Think Tank
Συρία – Ένα προδιαγεγραμμένο τέλος
του Σταύρου Χατζηγιάννη*
Ενώ ο Ουκρανικός Πόλεμος μαίνεται με αμείωτη ένταση, πριν από λίγες μέρες είχαμε μια καινούργια ανάφλεξη σε μία άλλη πολύπαθη χώρα, αυτή τη φορά στη πολύ κοντινή μας Συρία. Μετά από μια ξαφνική επίθεση των από την Τουρκία ελεγχόμενων Τζιχαντιστών, φαίνεται πως μεγάλες εκτάσεις και αστικά κέντρα της Βορειο-Δυτικής Συρίας έχουν με μιας χαθεί από τον έλεγχο του Συριακού Αραβικού Στρατού και έχουν πλέον περάσει στα χέρια της HTS, που εδώ και πολλά χρόνια γαλουχεί η Τουρκία.
Πριν περάσουμε σε μια απόπειρα εξήγησης των καταιγιστικών αυτών εξελίξεων, κρίνουμε σκόπιμο να επιχειρήσουμε μια σύντομη ανασκόπηση των γεγονότων του Συριακού πολέμου από το 2011 μέχρι και σήμερα. Εν έτει 2011, η λεγόμενη Αραβική Άνοιξη ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Στην Αίγυπτο, το καθεστώς Μουμπάρακ είχε καταρρεύσει κάτω από το βάρος διαδηλώσεων και δυτικών πιέσεων. Ενώ στην Λιβύη, η μεταφορά και εργαλοιοποίηση Τζιχαντιστικών ομάδων σε συνεργασία με ΝΑΤΟική αεροπορική υποστήριξη, έφεραν σε τέλος το καθεστώς του Συνταγματάρχη Καντάφι μετά από 42 χρόνια εξουσίας. Παρόμοιες δυναμικές όπως επίσης και εξωτερικές πιέσεις έφεραν και το καθεστώς του Μπασάρ Αλ-Ασσαντ σε δύσκολη θέση κατά την ίδια περίοδο. Οι υψηλές τιμές των σιτηρών, σε συνδυασμό με οικονομική πίεση εκ μέρους της Δύσης και τις επιπρόσθετες ενέργειες από Σουννιτικές ΜΚΟ (υποστηριζόμενες κυρίως από Τουρκία) προκάλεσαν φοβερή αστάθεια και διαδηλώσεις εναντίον της Συριακής κυβέρνησης. Στη συνέχεια, και μέσω Τουρκίας εκ Βορρά και Ιορδανίας από το Νότο, οι διάφορες Σουννιτικές οργανώσεις αντιπολίτευσης άρχισαν να γίνονται δέκτες οπλισμού με στόχο την ανατροπή του προέδρου Ασσαντ. Σε αντίθεση όμως με τη περίπτωση της Λιβύης, η κυβέρνηση της Συρίας, έχαιρε υποστήριξης από τη Ρωσία και το Ιράν. Η στήριξη αυτή, επέτρεψε στη Σιιτική διακυβέρνηση του Ασσαντ να επιβιώσει αλλά οι Τζιχαντιστικές δυνάμεις της Συριακής αντιπολίτευσης σταδιακά, κατάφεραν να περιορίσουν το Συριακό Αραβικό Στρατό στο δυτικό τμήμα της χώρας. Παράλληλα, σε διάφορα άλλα στρατηγικά σημεία της Συρίας (Deir-Ezzor, Kuweires Air-Base, Hasakah) οι δυνάμεις του ΣΑΣ ήταν ουσιαστικά περικυκλωμένες από τις διάφορες αυτές Τζιχαντιστικές Σουννιτικές δυνάμεις (συμπεριλαμβανομένης και της ISIS) που υποστηρίζονταν από την Τουρκία, Ιορδανία (στις οποίες είχαν όταν αυτό ήταν απαραίτητο, ένα καταφύγιο αλλά και βάσεις ανεφοδιασμού) αλλά και από την ευρύτερη Δυτική Συμμαχία.
