Η απομάκρυνση της δικαστού Ντόρας Βαρωσιώτου από το Δικαστικό Σώμα δεν αποτελεί απλώς μια εσωτερική θεσμική υπόθεση, αλλά συνιστά ντροπή για την Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς φέρνει στο προσκήνιο κρίσιμα ζητήματα δικαστικής ανεξαρτησίας, διαφάνειας και λογοδοσίας. Η υπόθεση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό, αλλά και διεθνή ανησυχία, καθώς καλύφθηκε και από το Ειδησεογραφικό Δίκτυο IBNA, το οποίο ανέδειξε τη σοβαρότητα της απόφασης και τα ερωτήματα που εγείρονται περί παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη. Όταν μια δικαστής, που συνδέθηκε με την ιστορική υπόθεση της θανατικής ανάκρισης του Θανάση Νικολάου, αποπέμπεται χωρίς δημόσια αιτιολόγηση, αυτό πλήττει τον ίδιο τον πυρήνα του κράτους δικαίου. Η έκταση που έλαβε το θέμα εκτός συνόρων καταδεικνύει πως πλέον δεν πρόκειται για μια απλή υπηρεσιακή κρίση, αλλά για ένα ζήτημα θεσμικής αξιοπιστίας και δημοκρατικής ωριμότητας.

Η σχετική ανάρτηση:

Έντονες αντιδράσεις και κύμα συζητήσεων προκαλεί στην Κύπρο η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου να τερματίσει τον διορισμό της δικαστού Ντόρας Βαρωσιώτου, μόλις δύο χρόνια μετά την τοποθέτησή της στην έδρα. Η απόφαση, που ήρθε χωρίς επίσημη ανακοίνωση από το Ανώτατο κατά την ημέρα κοινοποίησής της στην ίδια, προκάλεσε σοκ τόσο στον νομικό κόσμο όσο και στην κοινή γνώμη, καθώς η Βαρωσιώτου συνδέθηκε ευρέως με την υπόθεση της θανατικής ανάκρισης για τον Θανάση Νικολάου – υπόθεση-ορόσημο για την κυπριακή δικαιοσύνη.

Η υπόθεση της Βαρωσιώτου ξεπερνά την προσωπική της διαδρομή. Αναδεικνύει δομικές εντάσεις εντός του δικαστικού συστήματος, τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ δικαστών και ανώτερων διοικητικών οργάνων, και –τελικώς– θέτει θεσμικά ερωτήματα ως προς τη διαχείριση των ανεξάρτητων ανακριτικών διαδικασιών.

Η σύγκρουση με τον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού

Καταλυτικό σημείο για την εξέλιξη της υπόθεσης θεωρείται η σύγκρουση της κ. Βαρωσιώτου με τον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, με αφορμή δύο πορίσματα θανατικών ανακρίσεων – μία για τροχαίο δυστύχημα και άλλη για θάνατο μετά από πτώση από σκαλωσιά. Η νεαρή δικαστής αρνήθηκε να τροποποιήσει τα πορίσματά της, παρά τις υποδείξεις του Προέδρου, τον οποίο κάλεσε να αιτιολογήσει εγγράφως τις αντιρρήσεις του. Αντί να συμμορφωθεί με τις εντολές, προσέφυγε σε θεσμική ερμηνεία, καλώντας τον Γενικό Εισαγγελέα και τους συγγενείς των θανόντων να τοποθετηθούν ως προς τη νομιμότητα της απαίτησης αλλαγής.

Η τελική της τοποθέτηση στην απόφαση της 15ης Μαΐου 2025 ήταν σαφής: «Η εντολή του Προέδρου δεν μπορεί να εκτελεστεί». Το περιεχόμενο αυτής της απόφασης και η ανοιχτή της άρνηση φαίνεται πως λειτούργησαν καταλυτικά στην αξιολόγηση της μονιμοποίησής της.

Η υπόθεση Θανάση Νικολάου και η αρχή της σύγκρουσης

Η Βαρωσιώτου έγινε ευρύτερα γνωστή από τον χειρισμό της θανατικής ανάκρισης για τον θάνατο του εθνοφρουρού Θανάση Νικολάου. Το πόρισμά της, εκδοθέν τον Μάιο του 2024, αναγνώριζε εγκληματική ενέργεια δια στραγγαλισμού, αποδεχόμενο τις γνωματεύσεις ξένων ιατροδικαστών για κακώσεις στο υοειδές οστό. Ήταν η πρώτη φορά που επίσημο έγγραφο της κυπριακής Δικαιοσύνης ανέτρεπε το κυρίαρχο αφήγημα δύο δεκαετιών περί ασαφών αιτίων θανάτου.

