Ένα χρόνο μετά τις προεδρικές εκλογές, ο Αβέρωφ Νεοφύτου λύνει τη σιωπή του μιλώντας για όλους και για όλα.
Σε αποκλειστική συνέντευξή του στο «Φ» χαρακτηρίζει την κυβέρνηση Χριστοδουλιδη «κυβέρνηση παρατηρητών» με τάσεις «μικρομεγαλισμού» Τονίζει την ανάγκη για ενότητα και συστράτευση του κόσμου του Δημοκρατικού Συναγερμού για τη νίκη στις επικείμενες ευρωεκλογές, καλώντας τους πολίτες να στείλουν μήνυμα στην Κυβέρνηση με ψήφο προς τον ΔΗΣΥ.
Κάνει την αυτοκριτική του και αναλύει τους λόγους που οδήγησαν στην εκλογική αποτυχία της δικής του προεδρικής υποψηφιότητας. Τοποθετείται σε σχέση με τις παρεμβάσεις Αναστασιάδη στον ΔΗΣΥ και τα όσα έγιναν πριν και μετά τις προεδρικές εκλογές. Ασκεί έντονη κριτική στην κυβέρνηση εφ’ όλης της ύλης: από την οικονομία, τη στέγαση και το ενεργειακό ως το μεταναστευτικό και διαμηνύει την ανάγκη πιο ισχυρής αντιπολίτευσης. Την ίδια ώρα όμως δίνει στήριξη στην Αννίτα Δημητρίου καλώντας την να κλείσει τα αυτιά της στα προσωπικά θέλω και να πορευθεί με αυτοπεποίθηση στην ηγεσία του κόμματος.
– Γίνεται πολύς λόγος στον ΔΗΣΥ και μάλιστα από την ηγεσία για την ανάγκη ενότητας. Πιστεύετε ότι η ενότητα του κόμματος βρίσκεται σε κίνδυνο; Πώς βλέπετε τον δικό σας ρόλο στην προσπάθεια για έναν ενωμένο και δυνατό ΔΗΣΥ;
– Δεν έχω σταματήσει να επαναλαμβάνω σε όλους τους τόνους την πάγια θέση μου: το μέλλον της πατρίδας μας είναι συναρτημένο με την ύπαρξη και τη διαρκή εξέλιξη ενός δυνατού, άρα ενωμένου και συμπαγούς Δημοκρατικού Συναγερμού. Δυνατός ΔΗΣΥ όμως, στην πολιτική πράξη και στο κοινωνικό πεδίο, σημαίνει δημιουργικότητα, τόλμη, εκσυγχρονιστική ατζέντα. Σημαίνει ξεκάθαρες και επεξεργασμένες θέσεις, που με τη σειρά τους προϋποθέτουν σκληρή δουλειά, διαβούλευση, διάλογο με την κοινωνία, κατανόηση των διεθνών γεωπολιτικών εξελίξεων. Για μένα, αυτά είναι τα προαπαιτούμενα για ένα κόμμα δυναμικό και σύγχρονο, που θέτει τις βάσεις για την επιστροφή στη διακυβέρνηση της χώρας. Εξ αυτών καθορίζεται και η δική μου στάση: να είμαι παρών και χρήσιμος με θέσεις σύγχρονες και προτάσεις καινοτομικές, στηριγμένες πάντα στην ιδεολογική μας ταυτότητα. Επιστρέφοντας λοιπόν στον πυρήνα της ερώτησής σας: ενωμένος ΔΗΣΥ είναι ο δυνατός ΔΗΣΥ, το κόμμα της ευθύνης που παράγει ιδέες και προτάσεις για το μέλλον του τόπου και έχει τη δυνατότητα να τις μετατρέψει σε ρεαλιστικές πολιτικές. Όταν δεν συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος η μικροπολιτική, οι εγωισμοί, η εσωστρέφεια. Απέχω απολύτως απ’ όλα αυτά , η έγνοια μου είναι το αύριο της Κύπρου μας και είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι αυτό μπορεί να διασφαλιστεί από έναν ισχυρό ΔΗΣΥ.
– Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αφενός μια αυξανόμενη δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση και αφετέρου μίαν επιφύλαξη, αν όχι δυσπιστία προς την αντιπολίτευση. Πώς το σχολιάζετε;
– Δεν υπάρχει πιο διαβρωτική συνθήκη για τη Δημοκρατία μας από μια αδύναμη κυβέρνηση που έχει απέναντί της μια φοβική, αμφιταλαντευόμενη αντιπολίτευση. Ο κυπριακός λαός δια της ψήφου του ανέθεσε στον ΔΗΣΥ να ηγηθεί της αντιπολίτευσης. Και η νέα μας πρόεδρος επιβεβαίωσε αυτόν τον ρόλο με συνεδριακή απόφαση. Αυτόν τον ρόλο οφείλουμε να τον τιμούμε σταθερά, με αίσθημα πολιτικής ευθύνης, με σκληρή δουλειά, με δυναμική αντιπαράθεση όπου απαιτείται και με συναίνεση, όταν οι καταστάσεις το επιβάλλουν. Είναι νομίζω σαφές σε όλες και σε όλους ότι, ως στέλεχος του ΔΗΣΥ, ως τέως πρόεδρος, εργάζομαι συστηματικά προς αυτή την κατεύθυνση και αυτό το μήνυμα επιχειρώ να εκπέμψω συνολικά σε όλες τις βαθμίδες του κόμματός μας και στην κοινωνία. Δεν μπορούμε, δεν δικαιούμαστε να μείνουμε απαθείς μπροστά σε μια κυβέρνηση που από πολύ νωρίς μας πείθει για την ανεπάρκειά της και τη δομική της αδυναμία να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις. Κάποια στιγμή τη χαρακτήρισα «κυβέρνηση παρατηρητών και σχολιαστών» λόγω της παροιμιώδους πλέον αδράνειας του επικεφαλής και των μελών της, που απλά παρατηρούν τις εξελίξεις και τις σχολιάζουν λες και δεν τους αφορούν. Πρέπει λοιπόν να σταθούμε απέναντι, όχι με λαϊκισμούς και επικοινωνιακά τερτίπια, αλλά με ισχυρές θέσεις, με τεκμηριωμένο λόγο, με την αύρα μιας παράταξης που θα βρεθεί και πάλι στο τιμόνι της Κύπρου μας.
– Τις παρεμβάσεις Νίκου Αναστασιάδη σε ο,τι αφορά την κατάσταση στο ΔΗΣΥ, πώς τις σχολιάζετε;
– Επιτρέψτε μου ένα γενικότερο σχόλιο: Συμβαίνει, δυστυχώς αρκετά συχνά, στην πολιτική να αναλωνόμαστε σε συζητήσεις που καθόλου δεν αφορούν τους πολίτες, τη ζωή και την καθημερινότητά τους, αλλά και τον τόπο συνολικά. Μια τέτοια συζήτηση είναι κι αυτή στην οποία αναφέρεστε. Το θέμα αυτό έχει κριθεί, έχει λήξει. Οι πολίτες, ειδικά οι συναγερμικοί, ξέρουν πολύ καλά τί έχει συμβεί, γνωρίζουν πολύ καλά τί ρόλο έχει παίξει ο καθένας, ειδικά στην περίοδο πριν από τις προεδρικές εκλογές- και στις ίδιες τις εκλογές. Και ο ίδιος ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε. Είναι λοιπόν απολύτως περιττό να ανακυκλώνουμε αυτή την κουβέντα. Εγώ πάντως δεν πρόκειται να το κάνω. Αφοσιώνομαι στα μεγάλα και στα σημαντικά και προσπαθώ να συνεισφέρω στο μέτρο των δυνάμεών μου, γιατί το κύριο μέλημά μου είναι το μέλλον της πατρίδας. Τα μικρά και τις όποιες ανθρώπινες πικρίες, τα έχω αφήσει οριστικά πίσω μου.
– Τη Αννίτα Δημητρίου πώς την αξιολογείτε με βάση το μέχρι τώρα δείγμα γραφής της στην ηγεσία του ΔΗΣΥ;
– H Αννίτα έχει αφιερώσει όλο της το είναι στην υπόθεση του ΔΗΣΥ, ο οποίος, όπως όλοι ξέρουμε, δεν είναι εύκολο καράβι. Νομίζω ότι της αξίζει να σταθεί με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, να δίνει λιγότερη σημασία στα προσωπικά του ενός και του άλλου, εμπεδώνοντας ότι η ενότητα του κόμματος κατακτιέται όσο στεκόμαστε με αποφασιστικότητα και με θέσεις στην πρώτη γραμμή της αντιπολίτευσης, απέναντι σε μια ανύπαρκτη κυβέρνηση.