Το 2015, η θέση του ΣΑΣ (Συριακός Αραβικός Στρατός) κατέστη πλέον κρίσιμη, εάν όχι καταστροφική, και ήταν τότε που η Ρωσική ηγεσία βρήκε το σθένος και τις δυνατότητες να επέμβει με άμεσο πλέον τρόπο στη Συριακή σύρραξη με αεροπορικές αλλά και σχετικά μικρές αλλά πολύτιμες χερσαίες δυνάμεις. Η Ρωσική επέμβαση σε αυτή τη τότε πολύ δύσκολη και εχθρική περιοχή, εξέπληξε αλλά και εξόργισε τα διάφορες δυτικές πρωτεύουσες αφού ανέτρεψε τους σχεδιασμούς για ανατροπή της Συριακής κυβέρνησης. Μετά από σειρά αιματηρών και ανελέητων μαχών, ο ΣΑΣ με τη βοήθεια της Ρωσικής Αεροπορίας αλλά και φιλο-Ιρανικών παραστρατιωτικών οργανώσεων, κατάφεραν να ανακαταλάβουν το 65% περίπου της Συριακής επικράτειας. Το μεγαλύτερο τμήμα της Συρίας που παρέμεινε εκτός του ελέγχου της διακυβέρνησης Ασσαντ, ήταν και είναι οι εκτάσεις ανατολικά του Ευφράτη, όπου Αμερικανικές δυνάμεις πλαισιωμένες από Κούρδους αυτονομιστές έχουν σχεδόν τον απόλυτο έλεγχο. Επίσης, στο βόρειο τμήμα της χώρας, η Τουρκία κατάφερε να διαφυλάξει δύο θύλακες όπου βρήκαν καταφύγιο οι Τζιχαντιστές της. Ο πιο σημαντικός εκ των δύο, ήταν στην επαρχία του Ιντλίμπ, όπου και μεταφέρθηκαν οι περισσότεροι από τους ηττημένους Τζιχαντιστές κατόπιν συμφωνιών μεταξύ Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας.
Από το 2017, μέχρι και το 2022, οι τρεις αυτές δυνάμεις, μετά από διαδοχικές συναντήσεις στην πόλη Αστάνα του Καζαχστάν, κατάφεραν διαδοχικά να φέρουν μια κατάπαυση πυρός στη Συρία, αλλά χωρίς να βρεθεί μια οριστική λύση. Εδώ αξίζει να σημειωθεί, ότι από την διαδικασία της Αστάνα, είναι εκκωφαντική η απουσία των ΗΠΑ. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι όποιες και να είναι οι διαφορές μεταξύ Ρωσίας-Ιράν από τη μία πλευρά και της Τουρκίας από την άλλη, και οι τρεις των συμφωνούν στο ότι η Αμερικανική παρουσία και στήριξη των Κούρδων στην Ανατολική Συρία είναι απαράδεκτη.
Ερχόμενοι τώρα στα πρόσφατα καταιγιστικά γεγονότα στη Συρία, αυτό που ξέρουμε μέσα σε όλη την σύγχυση που προκαλεί ο επικοινωνιακός ενθουσιασμός από τις διάφορες πλευρές, είναι ότι οι Τουρκόφιλοι Τζιχαντιστές έχουν επιτύχει τεράστια πρόοδο στη Βορειοδυτική Συρία. Από ότι φαίνεται, το Χαλέπι (ίσως η μεγαλύτερη πόλη της χώρας) έχει περάσει κάτω από τον έλεγχο τους, και καθώς το άρθρο μας συγγράφεται, υπάρχουν σοβαρές πηγές οι οποίες αναφέρουν ότι και η πόλη Χαμά έχει περάσει στο Τουρκο-Τζιχαντιστικό έλεγχο.
