Σφοδρή κριτική ασκεί το Κίνημα Άλμα στη Νομική Υπηρεσία, με αφορμή την πρόσφατη καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) στην υπόθεση N.T. v. Cyprus (28150/22). Η υπόθεση αφορά την απόφαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη, να αναστείλει την ποινική δίωξη πολιτικού προσώπου που είχε καταγγελθεί από 28χρονη γυναίκα για βιασμό.
Σύμφωνα με το Άλμα, η εν λόγω καταδίκη αναδεικνύει θεσμικά ελλείμματα στον τρόπο λειτουργίας της Νομικής Υπηρεσίας, καθώς και σοβαρές ατομικές ευθύνες. Τονίζεται ότι η δυνατότητα των επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας να παρεμβαίνουν με τρόπο που ακυρώνει την ποινική διερεύνηση, χωρίς αιτιολόγηση, διαφάνεια ή δυνατότητα αναθεώρησης, συνιστά σοβαρό πλήγμα στο κράτος δικαίου. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επισημαίνει επιπλέον ότι η καταγγέλλουσα στερήθηκε βασικές πληροφορίες και προσβλήθηκε το δικαίωμά της στη δικαιοσύνη.
Το Κίνημα αναφέρεται και σε άλλες υποθέσεις, όπως εκείνες των Θανάση Νικολάου και Κατσουνωτού, στις οποίες – όπως υποστηρίζει – υπήρξε αντίστοιχη αδιαφάνεια και αυθαίρετη άσκηση εξουσίας από τη Νομική Υπηρεσία, με πλήρη απαξίωση ακόμα και ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών. Αυτό, σύμφωνα με την ανακοίνωση, καταδεικνύει μια κουλτούρα αλαζονείας και απουσίας λογοδοσίας στον θεσμό.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη στάση του Βοηθού Εισαγγελέα κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της καταγγέλλουσας. Όπως σημειώνει το Άλμα, το Δικαστήριο εντόπισε δευτερογενή θυματοποίηση και χρήση ηθικολογικών και σεξιστικών στερεοτύπων εκ μέρους του κ. Αγγελίδη, γεγονός που παραβιάζει τα δικαιώματα του θύματος και συνιστά διάκριση λόγω φύλου.
Το Άλμα επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη καταγγελία αφορούσε άτομο που συμμετείχε σε ψηφοδέλτιο του Δημοκρατικού Συναγερμού, κόμματος με το οποίο είχε συνδεθεί και ο ίδιος ο κ. Αγγελίδης, ως πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης. Αυτό, όπως αναφέρει το Κίνημα, ενισχύει την εικόνα πολιτικής εύνοιας και εξυπηρέτησης συμφερόντων.
Η ανακοίνωση παραπέμπει και σε άλλες υποθέσεις, όπως την αναστολή δίωξης πρώην πελάτη του κ. Αγγελίδη που μετέπειτα καταδικάστηκε για απόπειρα φόνου, ή την προσωπική παρέμβαση του ίδιου στην υπόθεση του κατασκοπευτικού βαν, στην οποία, σύμφωνα με όσα τέθηκαν ενώπιον της Βουλής, υπήρχε ενδεχόμενο σύγκρουσης συμφέροντος λόγω οικογενειακών επιχειρηματικών συνδέσεων.
Το Κίνημα υπενθυμίζει επίσης τη συμμετοχή των δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας στο Υπουργικό Συμβούλιο που ενέκρινε τα λεγόμενα «χρυσά διαβατήρια» – διαδικασία την οποία χαρακτήρισε παράνομη η Επιτροπή Νικολάτου – και την ταυτόχρονη ανάμειξή τους στην εκ των υστέρων διερεύνηση αυτών των υποθέσεων, πολλές από τις οποίες σχετίζονται με πρόσωπα σε θέσεις ισχύος ή σε κρατικές συμβάσεις, όπως η διαχείριση του καζίνο.
Επιπρόσθετα, γίνεται αναφορά στη στενή κοινωνική συναναστροφή του Γενικού Εισαγγελέα με τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ενώ – όπως αναφέρεται – εκκρεμούν εναντίον του σοβαρές καταγγελίες, οι οποίες διερευνώνται από την Αρχή κατά της Διαφθοράς, με τα πορίσματα να πρόκειται να αποσταλούν στην ίδια τη Νομική Υπηρεσία για ενδεχόμενη δίωξη.
Το Άλμα καταλήγει με ευθεία αναφορά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, καλώντας τον να τοποθετηθεί δημόσια και να αναλάβει τις ευθύνες του. Εάν, όπως σημειώνεται, δεν θεωρεί ότι οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας είναι «ανάρμοστοι», οφείλει να εξηγήσει την ανοχή του απέναντι σε ένα σύστημα που – όπως υποστηρίζεται – απαξιώνεται καθημερινά και δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία και το κύρος του. «Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης δεν μπορεί να κρύβεται άλλο», καταλήγει η ανακοίνωση.
Be the first to write a comment.