Connect with us

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών κύριος στόχος των Τούρκων

Avatar photo

Published

on

Όπως συμβαίνει κατά κανόνα, πριν μία διεκδίκηση σε βάρος της Ελλάδας καταστεί επίσημη θέση της Άγκυρας, ακούγεται από ανεπίσημα χείλη. Για πρώτη φορά, λοιπόν, πριν από αρκετούς μήνες, δηλώθηκε ότι εάν η Ελλάδα δεν προχωρήσει σε αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου θα έχει παραβιάσει τις συνθήκες, με τις οποίες της παραχωρήθηκαν και ως εκ τούτου η παραχώρηση θα πάψει να ισχύει! Τη θέση εξέφρασε ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου, προσδίδοντας τον πιο επίσημο χαρακτήρα.

Από την πρώτη στιγμή είχα επισημάνει πως εκείνη η ανεπίσημη δήλωση ήταν προάγγελος μίας κλιμάκωσης του τουρκικού επεκτατισμού. Από το 1973-74 η Άγκυρα ήγειρε επεκτατικές διεκδικήσεις αναφορικά με τον εναέριο χώρο, το FIR και την υφαλοκρηπίδα. Το 1996, η Άγκυρα κλιμάκωσε με τη θεωρία των “γκρίζων ζωνών”, διεκδικώντας ένα μεγάλο αριθμό νησίδων και βραχονησίδων, που δεν αναφέρονταν ονομαστικά στη Συνθήκη της Λωζάννης.

Πριν 70 ημέρες περίπου, με την επιστολή που κατέθεσε στον ΟΗΕ ο εκεί μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας πρέσβης Σινιρλίογλου, η Άγκυρα έκανε ένα μεγάλο βήμα για να καταστήσει την ανεπίσημη θέση επίσημη πολιτική, ανοίγοντας τον δρόμο για την τωρινή δήλωση Τσαβούσογλου. Αυτό, άλλωστε, είχε συμβεί και με τη θεωρία περί “γκρίζων ζωνών”. Τέσσερα χρόνια πριν προβληθεί ως επίσημη θέση της Άγκυρας, την είχε προαναγγείλει ένας Τούρκος ναύαρχος, αλλά στην Αθήνα είχε περάσει “ντούκου”.

Είναι εδώ και πολύ καιρό ξεκάθαρο από αλυσίδα επίσημων δηλώσεων ότι η Άγκυρα έχει μετατρέψει την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών σε αιχμή του διπλωματικού της δόρατος. Πρόκειται για ζήτημα-κλειδί της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής και κατ’ επέκταση της ελληνοτουρκικής διένεξης. Είναι κοινό μυστικό, μάλιστα, πως κατά καιρούς ασκούνται στην Αθήνα πιέσεις από το Βερολίνο και από την Ουάσιγκτον για να αποδεχθεί “μερική αποστρατιωτικοποίηση”.

Υπενθυμίζουμε τη δήλωση Πομπέο ότι «πρέπει να μειώσουμε το στρατιωτικό αποτύπωμα παντού και πρέπει να χρησιμοποιήσουμε διπλωματικά μέσα, όχι στρατιωτικά». Η δήλωση εκείνη, σε συνδυασμό με την κυβερνητική σιωπή, είχε τροφοδοτήσει σχετικά δημοσιεύματα, υποχρεώνοντας τον πρεσβευτή Πάιατ να προβεί σε διάψευση μέσω Twitter: «Η Αμερική δεν κάνει τέτοιες προτάσεις (για αποστρατιωτικοποίηση). Μια ασφαλής και ισχυρή Ελλάδα είναι προς το συμφέρον της Αμερικής».

Η προφανής παγίδα

Μετά την κρίση στα Ίμια (1996), οι Αμερικανοί είχαν ρίξει στο τραπέζι την πρόταση η Ελλάδα να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αφήνοντας εκεί μόνο τις δυνάμεις που προβλέπουν οι Συνθήκες της Λωζάννης (του 1923 για το βορειοανατολικό Αιγαίο) και των Παρισίων (του 1947 για τα Δωδεκάνησα). Σε αντάλλαγμα, οι Τούρκοι θα απέσυραν τη Στρατιά του Αιγαίου στο εσωτερικό και τον αποβατικό στόλο τους από τα μικρασιατικά παράλια.