Η επικρατούσα εξήγηση στα Δυτικά ΜΜΕ είναι ότι η Τουρκία εκμεταλλευόμενη την αδυναμία της Ρωσίας (λόγω Ουκρανίας) της Χεζμπολάχ (λόγω πολέμου με Ισραήλ) και του Ιράν, εξαπέλυσε μια αιφνιδιαστική επίθεση μέσω των Τζιχαντιστών της και έπιασε στον ύπνο άπαντες. Κατά τη δική μας άποψη, αυτό το αφήγημα είναι γελοίο. Κατά την περίοδο 2011-15, ο ΣΑΣ και σύμμαχοι του, βρίσκονταν σε πολύ χειρότερη θέση από αυτή που έχουν σήμερα. Ο ΣΑΣ σήμερα είναι πολύ καλύτερα εξοπλισμένος σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, και η Ρωσική Αεροπορία είναι σήμερα πολύ πιο προηγμένη και πολύ πιο αποτελεσματική σε σχέση με το 2015. Μόνο στη περίπτωση της Χεζμπολάχ θα μπορούσαμε να δεχτούμε την πιθανότητα της σχετικής αδυναμίας, αφού είναι γεγονός πως το Ισραήλ έχει επιφέρει σοβαρά πλήγματα εις βάρος της.
Για την επιχείρηση εξήγησης των δραματικών αυτών εξελίξεων στη γειτονική Συρία, θα πρέπει να ζητήσουμε την άδεια των αναγνωστών μας, για την “επιστράτευση” ενός βαθμού πιθανολογίας αλλά ακόμα και συνωμοσιολογίας. Ο τρόπος με τον οποίο οι Τζιχαντιστές κατέλαβαν το Χαλέπι και άλλες Συριακές πόλεις τις τελευταίες μέρες, είναι όχι απλά πρωτόγνωρος σε αυτό το πόλεμο, αλλά και εμφατικά ύποπτος. Για σχεδόν μία δεκαετία, οι μάχες ήταν αιματηρές και βραδυκίνητες. Ο εκάστοτε αμυνόμενος, είτε ήταν ο ΣΑΣ, είτε η Τζιχαντιστική αντιπολίτευση, προέβαλε πάντα σθεναρή αντίσταση και ήταν μόνο με φοβερή δυσκολία αλλά και μακρόπνοες και αιματηρές μάχες που τα διάφορα αστικά κέντρα τυχόν άλλαζαν χέρια. Ενώ τώρα το αφήγημα, και από δυτικές αλλά και από Ρωσικές πηγές είναι ότι ο ΣΑΣ απέτυχε παταγωδώς και κατέρρευσε κάτω από την Τζιχαντιστική πίεση, η άποψη μας είναι ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να ευσταθεί αφού ποτέ στα τόσα χρόνια του πολέμου αυτού, δεν είχαμε παρατηρήσει οτιδήποτε παρόμοιο. Σε δεύτερη φάση, θα προσθέταμε ότι είναι πρακτικά αδύνατο οι Ρωσικοί δορυφόροι, τα drones όπως και τα υπόλοιπα μέσα συλλογής πληροφοριών να μην εντόπισαν ότι οι Τζιχαντιστές προετοίμαζαν μεγάλης κλίμακας επίθεση. Η κινητοποίηση που απαιτείται για μεγάλης κλίμακας στρατιωτικών επιχειρήσεων είναι αδύνατο να μην εντοπιστεί με τα σύγχρονα κατασκοπευτικά μέσα.
Για τους πιο πάνω λόγους, η υποχρεωτική εξήγηση για τις πρόσφατες επιτυχίες των Τουρκόφιλων Τζιχαντιστών στη ΒΔ Συρία είναι ότι γίνεται με την έγκριση της Ρωσίας, η οποία φαίνεται να επιθυμεί ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή της Τουρκίας στο Συριακό ζήτημα με απώτερο στόχο την περιθωριοποίηση των ΗΠΑ και των Κούρδων συμμάχων τους. Η θεωρία αυτή ενισχύεται περισσότερο, εάν κάποιος αναλογιστεί ότι η επερχόμενη διακυβέρνηση Τραμπ, έχει σαν ένα από τους στόχους της, την περαιτέρω ενίσχυση του Κουρδικού παράγοντα στη περιοχή, κάτι που σίγουρα ενοχλεί την Τουρκία, το Ιράν, τη Συρία και το Ιράκ, αφού όλα αυτά τα κράτη έχουν Κουρδικές μειονότητες τις οποίες οι Αμερικανοί τείνουν να εργαλοιοποιούν για δικούς τους σκοπούς και ενάντια στα κράτη της περιοχής. Οι ίδιες οι πρόσφατες δηλώσεις της Ρωσικής προεδρίας μάλλον επιβεβαιώνουν τη δικιά μας ανάλυση.
