του Αλέξη Κωνσταντίνου*

Είναι γεγονός ότι έφθασε πλέον η ημερομηνία ορόσημο της 20ης Ιανουαρίου 2025 που το σύνολο της ανθρωπότητας ανέμενε για την ορκωμοσία του Προέδρου των Η.Π.Α. και Μεγιστάνα Ντόναλντ Τράμπ, την έναρξη της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο, τον διορισμό του νέου Υπουργικού Συμβουλίου και των κρατικών αξιωματούχων, πρώτιστα όμως και κύρια την αποτύπωση δείγματος γραφής του σε φλέγοντα ζητήματα τρέχουσας πολιτικής και αδυσώπητης επικαιρότητας, όπως το Μεσανατολικό και ο πόλεμος στην Ουκρανία, που άλλωστε ενδιαφέρουν άμεσα Κύπρο και Ελλάδα λόγω εξέχουσας γεωγραφικής εγγύτητας και γεωπολιτικής δυναμικής.

Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι η Κύπρος που αποτελεί την αιχμή του εθνικού δόρατος στο γεωπολιτικό σύμπλοκο της Ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στην περιοχή, όπως αυτός αναδεικνύεται και πλέον υπογραμμίζεται τα τελευταία χρόνια

μέσω των τριμερών και τετραμερών συμφωνιών συνεργασίας, τη μερική άρση του εμπάργκο όπλων, των ανανεώσεών αυτής ανά έτος (waiver) τα τελευταί πέντε χρόνια, του προγράμματος «Εστία» και της εν γένει διπλωματικής αναβάθμισης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Επανερχόμενοι στις Η.Π.Α. δεδομένης της απώλειας της εξουσίας από τους Δημοκρατικούς δε μπορεί κάποιος να παραγνωρίσει τη σημαντική παρακαταθήκη που αφήνει η απελθούσα πλέον Προεδρία Τζο Μπαΐντεν για την Κύπρο που δεν είναι άλλη από την μόνιμη πια και ολοσχερή άρση του εμπάργκο όπλων προς την Κυπριακή Δημοκρατία, γεγονός που αφενός σηματοδοτεί μια νέα περίοδο στις σχέσεις των δυο χωρών και αφετέρου νοηματοδοτεί τις νέες γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αποτελεί πράγματι «ιστορική εξέλιξη» που αναντίρρητα δίδει μια σημαντική ευκαιρία ενίσχυσης της αμυντικής θωράκισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, στέλνοντας μήνυμα σταθερότητας και προσήλωσης στο Διεθνές Δίκαιο που αποτελεί πρόταγμα στην επίλυση του Κυπριακού προβλήματος από την πλευρά μας αλλά και απόκρουσης των όποιων αιφνιδιαστικών, προκλητικών και μονομερών ενεργειών στις οποίες αρέσκεται η Τουρκία.

Είναι δε παραπάνω από αληθές ότι το εμπάργκο όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία που επιβλήθηκε το 1987 δεν ικανοποίησε καθόλου τον επικαλούμενο – θα έλεγα υποκριτικό ή έστω ουτοπικό – στόχο των εμπνευστών της που ήταν «η αποτροπή της κούρσας εξοπλισμών και η ενθάρρυνση της ειρηνευτικής επίλυσης», αφού παρά τις φρούδες ελπίδες κάποιων και στο εσωτερικό, ενέτειναν την τουρκική επιθετικότητα, δεν απέφερε για μια ακόμη φορά «καρπούς» η πολιτική του κατευνασμού, η δε Τουρκία συνέχισε να ενισχύει τον στρατό κατοχής, τον στρατιωτικό εξοπλισμό και την παρουσία της στο νησί, μη δεχόμενη τους όποιους περιορισμούς και εκτρέποντας δραματικά υπέρ της τους συσχετισμούς ισχύος στην Κύπρο.

Αυτή η ανατροπή ισχύος σε συνδυασμό με τη στάση της Τουρκίας τόσο στο Μεσανατολικό, με την διακηρυχθείσα πολιτική μίσους κατά του Ισραήλ, όσο και με την επιδεικτική, στα όρια αγανάκτησης της Δύσης, περιφρόνηση της εν γένει πολιτικής και των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, την εξ αυτών ενίσχυση του Ιρανικού παράγοντα στην περιοχή στον αντίποδα όμως της σοβαρής στάσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ανάδειξής της ως παράγοντα σταθερότητας έστειλαν ένα ηχηρό μήνυμα πως η Δύση δύναται να υπολογίζει σε έναν ακόμη σταθερό και αξιόπιστο σύμμαχο σε μια περιοχή που μακροπρόθεσμα χαρακτηρίζεται από κρίσιμη αστάθεια.

Έτσι κατέστη λογική ακολουθία η ενίσχυση και αμυντική θωράκιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ακριβώς για να δύναται αποτελεσματικά να «υπηρετήσει» αυτήν τη σταθερότητα που αποτελεί σήμερα αδήριτη αλλά αμφοτερόπλευρη αναγκαιότητα.

