Με σημείο αναφοράς τη Μεσόγειο και το Ισραήλ, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Hakan Fidan παραχώρησε στο TRT αναλυτική συνέντευξη, περιγράφοντας το εύρος και τις προτεραιότητες της τουρκικής διπλωματίας. Στάθηκε στην επιχείρηση επαναπατρισμού ακτιβιστών της Global Sumud Flotilla και στη διεθνή πίεση που ασκείται προς το Ισραήλ, ανέδειξε την ιδέα ενός «περιφερειακού συμφώνου σταθερότητας», ενώ παράλληλα άσκησε αιχμηρή κριτική στον Benjamin Netanyahu. Επισήμανε, επίσης, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τον Donald Trump στο προσκήνιο, οφείλουν να αναλάβουν τον ρόλο του ουσιαστικού μεσολαβητή για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα. Παράλληλα, υπερασπίστηκε με θέρμη την τουρκική αμυντική βιομηχανία, μίλησε για την ανάγκη άρσης περιορισμών σε προμήθειες και ανέπτυξε τις τουρκικές θέσεις για Συρία και τον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας.

Σχετικά με το μεσογειακό πεδίο, ο Fidan παραδέχθηκε ότι η περιοχή εξακολουθεί να αποτελεί εστία πολλαπλών κρίσεων, όπου συγκρούονται ναυτιλιακά συμφέροντα, ενεργειακοί ανταγωνισμοί και στρατιωτικές παρουσίες, δημιουργώντας «πεδία τριβής» με διεθνείς επιπτώσεις. Ειδικά για το Ισραήλ, υιοθέτησε ιδιαίτερα αυστηρή ρητορική περί «διαρκούς επιθετικότητας» και τόνισε ότι η Τουρκία, μέσα από συντονισμένες κινήσεις, προσπαθεί να αποτρέψει κλιμάκωση που θα έθετε σε κίνδυνο τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε αυτό το πλαίσιο ενέταξε και την κοινή διπλωματική δράση με κράτη της Ιβηρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας–Ειρηνικού, με σκοπό την αποστολή ενός «συλλογικού μηνύματος» ότι οι ακτιβιστές της Global Sumud Flotilla δεν είναι «απροστάτευτοι» και ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να στηρίζουν ειρηνικές δράσεις, στο πλαίσιο του διεθνούς και ανθρωπιστικού δικαίου.

Αναλύοντας τις λεπτομέρειες του επαναπατρισμού των ακτιβιστών, ο Τούρκος ΥΠΕΞ σημείωσε ότι αξιοποιήθηκαν δίαυλοι μέσω της Milli İstihbarat Teşkilatı και της τουρκικής πρεσβείας, με «δεκάδες στελέχη» να συμμετέχουν σε μια «σιωπηρή αλλά πολυεθνικά συντονισμένη» αποστολή. Εξέφρασε δημόσια ευχαριστίες προς τον José Manuel Albares για τη συμβολή της Ισπανίας, ενώ ανέφερε πως μικρός αριθμός ακτιβιστών παραμένει ακόμη υπό διαδικασίες στο Ισραήλ, με την Άγκυρα να ασκεί πίεση για άμεση επίλυση και επιστροφή τους.

Σε ό,τι αφορά τη Γάζα, ο Hakan Fidan κατηγόρησε τον Benjamin Netanyahu ότι «διατηρεί πάντοτε το ενδεχόμενο υπονόμευσης» των προσπαθειών για κατάπαυση πυρός. Τόνισε ότι «απαιτείται αμερικανική σοβαρότητα και αποφασιστικότητα», προσδιορίζοντας τον Donald Trump ως παράγοντα που πρέπει να παραμείνει «δεσμευμένος στον ρόλο του μεσολαβητή» με την ενθάρρυνση ηγετών της περιοχής, περιλαμβανομένου του Recep Tayyip Erdoğan. Παράλληλα, επαίνεσε τη στάση της Hamas στις διαπραγματεύσεις ως «πραγματιστική» και «σεβόμενη τον ρόλο των μεσολαβητών», επισημαίνοντας ωστόσο τα όρια που θέτει ο παλαιστινιακός λαός. Σύμφωνα με τον ίδιο, η «παγκόσμια συνείδηση» μετατοπίζεται σταδιακά υπέρ των Παλαιστινίων, κάτι που αντανακλάται σε πολιτικές εξελίξεις σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αλλά και σε τμήματα της αμερικανικής Δεξιάς.