*Ο Σταύρος Χατζηγιάννης είναι πολιτικός επιστήμονας
Think Tank
Η συμφωνία που γεννά τον επόμενο πόλεμο
του Χάρη Θεραπή
Υπάρχουν συμφωνίες που υπογράφονται ως ιστορικές, μα καταλήγουν να γράφονται στην ιστορία ως προοίμια μιας νέας τραγωδίας. Η τελευταία συμφωνία για την Παλαιστίνη μοιάζει ακριβώς με αυτό: μια πολυαναμενόμενη ανάσα ανακούφισης που μετατρέπεται, ήδη από την πρώτη της μέρα, σε προμήνυμα της επόμενης καταιγίδας.
Η ανθρωπιστική διάσταση δεν αμφισβητείται· κάθε τέλος αίματος, κάθε απελευθέρωση αιχμαλώτων, κάθε σταμάτημα των βομβαρδισμών είναι μια μικρή νίκη της ζωής απέναντι στη φρίκη. Όμως πέρα από το ανθρώπινο, αρχίζει το πολιτικό — κι εκεί ξεκινά η καταστροφή. Γιατί η ειρήνη αυτή δεν γεννήθηκε από τη δικαιοσύνη, αλλά από την εξάντληση· δεν στηρίζεται σε μια κοινή επιθυμία συνύπαρξης, αλλά σε έναν προσωρινό συμβιβασμό επιτήρησης και επιβίωσης.
Η Γάζα, πληγωμένη και κατεστραμμένη, μοιάζει περισσότερο με σκιά παρά με τόπο. Οι δρόμοι της είναι ερείπια, οι υποδομές της κατεστραμμένες, ο λαός της εξαντλημένος και εξαρτημένος από τη φιλανθρωπία του έξω κόσμου. Μια συμφωνία υπόσχεται την ανοικοδόμηση, μα χωρίς πολιτική αλλαγή — κι αυτό ισοδυναμεί με το να ζητάς από έναν άνθρωπο να ξανασταθεί όρθιος χωρίς να του επιστρέφεις τα πόδια του.
Το Ισραήλ οχυρώνεται μέσα στη Λωρίδα, διατηρεί ζώνες ασφαλείας και ελέγχει κάθε πέρασμα. Οι Παλαιστίνιοι ζουν σε μια «ανοιχτή φυλακή», υπό την αδιάκοπη παρουσία drones και ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που υπενθυμίζουν κάθε μέρα το καθεστώς της εξάρτησης. Ο πόλεμος μπορεί να σταμάτησε, αλλά η επιτήρηση δεν σταματά ποτέ. Και η επιτήρηση, με τον καιρό, γεννά την εξέγερση.
Όμως το πιο βαθύ τραύμα δεν είναι το υλικό — είναι το πολιτικό. Η Παλαιστίνη μένει χωρίς ενωτική φωνή, χωρίς ηγεσία που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ελπίδα. Οι δυο πλευρές του μελλοντικού της κράτους, η Γάζα και η Δυτική Όχθη, μένουν διαχωρισμένες όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και ψυχολογικά. Οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να ενώσουν, φυλακίζονται ή απαξιώνονται. Και χωρίς ηγεσία, δεν υπάρχει υπόσχεση κράτους· υπάρχει μόνο διοίκηση υπό επιτήρηση.
Η ειρήνη που παρουσιάζεται ως «ιστορική» δεν λύνει τίποτα. Ανακυκλώνει τα ίδια λάθη, απλώς πάνω σε ένα πιο κατεστραμμένο τοπίο. Αντί να οικοδομεί μέλλον, διατηρεί το παρελθόν με νέα μέσα. Αντί για συμφιλίωση, προσφέρει σιωπή. Και η σιωπή, σε τόπους σαν την Παλαιστίνη, είναι απλώς η ανάπαυλα πριν από τον επόμενο πόλεμο.