Εκπονήθηκαν επομένως τρια χωριστά προγράμματα, δυνάμει των οποίων η Κυπριακή Δημοκρατία δύναται να εξοπλιστεί, να εδραιώσει και να επεκτείνει  το διπλωματικό της εκτόπισμα στην περιοχή και ειδικότερα:

1) Πρόγραμμα Στρατιωτικών Πωλήσεων Εξωτερικού (FMS) που αφορά τη μεταφορά αμυντικών ειδών, υπηρεσιών και εκπαίδευσης προς τους διεθνείς εταίρους απευθείας μέσω της κυβέρνησης των Η.Π.Α. με την Κυπριακή Δημοκρατία

2) Πρόγραμμα Πλεονασματικού Αμυντικού Υλικού (EDA) που αφορά την παροχή αμυντικού εξοπλισμού από πλεονασματικό (excess) υλικό που ήδη χρησιμοποιείται από τις Η.Π.Α. και παραχωρείται στις συμμαχικές δυνάμεις είτε ως δωρεά είτε σε χαμηλή τιμή και

3) Πρόγραμμα βοήθειας για την ασφάλεια «Title 10» που ενισχύει την υποστήριξη ικανοτήτων μέσω της παροχής εκπαίδευσης και υλικού, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια και φύλαξη των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και σαφώς της «παράτυπης μετανάστευσης» που έχει εκτραπεί στην Κύπρο σε μορφή υβριδικού πολέμου κατ’ επιταγή του δόγματος Οζάλ.

Είναι συνεπώς κρίσιμο στην παρούσα ευνοϊκή συγκυρία η Κυπριακή Δημοκρατία, πέραν της γόνιμης αξιοποίησης του ρόλου της ως παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή, παραθέτοντας από το έλασσον στο μείζον να παράξει πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο, ενεργώντας ως εξής:

1) Να ενισχύσει την αμυντική αποτροπή μέσω του εξοπλισμού και της ευχερέστερης φύλαξης, διαχείρισης και αντιμετώπισης των προβλημάτων της πράσινης γραμμής και να αυξήσει τη δυνατότητα ναυτικής αποτροπής των θαλάσσιων συνόρων, επιλύοντας καταλυτικά, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα, την ασύμμετρη απειλή της λαθρομετανάστευσης

2) Να επεκτείνει και να εδραιώσει τη συνεργασία με άλλους δρώντες της περιοχής που έχουν τις ίδιες επιδιώξεις και αποσκοπούν στη μείωση της ισχύος της Τουρκίας, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

3) Να εμβαθύνει τις υπάρχουσες γεωπολιτικές και στρατιωτικές συνεργασίες – αυτονοήτως με την Ελλάδα – με χώρες, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία

4) Να αξιοποιήσει εμφατικά τα ως άνω αναφερόμενα εξοπλιστικά προγράμματα, ιδίως προς την κατεύθυνση  της αύξησης αφενός των αμυντικών δαπανών και αφετέρου και πρώτιστα της διαλειτουργικότητας με τα συμμαχικά όπλα, γεγονός που θα έχει ως αυτόθροη συνέπεια την απίσχναση της διαφοράς ισχύος στο νησί και την επαναφορά των συσχετισμών δυνάμεων σε αυτό στον κατά το δυνατόν συντομότερο χρόνο και

5) Να απαμβλύνει διπλωματικά και πολιτικά τις όποιες τουρκικές παρεμβάσεις στη νέα κυβέρνηση των Η.Π.Α., εξαλείφοντας στην πράξη τις αναθεωρητικές βλέψεις της Τουρκίας, μέσω μιας νέας ή τύπου «πολιτικής των γαμπρών», μετατρέποντας την Κύπρο από παράγοντα σε πόλο σταθερότητας στην περιοχή μέσω της διηνεκούς στρατιωτικής ενίσχυσης μας, των συνεχών παρεμβάσεων της Κυπριακής και Ελλαδικής παροικίας στις Η.Π.Α. και παγκοσμίως αλλά και της συνεχούς αξιοποίησης των ηγετικών στελεχών της κοινοβουλευτικής ομάδας προώθησης Ελληνικών θεμάτων στο Κογκρέσο (Hellenic Caucus).

Είναι βέβαιο και πλέον αυτόδηλο ότι η προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο, τις διεθνείς συμμαχίες, η ισχυρή εξωτερική πολιτική και άμυνα είναι «βαριά» χαρτιά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης δυσεπίλυτων διεθνών προβλημάτων, όπως το Κυπριακό, διαθέσιμα όμως στα χέρια του εκάστοτε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, που πρέπει να ηχεί συνεχώς στα αυτιά του η ρωμαϊκή ρήση: «αν θέλεις ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο» («Si vis pacem, para bellum»), αν επιθυμεί τη συνέχιση της τρισχιλιετούς επιβίωσης του Ελληνισμού στη Μεγαλόνησο.

*O Δρ. Αλέξη Κωνσταντίνου είναι Δικηγόρος- Ακαδημαϊκός 

Vouli TV