Κομβικό σημείο της συνέντευξης αποτέλεσε η αμυντική βιομηχανία. Απαντώντας σε όσα χαρακτήρισε «εκστρατείες παραπληροφόρησης», ο Fidan μίλησε για «δεκαετίες συσσωρευμένης δουλειάς» χιλιάδων μηχανικών στις ASELSAN, TAI, Roketsan, Havelsan, Baykar, BMC και άλλες εταιρείες, υπογραμμίζοντας ότι το ποσοστό εγχώριας συνεισφοράς έχει αυξηθεί από «περίπου 20%» σε «σχεδόν 80%». Ως πρώην επικεφαλής υπηρεσιών πληροφοριών, υποστήριξε ότι η επιχειρησιακή εμπειρία σε Συρία και Ιράκ τροφοδότησε βελτιώσεις σε UAV, ηλεκτρονικό πόλεμο και πυρομαχικά. Δήλωσε, επίσης, ότι θεωρεί προσωπικό του καθήκον την άρση επίσημων και ανεπίσημων περιορισμών σε διεθνείς προμήθειες: «Καναδάς, Ολλανδία, Νορβηγία, Βέλγιο — σε μεγάλο βαθμό επιλύθηκαν· στη Γερμανία προχωρήσαμε· στις ΗΠΑ κάποια ζητήματα αίρονται, άλλα παραμένουν». Αν οι δίοδοι συνεχίσουν να παραμένουν κλειστές, προειδοποίησε, η Τουρκία θα αναζητήσει «εναλλακτικές λύσεις» για να καλύψει τις ανάγκες των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (TSK) και της βιομηχανίας.

Για τη Μεσόγειο, ο Fidan μίλησε για «φαινόμενα ορατών και αόρατων περιορισμών» που επιχειρούνται εις βάρος της Τουρκίας μέσω περιφερειακών σχηματισμών. Υποστήριξε ότι η διπλωματία πρέπει να προλαμβάνει στρατιωτικές εντάσεις, με αποτέλεσμα «τα διπλωματικά αντίμετρα να λαμβάνονται εγκαίρως». Σύνδεσε αυτή τη στρατηγική με ένα ευρύτερο σχέδιο για τη δημιουργία μηχανισμού περιφερειακής σταθερότητας στη Μέση Ανατολή, που θα βασίζεται στον σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και της ασφάλειας, ώστε να μειώνονται οι ευκαιρίες εξωτερικής ανάμειξης και η αξιοποίηση «μη κρατικών δρώντων». «Πρώτος στόχος δεν είναι η αποτροπή, αλλά η εμπιστοσύνη», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι η πρωτοβουλία αυτή «φέρει την υπογραφή» του Recep Tayyip Erdoğan.

Αναφορικά με τη Συρία, έκανε λόγο για μια διαδικασία «σταδιακής θεσμοποίησης» με εκλογές, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη εξάλειψης εστιών που απειλούν τη «φυσική ενότητα» της χώρας, από τον ρόλο της YPG έως το «ζήτημα των Δρούζων» στον νότο. Ξεκαθάρισε ότι η Άγκυρα απορρίπτει κάθε τετελεσμένο που θα οδηγούσε σε διχοτόμηση. Παράλληλα, κάλεσε για χαλάρωση αμερικανικών κυρώσεων και «πιο τολμηρά» βήματα από την ΕΕ, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για επενδύσεις και οικονομική ανάκαμψη, που συνδέεται άμεσα με την προοπτική «ασφαλών επιστροφών» προσφύγων.

Σχετικά με τον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας, ο Fidan μίλησε για μια περίοδο «εντεινόμενης προετοιμασίας» και «αυξημένης έντασης», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ότι «σε λίγους ακόμη μήνες» μπορεί να διαμορφωθεί παράθυρο πολιτικής λύσης, καθώς οι βασικές διαφορές έχουν πλέον παγιωθεί. Αναφέρθηκε σε διεργασίες που, όπως είπε, βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ Vladimir Putin, Donald Trump, της ουκρανικής ηγεσίας και Ευρωπαίων εταίρων, ενώ σχολίασε τις ευρωπαϊκές ανησυχίες για τη χρηματοδότηση του Κιέβου, περιλαμβανομένης της χρήσης κερδών από δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. «Το κόστος σε ανθρώπινες ζωές και πόρους είναι τεράστιο· απαιτείται ένα ρεαλιστικό τέλος», σημείωσε.

Τέλος, για τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ο Hakan Fidan χαρακτήρισε την πρόσφατη επαφή Erdoğan–Trump «παραγωγική», τονίζοντας ότι το κανάλι κορυφής μπορεί να αποδώσει τόσο σε ζητήματα διμερών σχέσεων (εμπόριο, ενέργεια, άμυνα) όσο και σε περιφερειακές κρίσεις. Τόνισε ότι η τουρκική κυβέρνηση έχει «σαφή εντολή» να αξιοποιήσει το θετικό μομέντουμ με συγκεκριμένα έργα ανά υπουργείο.

ΠΗΓΗ: IBNA