Αυτό που ονομάζεται σήμερα «συμφωνία ειρήνης» είναι στην πραγματικότητα μια διαχείριση της δυστυχίας: μια αποστρατιωτικοποιημένη κατοχή με ανθρωπιστικό προσωπείο. Μια απόφαση που υπόσχεται «τέλος» αλλά δεν προσφέρει καμία αρχή. Κι έτσι, το μόνο βέβαιο είναι ότι ο επόμενος κύκλος θα ξεκινήσει πάνω στα ίδια θεμέλια από στάχτη.
Ο πόλεμος που φαίνεται να τελειώνει περιέχει ήδη τους σπόρους του επόμενου. Όπως έγραψε κάποτε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, «ο πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ». Στην Παλαιστίνη, αυτό δεν είναι ποίηση. Είναι η πραγματικότητα που επαναλαμβάνεται.
Think Tank
Η Ελλάδα, η Τουρκία και το χαμένο ρεύμα της ισχύος
Πώς η ελληνική υποχωρητικότητα οδηγεί σε στασιμότητα το έργο Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας και αφήνει την Κυπριακή Δημοκρατία εκτεθειμένη
Του Χάρη Θεραπή*
Η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας (Great Sea Interconnector) υποτίθεται πως θα αποτελούσε έργο-ορόσημο: η πρώτη ενεργειακή «γέφυρα» που θα συνέδεε την Ανατολική Μεσόγειο με το ευρωπαϊκό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, απελευθερώνοντας την Κύπρο από τη μακροχρόνια ενεργειακή της απομόνωση.
Όμως, πίσω από τις τεχνικές καθυστερήσεις και τις οικονομικές εκκρεμότητες, κρύβεται ένας πολύ πιο ουσιαστικός παράγοντας: η γεωπολιτική αδράνεια της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Μια αδράνεια που δεν απειλεί απλώς το έργο, αλλά και τη στρατηγική θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η ελληνική υποχωρητικότητα ως καθοριστικός παράγοντας στασιμότητας
Αν υπάρχει ένας λόγος που το έργο «βουλιάζει» στη γραφειοκρατία και την αναποφασιστικότητα, αυτός είναι η συστηματική υποχωρητικότητα της Ελλάδας απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και η απροθυμία της να προβάλει τη στρατιωτική της ισχύ ως παράγοντα αποτροπής στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Αθήνα, επιλέγοντας τη «στρατηγική της ήπιας διαχείρισης», έχει εκχωρήσει στην Τουρκία το πλεονέκτημα του φόβου. Η Άγκυρα γνωρίζει πως κάθε απειλή αποστολής ερευνητικού σκάφους, κάθε παράνομη NAVTEX ή υπερπτήση σε περιοχή που τέμνει τη διαδρομή του καλωδίου, παγώνει πολιτικά την ελληνική πλευρά.
Αντί για αποφασιστική αντίδραση, η Ελλάδα προτιμά δηλώσεις «ψυχραιμίας» και αναμονής, στέλνοντας το μήνυμα πως δεν προτίθεται να αναμετρηθεί επί του πεδίου για την υλοποίηση ενός έργου που θα ενοχλήσει την Τουρκία. Έτσι, η αποτροπή εγκαταλείπεται στο όνομα της «κατευναστικής διπλωματίας των ήρεμων νερών».
Η ενεργειακή διπλωματία χωρίς ασφάλεια είναι κενό γράμμα
Κανένα μεγάλο ενεργειακό έργο δεν προχωρά χωρίς στρατηγική κάλυψη και εγγυήσεις ασφάλειας. Στην περίπτωση της ηλεκτρικής διασύνδεσης, η Κύπρος — χωρίς δική της αμυντική ομπρέλα και εκτός ΝΑΤΟ — εξαρτάται από την ελληνική στρατηγική βούληση.