Αν και τότε οι γνωστοί κύκλοι στην Αθήνα συζητούσαν με διάθεση να αποδεχθούν αυτή την πρόταση, η παγίδα ήταν πολύ προφανής. Δεν χρειάζονται στρατιωτικές γνώσεις για να δούμε ότι σε περίπτωση κρίσης οι τουρκικές χερσαίες δυνάμεις και ο αποβατικός στόλος θα μπορούσαν να επιστρέψουν σε 24 ώρες, ή έστω ημέρες, απέναντι από τα ελληνικά νησιά, ενώ ο επανεξοπλισμός των νησιών θα απαιτούσε μήνες, εάν ποτέ καθίστατο εφικτός.

Έτσι, στο διπλωματικό παρασκήνιο είχε πέσει δεύτερη πρόταση. Τότε, η κυβέρνηση Σημίτη είχε προτείνει την παραπομπή στη Χάγη της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της κυριαρχίας των Ιμίων. Για να διευκολύνει την υιοθέτηση της πρότασης από τους Τούρκους, μάλιστα, η Αθήνα είχε απελευθερώσει το χρηματοδοτικό πρωτόκολλο της ΕΕ προς την Τουρκία, που μέχρι τότε μπλόκαρε.

Οι Τούρκοι, όμως, είχαν άλλα σχέδια. Στόχος τους ήταν να παραπεμφθεί στη Χάγη η αποστρατικοποίηση των νησιών. Ήθελαν να εκμεταλλευθούν την ασθενή νομική θέση της Ελλάδας για το ζήτημα, προκειμένου να θέσουν τα νησιά σε καθεστώς ομηρίας και κατ’ επέκταση να μπορούν να εκβιάζουν αποτελεσματικά την Αθήνα. Αν η αποστρατιωτικοποίηση πήγαινε πακέτο με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, η Άγκυρα εκτιμούσε (όχι αβάσιμα) πως μάλλον θα έχανε το έλασσον και θα κέρδιζε το μείζον, δηλαδή την αποστρατιωτικοποίηση.

Τι προβλέπουν οι συνθήκες

Στο σημείο αυτό είναι αναγκαία μία παρένθεση. Η Συνθήκη της Λωζάννης προβλέπει ότι στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου μπορούν να υπάρχουν μόνο δυνάμεις από ντόπιους στρατεύσιμους. Η δε Συνθήκη των Παρισίων προβλέπει για τα Δωδεκάνησα την ύπαρξη δυνάμεων εσωτερικής ασφαλείας, όχι στρατού. Οι δεσμεύσεις αυτές είχαν επιβληθεί, επειδή οι Τούρκοι είχαν υποστηρίξει ότι τα νησιά μπορεί να χρησιμοποιηθούν από την Ελλάδα ως βάση εισβολής στη Μικρά Ασία. Σήμερα ο ισχυρισμός αυτός προκαλεί μόνο γέλια.

Μέχρι το 1974, η Ελλάδα σεβόταν τις συνθήκες. Μετά το 1974 η τουρκική απειλή κατέστη συγκεκριμένη όχι μόνο λόγω της εισβολής στην Κύπρο, αλλά και λόγω του ότι το 1975 συστάθηκε η στρατιά του Αιγαίου με έδρα τη Σμύρνη και με στόχο τα ελληνικά νησιά. Έτσι, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να τα οχυρώσει. Νομικά στηρίζεται στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που υπερισχύει των συνθηκών και ο οποίος προβλέπει το δικαίωμα κάθε κράτους στην άμυνα.

