από την αρχή.

Η Κύπρος δεν έχει ανάγκη από «θέσεις» και «τίτλους». Έχει ανάγκη από ουσιαστική διοίκηση, καθαρή κατανομή ευθυνών και πολιτική βούληση.
Όσο αυτά λείπουν, κάθε μεταρρύθμιση θα παραμένει απλώς ένα ακόμη πολιτικό αφήγημα — που καταρρέει πριν καν αρχίσει.

*Διευθυντής του Vouli TV

Continue Reading

Think Tank

Η Ελλάδα, η Τουρκία και το χαμένο ρεύμα της ισχύος

Avatar photo

Published

on

Πώς η ελληνική υποχωρητικότητα οδηγεί σε στασιμότητα το έργο Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας και αφήνει την Κυπριακή Δημοκρατία εκτεθειμένη

Του Χάρη Θεραπή*

Η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας (Great Sea Interconnector) υποτίθεται πως θα αποτελούσε έργο-ορόσημο: η πρώτη ενεργειακή «γέφυρα» που θα συνέδεε την Ανατολική Μεσόγειο με το ευρωπαϊκό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, απελευθερώνοντας την Κύπρο από τη μακροχρόνια ενεργειακή της απομόνωση.
Όμως, πίσω από τις τεχνικές καθυστερήσεις και τις οικονομικές εκκρεμότητες, κρύβεται ένας πολύ πιο ουσιαστικός παράγοντας: η γεωπολιτική αδράνεια της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Μια αδράνεια που δεν απειλεί απλώς το έργο, αλλά και τη στρατηγική θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ευρύτερη περιοχή.

Η ελληνική υποχωρητικότητα ως καθοριστικός παράγοντας στασιμότητας

Αν υπάρχει ένας λόγος που το έργο «βουλιάζει» στη γραφειοκρατία και την αναποφασιστικότητα, αυτός είναι η συστηματική υποχωρητικότητα της Ελλάδας απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και η απροθυμία της να προβάλει τη στρατιωτική της ισχύ ως παράγοντα αποτροπής στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Αθήνα, επιλέγοντας τη «στρατηγική της ήπιας διαχείρισης», έχει εκχωρήσει στην Τουρκία το πλεονέκτημα του φόβου. Η Άγκυρα γνωρίζει πως κάθε απειλή αποστολής ερευνητικού σκάφους, κάθε παράνομη NAVTEX ή υπερπτήση σε περιοχή που τέμνει τη διαδρομή του καλωδίου, παγώνει πολιτικά την ελληνική πλευρά.

Αντί για αποφασιστική αντίδραση, η Ελλάδα προτιμά δηλώσεις «ψυχραιμίας» και αναμονής, στέλνοντας το μήνυμα πως δεν προτίθεται να αναμετρηθεί επί του πεδίου για την υλοποίηση ενός έργου που θα ενοχλήσει την Τουρκία. Έτσι, η αποτροπή εγκαταλείπεται στο όνομα της «κατευναστικής διπλωματίας των ήρεμων νερών».

Η ενεργειακή διπλωματία χωρίς ασφάλεια είναι κενό γράμμα

Κανένα μεγάλο ενεργειακό έργο δεν προχωρά χωρίς στρατηγική κάλυψη και εγγυήσεις ασφάλειας. Στην περίπτωση της ηλεκτρικής διασύνδεσης, η Κύπρος — χωρίς δική της αμυντική ομπρέλα και εκτός ΝΑΤΟ — εξαρτάται από την ελληνική στρατηγική βούληση.

Η Τουρκία, αντιθέτως, προβάλλει διαρκώς τη στρατιωτική της παρουσία ως εργαλείο γεωπολιτικής διπλωματίας. Ελέγχει θαλάσσιες ζώνες, απειλεί εταιρείες, επιβάλλει de facto συνθήκες «γκρίζας κυριαρχίας». Δεν χρειάζεται να μπλοκάρει το έργο με πυρά — αρκεί να δείχνει πως θα μπορούσε. Δεν είναι αυτό που δήλωσε μόλις πρόσφατα και ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας Χακάν Φιντάν;

Απέναντι σε αυτή την πολιτική ισχύος, η Ελλάδα αντιπαραθέτει ρητορική αυτοσυγκράτησης. Μια στάση που μπορεί να ακούγεται ώριμη στις Βρυξέλλες, αλλά στην Ανατολική Μεσόγειο εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Το αποτέλεσμα: απώλεια εμπιστοσύνης από επενδυτές, θεσμούς και — κυρίως — από το ίδιο το Ισραήλ, το οποίο αμφιβάλλει πλέον για τη βούληση της Αθήνας να υπερασπιστεί στην πράξη ένα στρατηγικό έργο σε περίπτωση κρίσης.