Η Τουρκία, αντιθέτως, προβάλλει διαρκώς τη στρατιωτική της παρουσία ως εργαλείο γεωπολιτικής διπλωματίας. Ελέγχει θαλάσσιες ζώνες, απειλεί εταιρείες, επιβάλλει de facto συνθήκες «γκρίζας κυριαρχίας». Δεν χρειάζεται να μπλοκάρει το έργο με πυρά — αρκεί να δείχνει πως θα μπορούσε. Δεν είναι αυτό που δήλωσε μόλις πρόσφατα και ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας Χακάν Φιντάν;
Απέναντι σε αυτή την πολιτική ισχύος, η Ελλάδα αντιπαραθέτει ρητορική αυτοσυγκράτησης. Μια στάση που μπορεί να ακούγεται ώριμη στις Βρυξέλλες, αλλά στην Ανατολική Μεσόγειο εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Το αποτέλεσμα: απώλεια εμπιστοσύνης από επενδυτές, θεσμούς και — κυρίως — από το ίδιο το Ισραήλ, το οποίο αμφιβάλλει πλέον για τη βούληση της Αθήνας να υπερασπιστεί στην πράξη ένα στρατηγικό έργο σε περίπτωση κρίσης.
Το στρατηγικό κενό της Αθήνας και τα αδιέξοδα της Λευκωσίας
Η ελληνική υποχωρητικότητα δημιουργεί στρατηγικό κενό ισχύος σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία το εκμεταλλεύεται, καθορίζοντας de facto το πλαίσιο των θαλασσίων ζωνών.
Για την Κυπριακή Δημοκρατία, οι συνέπειες είναι άμεσες και βαριές:
-
Χάνει την πολιτικο-στρατιωτική κάλυψη που θα μπορούσε να προσφέρει η Αθήνα, μένοντας ουσιαστικά μόνη απέναντι στην τουρκική πίεση.
-
Εγκλωβίζεται ενεργειακά, καθώς δεν μπορεί να προχωρήσει μόνη της ούτε να επιταχύνει το έργο χωρίς την ενεργό ελληνική συμμετοχή.
-
Αποδυναμώνεται διπλωματικά, αφού η Ε.Ε. δεν επενδύει πολιτικό κεφάλαιο σε ένα σχέδιο χωρίς σαφείς εγγυήσεις ισχύος και ασφάλειας.
Η Λευκωσία βρίσκεται έτσι σε ένα γεωπολιτικό αδιέξοδο: εξαρτάται από την Ελλάδα για την προστασία του έργου, αλλά η Αθήνα δεν δείχνει διατεθειμένη να αναλάβει το ρίσκο της σύγκρουσης. Το αποτέλεσμα είναι παράταση της στασιμότητας και σταδιακή αποδόμηση της αξιοπιστίας της ίδιας της τριμερούς συνεργασίας.
Από τη διπλωματική ορθοφροσύνη στον γεωπολιτικό ρεαλισμό
Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει εγκλωβιστεί σε ένα μοντέλο διπλωματικής αυτολογοκρισίας. Επιδιώκει να αποφεύγει κάθε ένταση, επενδύοντας στην εικόνα του «λογικού εταίρου» της Δύσης. Όμως, στην Ανατολική Μεσόγειο, η ισχύς είναι το μόνο νόμισμα με αξία.
Η Άγκυρα το γνωρίζει, και γι’ αυτό κινείται επιθετικά, μετατρέποντας τη στρατιωτική της παρουσία σε πολιτικό εργαλείο. Αντίθετα, η Ελλάδα παραμένει θεατής στο ίδιο της το πεδίο, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του «αδύναμου κρίκου» της τριμερούς.
Η Κύπρος πληρώνει ήδη το τίμημα αυτής της αδράνειας: παραμένει ενεργειακά απομονωμένη, στρατηγικά εκτεθειμένη και πολιτικά εξαρτημένη. Αν η Αθήνα δεν επιλέξει να ασκήσει ισχύ, η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να ζει κάτω από τη σκιά μιας Τουρκίας που δεν χρειάζεται καν να δράσει — της αρκεί να απειλεί.
Το τίμημα της αδράνειας
Η αποτυχία υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης δεν θα είναι τεχνικό ή οικονομικό ναυάγιο, αλλά στρατηγική ήττα. Μια ήττα που θα επιβεβαιώσει πως, πενήντα χρόνια μετά την εισβολή του 1974, η Κύπρος εξακολουθεί να εξαρτάται από τις αποφάσεις άλλων για την ίδια της την ασφάλεια και την ενεργειακή της ανεξαρτησία.
Αν η Ελλάδα δεν αναλάβει ενεργά τον ρόλο της ως δύναμη αποτροπής, η Ανατολική Μεσόγειος θα παραμείνει πεδίο τουρκικής κυριαρχίας και η Κύπρος όμηρος της ελληνικής αδράνειας. Και τότε, το χαμένο ρεύμα δεν θα είναι μόνο ηλεκτρικό — θα είναι το ρεύμα της ισχύος, που χάθηκε μέσα στον φόβο, την αναποφασιστικότητα και τη γεωπολιτική βολή.
*Ο Χάρης Θεραπής είναι ο Διευθυντής του Vouli.tv
Think Tank
Η Μεγάλη Παρτίδα του Ερντογάν: Γεωπολιτική Αντεπίθεση σε Κύπρο, Ελλάδα και Ισραήλ
του Χάρη Θεραπή*
Η πρόσφατη ομιλία του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποτέλεσε ένα καλοσχεδιασμένο μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα, όπου αναδείχθηκαν καίρια ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου. Η τοποθέτησή του για την Κύπρο, τις ελληνοτουρκικές διαφορές, το Ισραήλ και τον ενεργειακό πλούτο της περιοχής αποτυπώνει μια συνεκτική στρατηγική με σαφείς γεωπολιτικές στοχεύσεις.
Κύπρος: Απόρριψη της Διζωνικής Λύσης και Διεθνής Νομιμοποίηση του Βορρά
Ο Ερντογάν επανέλαβε ότι η μόνη ρεαλιστική προοπτική για το Κυπριακό είναι η ύπαρξη «δύο κρατών και δύο λαών». Ζήτησε από τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ να τερματίσουν την «άδικη απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων και να προχωρήσουν σε αναγνώριση της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου». Η επιλογή αυτή εδραιώνει τη ντε φάκτο διχοτόμηση και ασκεί πίεση τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία εξακολουθούν να στηρίζουν την ομοσπονδιακή λύση. Παράλληλα, ενισχύει το διαπραγματευτικό οπλοστάσιο της Άγκυρας, καθώς η αναβάθμιση του ψευδοκράτους προσφέρει νομικά επιχειρήματα για διεκδίκηση θαλάσσιων ζωνών και ενεργειακών πόρων.
Ελλάδα και Ανατολική Μεσόγειος: Ενεργειακός Κόμβος και Θαλάσσιες Διεκδικήσεις
Στο ίδιο πλαίσιο, ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε ότι κανένα έργο υδρογονανθράκων ή ηλεκτρικής διασύνδεσης στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς τη συμμετοχή της Τουρκίας και του τουρκοκυπριακού καθεστώτος. Επανέφερε την ιδέα μιας περιφερειακής διάσκεψης και μίλησε για «σεβασμό των νόμιμων δικαιωμάτων όλων των πλευρών». Η ρητορική αυτή αμφισβητεί ευθέως το Δίκαιο της Θάλασσας όπως το ερμηνεύουν Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία και στοχεύει να αποτρέψει ενεργειακές συνεργασίες – όπως η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας – που παρακάμπτουν την Τουρκία. Με τον τρόπο αυτό, η Άγκυρα αυτοτοποθετείται ως αναγκαίος «ρυθμιστής» σε κάθε μελλοντική ενεργειακή αρχιτεκτονική της περιοχής.
Ισραήλ: Σκληρή Καταγγελία και Περιφερειακή Προβολή
Σχετικά με τη σύγκρουση στη Γάζα, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε εξαιρετικά έντονη γλώσσα, χαρακτηρίζοντας τις ισραηλινές επιχειρήσεις «γενοκτονία» και κατηγορώντας το Ισραήλ ότι υπονομεύει τη σταθερότητα ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Παρά την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων Άγκυρας–Τελ Αβίβ, ο Τούρκος πρόεδρος επιλέγει ρητορική που ενισχύει την εικόνα του υπερασπιστή των Παλαιστινίων και του ηγέτη με ισχυρό λόγο στον μουσουλμανικό κόσμο, διατηρώντας όμως ανοικτούς τους διαύλους για μελλοντική συνεργασία.