Η ελληνική πλευρά έχει νομικά το δικαίωμα να αρνηθεί την παραπομπή του συγκεκριμένου θέματος, γιατί δεν έχει αναγνωρίσει στο Διεθνές Δικαστήριο δικαιοδοσία για θέματα άμυνας. Πολιτικά, όμως, είχε βρεθεί σε μειονεκτική θέση, επειδή η ίδια η Αθήνα έχει αναγάγει τη Χάγη σε κεντρικό διπλωματικό εργαλείο επίλυσης των ελληνοτουρκικών. Αυτό είχε φανεί από όταν οι Αμερικανοί στη δεκαετία του 1990 είχαν υιοθετήσει την τουρκική απαίτηση και πίεζαν τον τότε υπουργό Εξωτερικών Πάγκαλο να αναγνωρίσει στη Χάγη και δικαιοδοσία για θέματα άμυνας, ή να αρχίσει μία συνολική διαπραγμάτευση για το Αιγαίο. Όταν ο Πάγκαλος είχε αρνηθεί, η Ουάσιγκτον είχε ζητήσει και επισήμως να παραπεμφθούν στη Χάγη όλες οι «εδαφικές διαφορές»!

Δικαιολογημένα ο τότε Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ είχε δηλώσει ότι εκείνη «η ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ πλησιάζει τις τουρκικές θέσεις», προσθέτοντας με εμφανή ικανοποίηση ότι γι’ αυτό και είχε προκαλέσει σοκ στην Αθήνα. Κι όμως, η εξέλιξη εκείνη δεν ήταν έκπληξη. Από την άνοιξη του 1996 και επανειλημμένως είχα γράψει στην “Καθημερινή” και στον “Επενδυτή” ότι η Ουάσιγκτον θα προωθούσε τη φόρμουλα του πακέτου, δηλαδή την παραπομπή στη Χάγη αθροιστικά όλων των θεμάτων που θα έθετε η μία και η άλλη πλευρά, μετατρέποντας τη Χάγη σε μπούμεραγκ για την ελληνική διπλωματία.

Αποστρατιωτικοποίηση και “επιθετικά” όπλα

Αυτά τότε. Ισχύουν ακριβώς τα ίδια και σήμερα; Η απάντηση είναι όχι. Μπορεί και σήμερα οι Τούρκοι να θέτουν ζήτημα αποστρατιωτικοποίησης, αλλά γνωρίζουν ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αφοπλίσει τα νησιά. Γιατί το θέτουν τότε; Το θέτουν όχι τόσο για να πάρουν κάποιο αντάλλαγμα κάπου αλλού, όσο επειδή ελπίζουν ότι υπό το κράτος του φόβου η Αθήνα μπορεί να αποσύρει σιωπηλά από τα νησιά τα λεγόμενα επιθετικά” όπλα, δηλαδή οπλικά συστήματα που μπορούν να πλήξουν στόχους στη ζώνη των μικρασιατικών ακτών. Με άλλα λόγια δεν τους ενδιαφέρουν οι στρατιώτες, αλλά οι πύραυλοι.

Κυρίως, όμως, το θέτουν για να αποτρέψουν τη μετατροπή των νησιών σ’ αυτό που μπορούν να μετατραπούν: σε μία αλυσίδα βάσεων πυραυλικών συστημάτων (εδάφους-εδάφους, εδάφους-αέρος και εδάφους-θαλάσσης), τα οποία θα αποτελούν την καλύτερη αποτροπή. Κι αυτό, επειδή θα μπορούν να ελέγξουν σε μεγάλο βαθμό το Αιγαίο σε αέρα και θάλασσα, αλλά και να πλήξουν με ακρίβεια ζωτικούς στόχους σε μεγάλο βάθος στη δυτική Τουρκία, αν όχι και ανατολικότερα.

Αυτός είναι ο δυνητικός εφιάλτης των Τούρκων στο στρατιωτικό επίπεδο. Ακόμα κι αν σε μία σύγκρουση κατάφερναν με απόβαση να καταλάβουν ένα ή και δύο ελληνικά νησιά, το στρατιωτικό και οικονομικό κόστος που θα πλήρωναν θα ήταν πολλαπλάσιο. Με άλλα λόγια, η ελληνική αποτρεπτική στρατηγική θα αποκτούσε πολύ πιο αξιόπιστη βάση από ό,τι σήμερα. Η Άγκυρα θα υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει τα στρατιωτικά νταηλίκια, με τα οποία προωθεί τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις της σε βάρος της Ελλάδας.