Η Βαρωσιώτου είχε απορρίψει την αίτηση του κρατικού ιατροδικαστή Πανίκου Σταυριανού να καταθέσει ως μάρτυρας – απόφαση που κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ως νομικά εσφαλμένη, χωρίς όμως να ακυρωθεί το πόρισμα. Μετά την έκδοσή του, η ίδια μετακινήθηκε αιφνιδίως από το ποινικό στο αστικό τμήμα – μια αλλαγή που πολλοί ερμήνευσαν ως θεσμική αντίδραση.

Διαδρομή με θεσμικές ρωγμές και προσφυγές

Πριν από τον διορισμό της, η Βαρωσιώτου είχε έρθει σε σύγκρουση με το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Αν και είχε επιλεγεί για τη διαδικασία, τελικώς «κόπηκε», γεγονός που την οδήγησε να προσβάλει την απόφαση στο Ανώτατο Δικαστήριο. Παρότι η προσφυγή απορρίφθηκε, η υπόθεση άνοιξε τον δρόμο για τη θεσμοθέτηση διαδικασίας ένστασης κατά αποφάσεων διορισμού δικαστών – μια σημαντική, όσο και σπάνια, τομή.

Διορίστηκε τελικώς ως προσωρινή δικαστής την 1η Ιουλίου 2023. Ωστόσο, δεν μονιμοποιήθηκε ποτέ. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, μία ημέρα πριν τη συμπλήρωση διετίας, έκρινε ότι δεν πληροί τα κριτήρια. Η ίδια πληροφορήθηκε την απόφαση λίγο πριν ξεκινήσει ακροαματική διαδικασία και δήλωσε στο πρακτικό: «Ενόψει του ότι πριν από λίγο έχω πληροφορηθεί ότι οι υπηρεσίες μου στη Δικαστική Υπηρεσία έχουν τερματιστεί, θα ενημερωθείτε από το Πρωτοκολλητείο για τη νέα ημερομηνία ορισμού των υποθέσεων».

Δικαίωμα ένστασης και διεθνούς προσφυγής

Η Ντόρα Βαρωσιώτου έχει πλέον τη δυνατότητα να προσβάλει την απόφαση ενώπιον του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Σε περίπτωση απόρριψης, διατηρεί το δικαίωμα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), όπου, εάν γίνει δεκτή, δύναται να επιδικαστεί αποζημίωση – όχι όμως αποκατάσταση της ιδιότητάς της.

Αντίδραση της κυβέρνησης και αναμονή διευκρινίσεων

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης υπογράμμισε την πλήρη θεσμική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση δεν παρεμβαίνει στις αποφάσεις της Δικαστικής Εξουσίας». Παραδέχθηκε όμως ότι η εξέλιξη προκαλεί «εύλογα ερωτήματα» και «εικασίες», ιδιαίτερα λόγω του γεγονότος ότι η ίδια είχε επιλεγεί να χειριστεί μία από τις πιο σοβαρές και κοινωνικά φορτισμένες υποθέσεις των τελευταίων δεκαετιών.

Ο κ. Λετυμπιώτης υπενθύμισε τη στήριξη της κυβέρνησης στην προσπάθεια διαλεύκανσης της υπόθεσης Νικολάου, υπογραμμίζοντας ότι ήταν «καθήκον απέναντι στην κοινωνία».

Η υπόθεση Βαρωσιώτου αφήνει ανοιχτά ερωτήματα ως προς τη θεσμική ανεξαρτησία των δικαστών και τα όρια διοικητικής εποπτείας εντός του δικαστικού σώματος. Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, ελλείψει δημόσιας αιτιολόγησης, ενισχύει τη δημόσια αίσθηση ότι μια δικαστής αποπέμφθηκε επειδή αμφισβήτησε το κατεστημένο – και όχι λόγω υπηρεσιακής ανεπάρκειας.

Πέρα από την προσωπική της διαδρομή, η περίπτωση Ντόρας Βαρωσιώτου ενδέχεται να αποτελέσει σημείο καμπής στον εσωτερικό διάλογο για τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης στην Κύπρο, την ανάγκη θεσμικής διαφάνειας και την κατοχύρωση της δικαστικής ανεξαρτησίας στην πράξη.

ΠΗΓΗ: IBNA