Η συνάντηση μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, που μεταδόθηκε ζωντανά στην τηλεόραση, προκάλεσε αίσθηση παγκοσμίως. Η ανοιχτή και έντονη συζήτηση μεταξύ των δύο ηγετών σόκαρε πολλούς, καθώς αποκάλυψε τη σκληρή και απρόβλεπτη στάση που μπορεί να υιοθετήσει ο Αμερικανός πρόεδρος απέναντι στους συμμάχους του.
Η ανησυχία αυτή έγινε ακόμη πιο έντονη στην Ελλάδα, όπου αρκετοί αναρωτήθηκαν πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί μια αντίστοιχη συνάντηση ανάμεσα στον Τραμπ και τον Έλληνα πρωθυπουργό, ειδικά αν η συζήτηση αφορούσε κρίσιμα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Θα μπορούσε η αμερικανική ηγεσία να πιέσει την Ελλάδα να δεχτεί έναν δυσμενή συμβιβασμό; Θα υπήρχε δημόσια αμφισβήτηση της ελληνικής πολιτικής έναντι της Τουρκίας;
Ο έμπειρος δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Χαρβαλιάς, μέσα από το βιβλίο του «Γιαβόλ», αναλύει με ψυχραιμία τις εξελίξεις και αξιολογεί τις επιπτώσεις αυτής της συνάντησης για την Ελλάδα. Το κεντρικό πρόβλημα, όπως εξηγεί, δεν βρίσκεται τόσο στη στάση των ΗΠΑ, αλλά στην ίδια την ελληνική πολιτική, η οποία συχνά εμφανίζεται αδύναμη και παθητική στα διεθνή θέματα.
Ο Χαρβαλιάς επισημαίνει ότι η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού από την πλευρά της Ελλάδας δεν αφορά μόνο τα ελληνοτουρκικά, αλλά εκτείνεται γενικότερα στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ευρώπη ακολουθεί μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από «παράνοια», ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ουκρανικό ζήτημα. Μάλιστα, μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες είναι ότι η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις, ουσιαστικά αποκτά προνομιακή πρόσβαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της νέας «αρχιτεκτονικής ασφαλείας». Η Ελλάδα, αντί να διαμορφώνει ενεργά τις εξελίξεις, ακολουθεί παθητικά το ρεύμα, ακόμη κι όταν αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα εθνικά της συμφέροντα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ευρώπη ακολουθεί μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από «παράνοια», ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ουκρανικό ζήτημα.
Σύμφωνα με τον Χαρβαλιά, η νέα «αρχιτεκτονική ασφαλείας» που προωθείται στην Ευρώπη δεν βασίζεται σε κοινές αξίες ή στρατηγικούς στόχους, αλλά εξυπηρετεί κυρίως τις ανάγκες της γερμανικής οικονομίας. Η Γερμανία, βλέποντας την οικονομία της να αντιμετωπίζει προκλήσεις, προσπαθεί να τη μετατρέψει σε πολεμική μηχανή, ανακατευθύνοντας βιομηχανικές δραστηριότητες προς την αμυντική βιομηχανία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εταιρεία Rheinmetall, η οποία, όπως αναφέρει ο Χαρβαλιάς, έχει μετατρέψει εργοστάσια της Volkswagen σε μονάδες παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού. Ενδεικτικά, η μετοχή της Rheinmetall, που πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άξιζε περίπου 90 ευρώ, σήμερα ξεπερνά τα 1.000 ευρώ – αύξηση συγκρίσιμη με εκείνη των κρυπτονομισμάτων.
Η Γερμανία, βλέποντας την οικονομία της να αντιμετωπίζει προκλήσεις, προσπαθεί να τη μετατρέψει σε πολεμική μηχανή, ανακατευθύνοντας βιομηχανικές δραστηριότητες προς την αμυντική βιομηχανία.
Ο Χαρβαλιάς δεν διστάζει να χαρακτηρίσει την κατάσταση ως μια «εποχή παράκρουσης», όπου οι ευρωπαίοι ηγέτες δρουν ως «χρήσιμοι ηλίθιοι» εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της Γερμανίας, ακόμη κι αν αυτό βλάπτει τα δικά τους κράτη. Υπενθυμίζει, επίσης, τα διαχρονικά «κόμπλεξ» της Γερμανίας και τη φιλοδοξία της να επιστρέψει σε μια θέση στρατιωτικής ισχύος. Το επικίνδυνο στοιχείο αυτής της εξέλιξης, όπως τονίζει, είναι ότι ο γερμανικός επανεξοπλισμός δεν περιορίζεται πλέον σε συμβατικά όπλα, αλλά ενδέχεται να περιλαμβάνει και πυρηνικά.
Υπενθυμίζει, επίσης, τα διαχρονικά «κόμπλεξ» της Γερμανίας και τη φιλοδοξία της να επιστρέψει σε μια θέση στρατιωτικής ισχύος.
Με φόντο αυτές τις παγκόσμιες αλλαγές, ο Χαρβαλιάς εκφράζει έντονη ανησυχία για τη στάση της Ελλάδας. Θεωρεί ότι η αδυναμία της χώρας να χαράξει μια σταθερή και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική μπορεί να την οδηγήσει σε μια κατάσταση αντίστοιχη με αυτήν της Αρμενίας υπό την ηγεσία του Νικόλ Πασινιάν. Η Αρμενία, μετά από χρόνια λανθασμένων διπλωματικών επιλογών, βρέθηκε απομονωμένη και ανίσχυρη, με αποτέλεσμα να υποστεί βαριά ήττα στον πόλεμο με το Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ο Χαρβαλιάς προειδοποιεί ότι, εάν η Ελλάδα δεν διαχειριστεί σωστά τις σχέσεις της με την Τουρκία και τους διεθνείς της εταίρους, ενδέχεται να βρεθεί σε μια παρόμοια θέση αδυναμίας και υποχώρησης. Το ερώτημα που τίθεται, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, είναι ποιος θα είναι ο Έλληνας πρωθυπουργός που θα αποδεχθεί να παίξει αυτόν τον ρόλο. Αν η χώρα δεν αποκτήσει μια σαφή στρατηγική και δεν επιδιώξει ενεργά τα εθνικά της συμφέροντα, κινδυνεύει να βρεθεί σε μια κατάσταση όπου θα αναγκαστεί να δεχτεί επιβολές και πιέσεις, όπως συνέβη με την Αρμενία.
Θεωρεί ότι η αδυναμία της χώρας να χαράξει μια σταθερή και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική μπορεί να την οδηγήσει σε μια κατάσταση αντίστοιχη με αυτήν της Αρμενίας υπό την ηγεσία του Νικόλ Πασινιάν.
ΠΗΓΗ: MILITAIRE
Be the first to write a comment.