Στρατηγική Σύνθεση και Προοπτικές
Η ομιλία συνδέει όλα τα μέτωπα σε ένα ενιαίο αφήγημα: ενεργειακή κυριαρχία, περιφερειακή δικαιοσύνη και τουρκική αναγκαιότητα. Με ένα μήνυμα που απευθύνεται ταυτόχρονα σε ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία, ο Ερντογάν δηλώνει ότι χωρίς την Τουρκία δεν μπορεί να υπάρξει σταθερή ενεργειακή και γεωπολιτική ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για την εσωτερική πολιτική σκηνή, η εθνικιστική ρητορική για την Κύπρο και η σθεναρή υποστήριξη της Παλαιστίνης ενισχύουν τη λαϊκή συσπείρωση, ιδιαίτερα σε περίοδο οικονομικών προκλήσεων. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή εμπεριέχει κινδύνους: κλιμάκωση εντάσεων με την ΕΕ, πιθανές κυρώσεις, καθώς και περαιτέρω σύσφιξη της συνεργασίας Ελλάδας–Ισραήλ–Αιγύπτου, που μπορεί να περιθωριοποιήσει την Τουρκία.
Συμπέρασμα
Η παρέμβαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον ΟΗΕ δεν αποσκοπεί σε άμεσο συμβιβασμό αλλά σε διαμόρφωση όρων.
-
Βραχυπρόθεσμα, αναμένονται κινήσεις αποτροπής σε ενεργειακά έργα που αποκλείουν την Τουρκία.
-
Μεσοπρόθεσμα, θα ενταθούν οι προσπάθειες διεθνούς αναγνώρισης της ΤΔΒΚ και θα ασκηθεί πίεση για συμφωνίες που περνούν μέσα από την Άγκυρα.
-
Μακροπρόθεσμα, η Τουρκία επιδιώκει να καθιερωθεί ως αναπόφευκτος ενεργειακός και γεωπολιτικός κόμβος της Ανατολικής Μεσογείου, μετατρέποντας τη σημερινή σκληρή ρητορική σε διαπραγματευτικό πλεονέκτημα.
Η ομιλία του Τούρκου προέδρου αποκαλύπτει, έτσι, μια πολυδιάστατη στρατηγική: προβολή ισχύος, ανάδειξη ηγετικού ρόλου στον μουσουλμανικό κόσμο και διεκδίκηση κεντρικής θέσης σε κάθε ενεργειακή και γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής.
* Ο Χάρης Θεραπής είναι διευθυντής του Vouli TV
-
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ2 weeks agoΤουφάν Δεν μπορείτε να μας κάνετε να αγαπήσουμε τον Ερντογάν!
-
Βουλευτικές Εκλογές 20264 weeks agoΜΕΓΑΛΗ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΓΙΑ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ 2026, ΠΡΟΕΔΡΙΚΕΣ 2028 ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ
-
#exAformis2 weeks ago8κομματική βουλή δείχνει η δημοσκόπηση
-
Off the Record2 days agoΧρήστο Στυλιανίδη, γιατί δεν μοιράζεσαι τις «αποκαλύψεις» σου με τον κυπριακό ελληνισμό;
-
#exAformis2 weeks ago#exAformis | Εκ φύσεως Πολιτικός — με τον Μάριο Πουλλικκά, Δευτέρα 27/10 στις 7μμ
-
Βουλευτικές Εκλογές 20261 week agoΑναστασιάδης για Στυλιανίδη, Αννίτα και Χριστοδουλίδη: Τι αποκαλύπτει ενόψει εκλογών
-
Άρθρα Χάρη Θεραπή2 weeks agoΗ ψευδαίσθηση Ερχιουρμάν: προοδευτικός λόγος ή καμουφλαρισμένος εθνικισμός;
-
Βουλευτικές Εκλογές 20262 weeks agoΔΗΚΟ – Αποστόλου: Οι όροι για κοινή πορεία στις εκλογές 2026
-
#exAformis2 weeks agoΣύγκριση αποτελεσμάτων Ιουνίου – Οκτωβρίου 2025
-
ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ2 weeks agoΥπουργείο Άμυνας: Ανοιχτές οι αιτήσεις για Στρατιωτικές Ακαδημίες των ΗΠΑ