– Κάποιοι σας χρεώνουν ευθύνες για την εσωστρέφεια του κόμματος. Ορισμένοι λένε ότι δεν θέλετε να πάει καλά ο Συναγερμός και διοχετεύετε ψήφους σε άλλους χώρους…
– Όσοι τα διαδίδουν αυτά μάλλον με μπερδεύουν με κάποιον άλλον… Αν έχω κατακτήσει κάτι στην πολιτική μου διαδρομή, είναι η ευθύτητα. Μάλιστα ορισμένοι θεωρούν ότι η ευθύτητα είναι ένα από τα μειονεκτήματά μου – ότι θα έπρεπε να είμαι πιο «στρογγυλός» στη διατύπωση των σκέψεών μου. Με αυτήν την ευθύτητα, λοιπόν, σας λέγω ότι αγωνίζομαι με όλες μου τις δυνάμεις για τη νίκη του ΔΗΣΥ στις επικείμενες εκλογές – αλλά και για την επιτυχία και μετά από αυτές- θεωρώντας διαχρονικά την εσωστρέφεια αυτοκαταστροφική για το κόμμα μας. Το αντίδοτο στην εσωστρέφεια είναι η έξοδος του ΔΗΣΥ προς στην κοινωνία και η πολιτική έφοδός του για νικηφόρο αποτέλεσμα. Με την ευκαιρία, θέλω να προσθέσω το εξής: οφείλουμε να δώσουμε μεγάλη βαρύτητα στις ευρωεκλογές, ως κόμματα και ως πολίτες, δεδομένου ότι τα ευρωπαϊκά διακυβεύματα είναι ιδιαιτέρως σοβαρά. Ταυτόχρονα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια νέα πολιτική πραγματικότητα. Για αυτό και καλώ τους πολίτες να στείλουν μήνυμα στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη με ψήφο στο ΔΗΣΥ.
– Την ενέργεια Πελεκάνου πώς την σχολιάζετε;
– Ήμουν, είμαι και θα συνεχίσω να είμαι απέναντι σε κάθε αποστασία. Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να αποδεχθώ την κανονικοποίηση της συμπεριφοράς του αποστάτη, μια κανονικοποίηση του τύπου «αφού το έκανε ο Χριστοδουλίδης, γιατί να μην το κάνω κι εγώ». Στέκομαι λοιπόν απέναντι γιατί πολύ απλά, κάθε τέτοια διασπαστική κίνηση πλήττει τον ΔΗΣΥ.
– Ένα χρόνο μετά τις προεδρικές εκλογές, πώς αξιολογείτε το αποτέλεσμα;
– Διαβάστε όσα είπε ο «εθνικός μας δημοσκόπος», ο κ. Μαυρής, που κατέγραψε το φαινόμενο ομάδες ψηφοφόρων να κινούνται προς ενίσχυση του τρίτου, ως τότε, στις δημοσκοπήσεις, κ. Μαυρογιάννη, με στόχο τον αποκλεισμό του Αβέρωφ από το 2ο γύρο. Πλέον, το ποιοι έκαναν πράξη αυτή την επιλογή είναι γνωστό. Όταν ξεκίνησα τον προεκλογικό αγώνα οι δημοσκοπήσεις μάς έδιναν 7%. Το ότι ανεβήκαμε 20 μονάδες οφείλεται πρώτα απ’ όλα στην υπέροχη προσπάθεια των απλών μελών του ΔΗΣΥ. Παρόλα αυτά, ένα χρόνο μετά, δεν διστάζω να κάνω την αυτοκριτική μου για το ότι άργησα να βάλω στην καμπάνια το δικό μου μεταρρυθμιστικό στίγμα, με συγκεκριμένες προτάσεις. ‘Όταν το έκανα, όπως με τη στοχευμένη φοροελάφρυνση των νέων, το αποτέλεσμα ήταν να κερδίσουμε θεαματικά έδαφος στις νεανικές ηλικίες, γεγονός που αποτελεί μια σημαντική πολιτική παρακαταθήκη για το παρόν και το μέλλον της παράταξής μας. Πάντως, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους: το αποτέλεσμα των εκλογών έκανε θρύψαλα το επιχείρημα ότι «ο Αβέρωφ δεν ήταν εκλέξιμος», έχοντας τον Νίκο Χριστοδουλίδη, στέλεχος τότε της κυβέρνησης, να θέτει υποψηφιότητα απέναντι από την παράταξη του. Είναι γνωστό πλέον και πόσοι συναγερμικοί τον ψήφισαν. Απλώς να σκεφτούμε ότι, αν δεν υπήρχε η υποψηφιότητα του και αν εισακουγόταν η πρόταση που είχα κάνει για να προσφύγουμε στα μέλη του κόμματος προκειμένου να αποφασιστεί ο υποψήφιος της παράταξης, ίσως τα ποσοστά που θα παίρναμε στον πρώτο γύρο να ήταν και ψηλότερα από τα ποσοστά το 2018 την πρώτη Κυριακή, λαμβάνοντας υπόψη και το 6-8% που μας ψήφισαν από άλλους χώρους.