Το στρατηγικό κενό της Αθήνας και τα αδιέξοδα της Λευκωσίας

Η ελληνική υποχωρητικότητα δημιουργεί στρατηγικό κενό ισχύος σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία το εκμεταλλεύεται, καθορίζοντας de facto το πλαίσιο των θαλασσίων ζωνών.

Για την Κυπριακή Δημοκρατία, οι συνέπειες είναι άμεσες και βαριές:

  • Χάνει την πολιτικο-στρατιωτική κάλυψη που θα μπορούσε να προσφέρει η Αθήνα, μένοντας ουσιαστικά μόνη απέναντι στην τουρκική πίεση.

  • Εγκλωβίζεται ενεργειακά, καθώς δεν μπορεί να προχωρήσει μόνη της ούτε να επιταχύνει το έργο χωρίς την ενεργό ελληνική συμμετοχή.

  • Αποδυναμώνεται διπλωματικά, αφού η Ε.Ε. δεν επενδύει πολιτικό κεφάλαιο σε ένα σχέδιο χωρίς σαφείς εγγυήσεις ισχύος και ασφάλειας.

Η Λευκωσία βρίσκεται έτσι σε ένα γεωπολιτικό αδιέξοδο: εξαρτάται από την Ελλάδα για την προστασία του έργου, αλλά η Αθήνα δεν δείχνει διατεθειμένη να αναλάβει το ρίσκο της σύγκρουσης. Το αποτέλεσμα είναι παράταση της στασιμότητας και σταδιακή αποδόμηση της αξιοπιστίας της ίδιας της τριμερούς συνεργασίας.

Από τη διπλωματική ορθοφροσύνη στον γεωπολιτικό ρεαλισμό

Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει εγκλωβιστεί σε ένα μοντέλο διπλωματικής αυτολογοκρισίας. Επιδιώκει να αποφεύγει κάθε ένταση, επενδύοντας στην εικόνα του «λογικού εταίρου» της Δύσης. Όμως, στην Ανατολική Μεσόγειο, η ισχύς είναι το μόνο νόμισμα με αξία.

Η Άγκυρα το γνωρίζει, και γι’ αυτό κινείται επιθετικά, μετατρέποντας τη στρατιωτική της παρουσία σε πολιτικό εργαλείο. Αντίθετα, η Ελλάδα παραμένει θεατής στο ίδιο της το πεδίο, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του «αδύναμου κρίκου» της τριμερούς.

Η Κύπρος πληρώνει ήδη το τίμημα αυτής της αδράνειας: παραμένει ενεργειακά απομονωμένη, στρατηγικά εκτεθειμένη και πολιτικά εξαρτημένη. Αν η Αθήνα δεν επιλέξει να ασκήσει ισχύ, η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να ζει κάτω από τη σκιά μιας Τουρκίας που δεν χρειάζεται καν να δράσει — της αρκεί να απειλεί.

Το τίμημα της αδράνειας

Η αποτυχία υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης δεν θα είναι τεχνικό ή οικονομικό ναυάγιο, αλλά στρατηγική ήττα. Μια ήττα που θα επιβεβαιώσει πως, πενήντα χρόνια μετά την εισβολή του 1974, η Κύπρος εξακολουθεί να εξαρτάται από τις αποφάσεις άλλων για την ίδια της την ασφάλεια και την ενεργειακή της ανεξαρτησία.

Αν η Ελλάδα δεν αναλάβει ενεργά τον ρόλο της ως δύναμη αποτροπής, η Ανατολική Μεσόγειος θα παραμείνει πεδίο τουρκικής κυριαρχίας και η Κύπρος όμηρος της ελληνικής αδράνειας. Και τότε, το χαμένο ρεύμα δεν θα είναι μόνο ηλεκτρικό — θα είναι το ρεύμα της ισχύος, που χάθηκε μέσα στον φόβο, την αναποφασιστικότητα και τη γεωπολιτική βολή.

*Ο Χάρης Θεραπής είναι ο Διευθυντής του Vouli.tv

Continue Reading
Advertisement

Viral

(c) 2017-25 | Vouli.TV. All Rights Reserved. Developed by UnitrustMedia