Εδώ ακριβώς “μπαίνουν στη σκηνή” η Ουάσιγκτον και το Βερολίνο. Ο Πάιατ, όπως και ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, δεν είπαν προ καιρού ψέματα όταν δήλωναν πως οι κυβερνήσεις τους δεν πιέζουν την Ελλάδα να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, όμως, την πίεζαν να δεσμευτεί πως θα αποσύρει τα “επιθετικά” όπλα, ή τουλάχιστον πως δεν θα εγκαταστήσει “έξυπνα” πυραυλικά συστήματα στα νησιά, όπως επιβάλει στοιχειώδης στρατιωτική και πολιτική λογική, προκειμένου η ελληνική αποτρεπτική στρατηγική να καταστεί συμπαγής, αξιόπιστη και αποτελεσματική.

Αυτό το νόημα είχε η δήλωση Πομπέο περί μείωσης του στρατιωτικού αποτυπώματος. Το ίδιο νόημα έχουν και οι συναφείς δηλώσεις από εταίρους και συμμάχους. Ακριβώς γι’ αυτό, δεν αρκεί η δήλωση ότι δεν τίθεται θέμα αποστρατιωτικοποίησης. Η Αθήνα οφείλει να καταστήσει πάγια εθνική θέση ότι δεν πρόκειται να αναλάβει την οποιαδήποτε δέσμευση έναντι Τουρκίας, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ αναφορικά με την άμυνα και τον εξοπλισμό των νησιών. Αυτό ως πρώτο βήμα, γιατί το δεύτερο και σημαντικότερο είναι να μετατρέψει τα νησιά σε “αβύθιστα πυραυλοφόρα”.

Του Σταύρου Λυγερού
πηγή: slpress.gr

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

Διεργασίες για αμερικανική εμπλοκή στο έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου

Avatar photo

Published

on

Νέα δεδομένα που ενδέχεται να επηρεάσουν την πορεία της «παγωμένης» ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου (Great Sea Interconnector – GSI) φαίνεται να δημιουργεί η πιθανή ενίσχυση της εμπλοκής των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για την ένταξη νέων επενδυτών στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης, με στόχο τόσο τη γεωπολιτική όσο και την οικονομική βιωσιμότητα του GSI. Η συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη στην Αθήνα και οι επαφές στις Βρυξέλλες πραγματοποιούνται σε μια περίοδο έντονων διεργασιών για τα ενεργειακά στην Ανατολική Μεσόγειο.

Συγκεκριμένα, εξετάζεται η πιθανότητα συμμετοχής Αμερικανών επενδυτών, ενδεχομένως μέσω ταμείων που επενδύουν σε υποδομές, όπως ο οργανισμός χρηματοδότησης αναπτυξιακών έργων DFC (U.S. International Development Finance Corporation).

Δεδομένου ότι οργανισμοί όπως ο DFC έχουν ιδρυθεί για να δημιουργούν χρηματοδοτικά αντίβαρα σε περιοχές με έντονη κινεζική παρουσία και με δηλωμένο το αμερικανικό ενδιαφέρον για έργα ενεργειακής διασυνδεσιμότητας, είναι σαφές ότι στην ατζέντα βρίσκεται και ο σχεδιασμός του Διαδρόμου Ινδίας – Μέσης Ανατολής – Ευρώπης (IMEC).

Υπενθυμίζεται ότι ο DFC έχει ήδη επενδύσει 125 εκατ. δολάρια στα Ναυπηγεία Ελευσίνας, ενώ σχεδιάζει χρηματοδότηση και άλλων υποδομών, κυρίως λιμενικών. Παράλληλα, η Ελλάδα επιδιώκει να αποτελέσει μία από τις πύλες εισόδου του IMEC στην Ευρώπη. Στο έργο ενδιαφέρον εκφράζουν επίσης το Ισραήλ και χώρες του Κόλπου.

Συνομιλίες στις Βρυξέλλες

Η κινητικότητα γύρω από την ηλεκτρική διασύνδεση επιβεβαιώνεται και από τη συνάντηση των υπουργών Ενέργειας Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας, Σταύρου Παπασταύρου και Γιώργου Παπαναστασίου, με τον αρμόδιο επίτροπο Νταν Γιόργκενσεν στις Βρυξέλλες.

Μετά τη συνάντηση, ο κ. Παπασταύρου τόνισε ότι υπογραμμίστηκε «η ανάγκη επικαιροποίησης των οικονομικών και τεχνικών στοιχείων της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου και Ελλάδας», όπως είχαν ήδη αναφέρει ο πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενόψει του δυνητικού επενδυτικού ενδιαφέροντος.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τη συνάντησή του με τον κ. Χριστοδουλίδη, ανέφερε ότι τα νέα δεδομένα ενισχύουν την αξία των έργων διασυνδεσιμότητας. «Προχωράμε στην άμεση επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου του καλωδίου διασύνδεσης, ώστε δυνητικά να ενισχυθεί από την είσοδο νέων ισχυρών επενδυτών», τόνισε χαρακτηριστικά.

Νέες μελέτες

Η Αθήνα και η Λευκωσία ζητούν από την Κομισιόν τρόπους που θα διευκολύνουν την ένταξη τρίτων επενδυτών στο GSI. Αυτό καθιστά απαραίτητη τη διενέργεια νέων μελετών για την οικονομική βιωσιμότητα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου, καθώς η υφιστάμενη μελέτη του 2016 πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.

Η Κομισιόν αναμένεται να παραμείνει στο σχήμα, όχι μόνο ως εγγυήτρια ενός έργου με γεωπολιτική αξία (συμπεριλαμβανομένου του IMEC), αλλά και λόγω της ένταξης του έργου ως έργου κοινού ενδιαφέροντος (PCI).

Το επόμενο βήμα

Σημαντικό επόμενο βήμα για την εμπλοκή των ΗΠΑ θα είναι η συνάντηση των υπουργών Ενέργειας Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον, με αντικείμενο τη συζήτηση για την ένταξη του GSI στον IMEC, γεγονός που αιτιολογεί και γεωπολιτικά την αμερικανική συμμετοχή.

Οι εξελίξεις ακολουθούν τις συμφωνίες που υπεγράφησαν στην Αθήνα με στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης, ενώ υπάρχει κοινή αντίληψη Αθήνας – Λευκωσίας για τη σημασία της βαθύτερης εμπλοκής των ΗΠΑ στην περιοχή.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης τόνισε την ανάγκη «ευθυγράμμισης» της Ευρώπης με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ σε θέματα Μέσης Ανατολής. «Είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να συνεργαστούμε μαζί του. Στην περιοχή μας είναι ο ηγέτης και βλέπουμε θετικές εξελίξεις λόγω της ηγεσίας του Τραμπ», σημείωσε.

Η πρωτοβουλία της Αθήνας

Η ελληνική κυβέρνηση προωθεί την ιδέα ενός πενταμερούς φόρουμ (Ελλάδα, Λιβύη, Τουρκία, Αίγυπτος, Κύπρος) για συζήτηση πέντε θεματικών: μεταναστευτικό, προστασία θαλασσίων οικοσυστημάτων, συνδεσιμότητα, οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και πολιτική προστασία.

Η πρόταση προέρχεται από την ελληνική πρωτοβουλία και στοχεύει στη διατήρηση της Κύπρου στο πλαίσιο των εξελίξεων. Οι Αμερικανοί προτιμούν ένα τετραμερές σχήμα με έμφαση στη διευθέτηση επικάλυψης θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, ενώ η Άγκυρα και η Τρίπολη θα επιδιώξουν την εκπροσώπηση και των Τουρκοκυπρίων.

Παράλληλα, παραμένει ζητούμενο η μορφή εκπροσώπησης της Λιβύης, λόγω της συνεχιζόμενης αντιπαράθεσης Τρίπολης – Βεγγάζης.

Continue Reading

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

3η Διακυβερνητική Σύνοδος: Οι πρωτοβουλίες Ελλάδας και Κύπρου που αλλάζουν την Ανατολική Μεσόγειο

Avatar photo

Published

on

Σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικών ανατροπών, αβεβαιότητας και αστάθειας, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης επιβεβαίωσαν τον καθοριστικό ρόλο των Διακυβερνητικών Συνόδων στην περαιτέρω ενδυνάμωση της συνεργασίας Ελλάδας και Κύπρου, με στόχο τη διασφάλιση σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Το διμερές πλαίσιο συνεργασίας καλύπτει θεσμικούς, αμυντικούς, οικονομικούς, ενεργειακούς και εκπαιδευτικούς τομείς, ενισχύοντας πρακτικά την καθημερινότητα των πολιτών και τη σχέση τους με το κράτος.

