Η Ελλάδα κάνει ένα σημαντικό βήμα προς την εδραίωσή της ως ενεργειακός κόμβος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με τις αμερικανικές ενεργειακές κολοσσούς ExxonMobil και Chevron να πρωταγωνιστούν στις έρευνες για υδρογονάνθρακες στις ελληνικές θαλάσσιες περιοχές. Μετά την έναρξη της γεώτρησης στο οικόπεδο 5 της Κυπριακής ΑΟΖ από την ExxonMobil και την Qatar Energy, η αμερικανική εταιρεία προχωρά δυναμικά και στις ελληνικές έρευνες, έχοντας ήδη περάσει στη δεύτερη φάση στο οικόπεδο νοτιοδυτικά της Κρήτης.

Η Chevron, η δεύτερη μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία στον τομέα του πετρελαίου και φυσικού αερίου, ακολούθησε το παράδειγμα της ExxonMobil, εκδηλώνοντας ενδιαφέρον για έρευνες σε θαλάσσιες περιοχές νοτιοδυτικά της Κρήτης και νότια της Πελοποννήσου, σε συνεργασία με την Helleniq Energy. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έκανε δεκτό το ενδιαφέρον της Chevron για τις περιοχές «Νότια Κρήτη Ι» και «Νότια Κρήτη ΙΙ», και αναμένεται η προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε πρόσφατη δήλωσή του, τόνισε τη στρατηγική σημασία αυτών των εξελίξεων, επισημαίνοντας ότι η συμμετοχή των αμερικανικών εταιρειών αποτελεί έμπρακτη αναγνώριση της ελληνικής ΑΟΖ στην περιοχή. Παράλληλα, ανέφερε ότι ακόμα και η Λιβύη, η οποία πρόσφατα δημοπράτησε θαλάσσια οικόπεδα, ακολούθησε τη μέση γραμμή, σεβόμενη τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.

Με την προσθήκη τεσσάρων νέων περιοχών προς παραχώρηση για έρευνα και εκμετάλλευση, η Ελλάδα εισέρχεται δυναμικά στις διεθνείς αγορές ενέργειας. Οι νέες περιοχές («Μπλοκ Α2», «Νότια της Πελοποννήσου», «Νότια της Κρήτης 1» και «Νότια της Κρήτης 2»), συνολικής έκτασης 47.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, διπλασιάζουν τις ενεργές θαλάσσιες περιοχές προς έρευνα, αυξάνοντας τις πιθανότητες εντοπισμού αξιοποιήσιμων κοιτασμάτων.

Οι αρχικές εκτιμήσεις κάνουν λόγο για αποθέματα αερίου και πετρελαίου αξίας άνω των 250 δισεκατομμυρίων ευρώ, γεγονός που μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία. Η εκμετάλλευση αυτών των κοιτασμάτων, ιδιαίτερα στον τομέα του φυσικού αερίου, θα μπορούσε να ενισχύσει την ενεργειακή αυτονομία της χώρας και να την καταστήσει βασικό πυλώνα ενεργειακής ασφάλειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το ζητούμενο παραμένει η επιβεβαίωση των αποθεμάτων και η επιτυχής άντλησή τους, κάτι που θα καθορίσει τον ρόλο της Ελλάδας στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής.