Στη Γάζα, μια τέτοια σιωπηλή αλλά καθοριστική στροφή βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Η συμμετοχή της Τουρκίας στο υπό διαμόρφωση διεθνές Task Force αποτελεί το μέσο με το οποίο η Άγκυρα επιχειρεί να επανέλθει δυναμικά στο επίκεντρο των διεθνών εξελίξεων — και παράλληλα να ενισχύσει τη θέση της στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό.
Από την περιθωριοποίηση στην επιστροφή
Η απόφαση της Τουρκίας να συμμετάσχει στο Task Force, που συγκροτείται με πρωτοβουλία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αιγύπτου, με τη συμμετοχή και του Κατάρ, σηματοδοτεί μια σαφή επιστροφή από την περίοδο διεθνούς απομόνωσης των τελευταίων ετών. Ο μηχανισμός αυτός έχει ως αποστολή την επίβλεψη της εφαρμογής της εκεχειρίας, τη διευκόλυνση της ανταλλαγής αιχμαλώτων και την παρακολούθηση της πρώτης φάσης του σχεδίου, το οποίο περιλαμβάνει και τη σταδιακή αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων.
Ύστερα από σχετικό αίτημα του Ντόναλντ Τραμπ, η Τουρκία καλείται να λειτουργήσει ως δίαυλος επικοινωνίας με τη Χαμάς, συμβάλλοντας στην αποδοχή του πλαισίου της εκεχειρίας. Έτσι, επανέρχεται ως παράγοντας που δεν μπορεί να παραβλεφθεί, επιδιώκοντας να δείξει ότι, ακόμη και όταν δεν βρίσκεται στο προσκήνιο, διαθέτει τα μέσα και την επιρροή για να επηρεάζει τις εξελίξεις.
Η εξωτερική σκηνή ως απάντηση στην εσωτερική πίεση
Η τουρκική στρατηγική γίνεται κατανοητή μόνο μέσα από το πρίσμα της εσωτερικής συγκυρίας. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται αντιμέτωπος με μία από τις πιο δύσκολες πολιτικές φάσεις της εικοσαετούς κυριαρχίας του: ο πληθωρισμός υπερβαίνει το 70%, η κοινωνική δυσαρέσκεια διογκώνεται, ενώ οι ήττες σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη αποκάλυψαν τη φθορά και την κόπωση του εκλογικού σώματος.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η εικόνα της Τουρκίας ως «προστάτιδας των Παλαιστινίων» και «απαραίτητης μεσολαβητικής δύναμης» λειτουργεί ως μέσο συσπείρωσης του εσωτερικού ακροατηρίου και αναπλήρωσης της φθίνουσας πολιτικής νομιμοποίησης. Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι οι διεθνείς πρωτοβουλίες μπορούν να προσφέρουν στο καθεστώς του τη σταθερότητα που πλέον δεν εξασφαλίζουν οι εσωτερικές πολιτικές.
Η Γάζα ως διαπραγματευτικό χαρτί
Η εμπλοκή της Άγκυρας στο Task Force δεν της εξασφαλίζει μόνο εικόνα επιρροής, αλλά της προσφέρει και νέα διαπραγματευτικά όπλα. Η συμμετοχή της στις μεταπολεμικές διαδικασίες μπορεί να μεταφραστεί σε αυξημένο ρόλο στις συνομιλίες για τη μελλοντική αρχιτεκτονική ασφαλείας, την ανοικοδόμηση και τη διαχείριση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Παράλληλα, της δίνει τη δυνατότητα να ενισχύσει τη θέση της έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, σε μια συγκυρία όπου παραμένουν ανοιχτά ζητήματα όπως ο εκσυγχρονισμός των F-16 ή ακόμη και η πιθανή επανένταξή της στο πρόγραμμα των F-35.
Παρά τις δηλώσεις Τραμπ ότι είναι πρόθυμος να υποστηρίξει την επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35, τα θεσμικά εμπόδια παραμένουν. Οι κυρώσεις του νόμου CAATSA, οι περιορισμοί του Κογκρέσου και οι ρήτρες της νομοθεσίας NDAA εξακολουθούν να ισχύουν. Η εμπλοκή της Τουρκίας στη Γάζα δεν εγγυάται λύση, αλλά λειτουργεί ως διαπραγματευτικό κεφάλαιο.
Η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει τη χρησιμότητα της Τουρκίας ως δίαυλου επικοινωνίας, παραμένει όμως επιφυλακτική λόγω των στενών σχέσεών της με τη Μόσχα και την Τεχεράνη. Από την πλευρά του, το Ισραήλ αντιμετωπίζει με καχυποψία μια χώρα που έχει για χρόνια υιοθετήσει ανοικτά φιλοπαλαιστινιακή στάση. Έτσι, αν και η Άγκυρα βλέπει ένα παράθυρο ευκαιρίας να ανοίγει, αυτό απέχει πολύ από το να συνιστά λευκή επιταγή.
Παράλληλα, στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό αναδύονται φωνές — όπως αυτή του Ντεβλέτ Μπαχτσελί — που προτείνουν μια στρατηγική «τριάδας» συνεργασίας Τουρκίας–Ρωσίας–Κίνας, ως αντίβαρο στη δυτική αρχιτεκτονική. Αν και η πρόταση αυτή δεν εκφράζει επίσημη πολιτική γραμμή, αντανακλά τον αυξανόμενο εθνικιστικό ρεαλισμό και τη διάθεση να διατηρηθούν ανοιχτές όλες οι επιλογές. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η συμμετοχή της Τουρκίας στη Γάζα λειτουργεί και ως μοχλός πίεσης προς τη Δύση, υπενθυμίζοντας ότι η Άγκυρα διαθέτει εναλλακτικές.
Γιατί μας αφορά;
Οι εξελίξεις αυτές δεν συνιστούν ένα απομακρυσμένο κεφάλαιο της Μέσης Ανατολής· επηρεάζουν άμεσα και την Ανατολική Μεσόγειο. Η επιστροφή της Τουρκίας ως ρυθμιστικής δύναμης δεν περιορίζεται στη Γάζα: ενισχύει την επιρροή της στην Ουάσιγκτον, αναβαθμίζει τη θέση της στους ευρωατλαντικούς θεσμούς και της προσφέρει νέα εργαλεία — από τα εξοπλιστικά έως τα ενεργειακά.
Για να αντιληφθούμε τη σημασία της συμμετοχής της Τουρκίας στο Task Force, πρέπει να τη δούμε όχι ως μεμονωμένο περιστατικό, αλλά ως μέρος μιας συνεκτικής στρατηγικής επαναφοράς της στο επίκεντρο των περιφερειακών εξελίξεων. Πρόκειται για μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσης των ισορροπιών στην περιοχή, κάτι που αφορά άμεσα και την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η πρόσκληση του Τραμπ προς Αθήνα και Λευκωσία να συμμετάσχουν στη διάσκεψη για τη Γάζα δείχνει ότι η μεταπολεμική αρχιτεκτονική δεν θα είναι αποκλειστικό πεδίο των ΗΠΑ, της Τουρκίας, της Αιγύπτου και του Κατάρ. Ενδέχεται, επομένως, να υπάρξει περιθώριο παρέμβασης και για εμάς. Εάν κινηθούμε έξυπνα, η παρουσία μας εκεί μπορεί να συνδεθεί με σταθερές θέσεις υπέρ μιας βιώσιμης αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην περιοχή. Μένει, βέβαια, να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα.
ΠΗΓΗ: MILITAIRE .gr
Comments are closed for this post.