Στην εφετινή Σύνοδο, κεντρικό ζήτημα αποτέλεσαν οι τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό. Οι ηγέτες επαναβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους για επανεκκίνηση των συνομιλιών με βάση τα σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, εκφράζοντας την προσδοκία ότι η Τουρκία θα συμβάλει ουσιαστικά στη διαδικασία. Υπογράμμισαν επίσης τη σημασία της ενεργού συμμετοχής της ΕΕ και του Ειδικού Απεσταλμένου, στο πλαίσιο των προσπαθειών του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για την επόμενη άτυπη διευρυμένη συνάντηση.

Η Σύνοδος επικεντρώθηκε επίσης στην ενίσχυση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Στον τομέα του Περιβάλλοντος, συμφωνήθηκε από κοινού αντιμετώπιση της λειψυδρίας, αξιοποίηση ανακτημένου νερού, μεταφορά τεχνογνωσίας για αφαλατώσεις και προστασία κρίσιμων υποδομών, όπως φράγματα. Στην Παιδεία, αποφασίστηκε ανταλλαγή καλών πρακτικών, προώθηση ενταξιακής εκπαίδευσης, ενίσχυση παιδιών με αναπηρία και συνεργασία για την πρόληψη ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού, με στόχο ασφαλή και συμπεριληπτικά σχολικά περιβάλλοντα.

Στον τομέα της Υγείας, συμφωνήθηκε συνεργασία στα Προγράμματα Προληπτικών Ανιχνευτικών Εξετάσεων και υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας για εκπαίδευση επαγγελματιών υγείας στην αντιμετώπιση μικροβιακής αντοχής. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στη βελτίωση της λειτουργίας των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών μέσω ανταλλαγής τεχνογνωσίας και εφαρμογής ψηφιακών εργαλείων.

Στον τομέα των Μεταφορών, αποφασίστηκε συντονισμός δράσεων για ενίσχυση της οδικής ασφάλειας, στο πλαίσιο του Στρατηγικού Πλαισίου της ΕΕ 2021-2030. Στον τομέα της Δικαιοσύνης, προωθήθηκε ανταλλαγή τεχνογνωσίας για επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης και δημιουργία ενιαίου μετώπου κατά του οικονομικού εγκλήματος, με ενίσχυση συνεργασίας αστυνομικών αρχών και αξιοποίηση ευρωπαϊκών εργαλείων όπως το SIS.

Σημαντική ήταν και η συνεργασία σε Στεγαστική Πολιτική, με κοινές τεχνικές προδιαγραφές, πιλοτικά προγράμματα σε ζώνες έντασης και ενίσχυση της κοινωνικής στέγασης μέσω προγραμμάτων «Σπίτι μου» και «Σπίτι μου 2». Στον τομέα της εκτίμησης φυσικών καταστροφών, συμφωνήθηκε χρήση ψηφιακών εργαλείων για πρόβλεψη και χαρτογράφηση κινδύνων, αξιοποιώντας μεθοδολογίες και εμπειρία από την Ελλάδα. Επίσης, αποφασίστηκε η σύσταση ευρωπαϊκού κέντρου αεροπυρόσβεσης στην Κύπρο, με κοινή εκπαίδευση και επιχειρησιακό σχεδιασμό στο πλαίσιο της ΕΕ και του rescEU.

Στον ψηφιακό τομέα, αποφασίστηκε εμβάθυνση συνεργασίας σε τεχνολογία, κυβερνοασφάλεια και ψηφιακή διακυβέρνηση, προώθηση κοινών ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών υψηλής τεχνολογίας, ανάπτυξη εργαλείων επαλήθευσης ηλικίας και συμμετοχή σε διακρατική πρωτοβουλία AI Gigafactories. Παράλληλα, προγραμματίζονται Μνημόνια Συνεργασίας σε Διαστημική Τεχνολογία και κοινές δράσεις για σύγχρονη νομοθέτηση και ανάλυση συνεπειών.