– Δεν καταφέρατε όμως κάποια κομματική συνεργασία…
– Μα πώς να υπάρξει κομματική συνεργασία; Tα υπόλοιπα κόμματα έβλεπαν τα δεδομένα, έβλεπαν τη διάσπαση εντός ΔΗΣΥ με την εξωθεσμική υποψηφιότητα του Νίκου Χριστοδουλίδη και προφανώς κινήθηκαν ανάλογα. Έχουν απαντηθεί αυτά τα ερωτήματα…
Το «παράθυρο ευκαιρίας» για το Κυπριακό θα είναι ταφόπλακα αν δεν κινηθούμε με τόλμη
– Σε ο,τι αφορά το Κυπριακό, επαναλαμβάνετε διαρκώς τη θέση ότι κ. Ολκίν έχει συγκεκριμένο και ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα και ότι αυτό περικλείει κινδύνους. Ποιοι είναι αυτοί οι κίνδυνοι;
– Σωστά το υπενθυμίζετε και το επαναλαμβάνω σε όλους τους τόνους: η απεσταλμένη του ΟΗΕ είναι «ορισμένου χρόνου», έχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα δράσης το οποίο δεν ξεπερνά τους 6-7 μήνες, σύμφωνα με τα όσα προκύπτουν και από συζητήσεις μου με πολύ έγκυρους διεθνείς διπλωματικούς κύκλους. Αν δεν κινηθούμε με τόλμη και αποφασιστικότητα, αυτό το «παράθυρο ευκαιρίας», που συμβαίνει να ευνοείται από τη διεθνή και περιφερειακή γεωπολιτική συγκυρία, θα κλείσει οριστικά. Και τότε, λυπάμαι που το λέω, στο Κυπριακό θα μπει ταφόπλακα. Κι εμείς, χωρίς να το καταλάβουμε, θα βρεθούμε μπροστά σε μια σχεδόν αυτόματη αναβάθμιση των κατεχομένων.
Όπως έχω τονίσει και σε αναλυτική, γραπτή μου παρέμβαση πριν ακόμα ορισθεί η απεσταλμένη, ένα τέτοιο δραματικό φινάλε βολεύει την Άγκυρα, μέρος της τουρκοκυπριακής κοινότητας και μερικούς θιασώτες του δήθεν βελούδινου και σιωπηρού διαζυγίου στην δική μας πλευρά. Το λεγόμενο acknowledgement του καθεστώτος στα κατεχόμενα ( δεν πιστεύω ότι θα πετύχουν ποτέ την αναγνώριση) θα είναι η νέα αρχή μιας τελειωτικής εθνικής καταστροφής. Γιατί, απλούστατα, η Τουρκία δεν θα αρκεστεί σε ό,τι κατέχει στο βόρειο τμήμα, αλλά, μέσω της δημογραφικής αλλοίωσης κατεχόμενων και ελεύθερων περιοχών (βλέπε μεταναστευτικό), οι Ελληνοκύπριοι θα είμαστε, μετ’ ου πολύ, μια μικρή μειονότητα στην ίδια μας την πατρίδα. Αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος!