Η Σύνοδος ολοκληρώθηκε με συμφωνία για συνεργασία ενόψει της Κυπριακής Προεδρίας της ΕΕ το α’ εξάμηνο του 2026 και της Ελληνικής το 2027, καθώς και σε θέματα διεύρυνσης της ΕΕ, προστασίας δικαιωμάτων και σταθερότητας της περιοχής. Τονίστηκε η σημασία κοινών δράσεων σε ανθρωπιστική βοήθεια, αναπτυξιακά προγράμματα και ενίσχυση της ειρηνικής συνεργασίας, με στόχο την επόμενη Διακυβερνητική Σύνοδο στην Κύπρο εντός 2026.

Continue Reading

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

Μαξίμου: Ηλεκτρική διασύνδεση και περιφερειακές εξελίξεις στην ατζέντα Μητσοτάκη – Χριστοδουλίδη

Avatar photo

Published

on

Mε τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, συναντάται στο Μέγαρο Μαξίμου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο των εργασιών της 3ης Διακυβερνητικής Συνόδου Κύπρου–Ελλάδας, που πραγματοποιείται σήμερα στην Αθήνα.

Η τρίτη Διακυβερνητική Σύνοδος Ελλάδας–Κύπρου, η οποία διεξάγεται στην ελληνική πρωτεύουσα δύο χρόνια μετά τη θεσμοθέτησή της από τους Κυριάκο Μητσοτάκη και Νίκο Χριστοδουλίδη το 2023, έχει ως πάγιο στόχο την ενίσχυση και περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Η διεύρυνση της συνεργασίας εκτείνεται σε πολλούς τομείς πέραν της εξωτερικής πολιτικής, στην οποία ο συντονισμός Αθήνας και Λευκωσίας παραμένει διαρκής και σταθερός.

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, οι τομείς που αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων περιλαμβάνουν το Περιβάλλον, την Υγεία, την Παιδεία, τις Μεταφορές, την Ψηφιακή Πολιτική, τη Στεγαστική Πολιτική, την Πολιτική Προστασία, τη Δικαιοσύνη, τον Πολιτισμό και φυσικά την Εξωτερική Πολιτική. Οι αρμόδιοι υπουργοί των δύο κυβερνήσεων θα επιδιώξουν την ανάληψη συντονισμένων δράσεων, την ενίσχυση της συνεργασίας και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στους αντίστοιχους τομείς.

Κατά τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Νίκο Χριστοδουλίδη, ο Έλληνας πρωθυπουργός αναμένεται να ενημερώσει τον Κύπριο Πρόεδρο για τις πρόσφατες επαφές του με Αμερικανούς αξιωματούχους, καθώς και για τις συμφωνίες που υπεγράφησαν στην Αθήνα και αναβαθμίζουν τον γεωπολιτικό και ενεργειακό ρόλο της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή, έως και την Ουκρανία.

Συντονισμός κινήσεων

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης δήλωσε ότι βασικός στόχος της τρίτης Διακυβερνητικής Συνόδου είναι ο συντονισμός δράσεων σε θέματα που σχετίζονται με τη βελτίωση της καθημερινότητας και την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών Ελλάδας και Κύπρου.

Όπως επεσήμανε, η Σύνοδος επικεντρώνεται σε τρεις βασικούς άξονες:
– Την ανάδειξη των Διακυβερνητικών Συνόδων ως μόνιμου και θεσμοθετημένου μηχανισμού στρατηγικού συντονισμού.
– Την αποτίμηση της προόδου στα συμφωνηθέντα παραδοτέα των προηγούμενων Συνόδων.
– Και την ενίσχυση της συνεργασίας σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και περιφερειακής σταθερότητας, ενόψει των εξελίξεων στο Κυπριακό και της επικείμενης Κυπριακής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΗΓΗ: HELLAS JOURNAL .gr

Continue Reading
Advertisement

Viral

(c) 2017-25 | Vouli.TV. All Rights Reserved. Developed by UnitrustMedia