– Από τις επαφές που έχετε κάνει σε διπλωματικό επίπεδο τι έχετε εισπράξει σε σχέση με τη στάση του διεθνούς παράγοντα;
– Πραγματικά, τα σημάδια δεν είναι καθόλου καλά και αναρωτιέμαι, δεν καταλαβαίνουμε ή δεν θέλουμε να καταλάβουμε; Να σας πω ένα πολύ πιθανό σενάριο, στο οποίο συγκλίνουν και πολλοί ξένοι διπλωμάτες: Eάν δεν κινηθούμε άμεσα και αποφασιστικά, μετά από κάποιους μήνες η ειδική απεσταλμένη θα καταγράψει το χάσμα, θα κηρύξει αδιέξοδο και πιθανότατα επίσης ο ίδιος ο Γ.Γ. του ΟΗΕ θα καταθέσει την εντολή για το Κυπριακό που έχει λάβει από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Και τότε, όπως έχω επίσης πει, αντί για μια νέα αρχή θα βιώσουμε την αρχή του τέλους.
– Εσείς τί θα κάνατε αν βρισκόσασταν στη θέση του ΠτΔ όταν συναντήθηκε με την κ. Ολγκίν;
– Το πρώτο πράγμα που θα έκανα θα ήταν να διαλύσω τις οποιεσδήποτε σκιές, ότι δήθεν η Ελληνοκυπριακή πλευρά αμφισβητεί την πολιτική ισότητα και φυσικά θα απείχα από τις γνωστές επαμφοτερίζουσες και αμφιταλαντευόμενες θέσεις για το πλαίσιο Γκουτέρες. Θα το υπέγραφα ενώπιόν της και επειδή η θέση μου δεν θα είχε αστερίσκους και υποσημειώσεις, θα απαιτούσα προφανώς και η άλλη πλευρά να εγκαταλείψει την ιδέα των δύο κρατών. Θα τόνιζα ότι, όπως πολύ σωστά αποτυπώνεται στο πλαίσιο Γκουτέρες, το παρωχημένο σύστημα ασφαλείας του 1960 δεν μπορεί να συνεχιστεί, δεν μπορεί να έχει εφαρμογή σήμερα! Θα έθετα επίσης την ενέργεια και το φυσικό αέριο ως μεγάλο ατού αλλά και τη γεωπολιτική αξία της Κύπρου στο σύστημα ασφάλειας της Ευρώπης και της Δύσης, το ΝΑΤΟ. Όλα αυτά βέβαια απαιτούν ηγετικό ανάστημα και αποφασιστικότητα, που πολύ φοβάμαι, έρχονται σε αντίθεση με τη μόδα της εποχής που «απαιτεί» να είμαστε αρεστοί σε όλους – άρα να μην λέμε και να μην κάνουμε τίποτα ουσιαστικό…
«Θα σταθώ δίπλα στον Πρόεδρο της χώρας μου αν…»
– Σε άρθρο σας για το Κυπριακό είχατε πει περίπου «Πρόεδρε θα σταθώ δίπλα σου», υπό κάποιες προϋποθέσεις. Το εννοείτε; Και πώς;
– Το είπα και το ξαναλέω. Και το απέδειξα με τη στάση μου στην περίπτωση της «Αμάλθειας». Αλλά θα σταθώ δίπλα στον Πρόεδρο της χώρας μου αν επιδείξει το σθένος να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων: να κινηθεί ως υπεύθυνος πολιτικός που βλέπει τη μεγάλη εικόνα, με κριτήρια εθνικά και πολιτικά και όχι μικροπολιτικά. Η «Αμάλθεια», συγκεκριμένα, είναι ένα καλό παράδειγμα: η περιφερειακή συγκυρία μάς ευνοεί, ο Πρόεδρος παίρνει μια σωστή πρωτοβουλία, αλλά δεν βλέπει την ευκαιρία, μέσω της αναβαθμισμένης περιφερειακής μας θέσης, να «ξεκλειδώσει» το Κυπριακό. Επαναπαύεται σε κάποια επικοινωνιακά οφέλη και εκπέμπει συνεχώς την εικόνα του μικρομεγαλισμού. Πώς αξιοποίησε τη σημαντική θέση της Κύπρου ως κόμβο ανθρωπιστικής βοήθειας στην περιοχή; Πώς μετέτρεψε αυτή τη θετική για τη γειτονιά πρωτοβουλία, σε θετικό γεγονός για τους Κύπριους πολίτες και το εθνικό μας θέμα; Μέσα σε μια περίοδο των ευρωπαϊκών και διεθνών διθυράμβων για την στάση της Κύπρου, ούτε καν την παραδοσιακή παράγραφο για το Κυπριακό δεν είδαμε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Πού είναι η σύνδεση των ευρωτουρκικών σχέσεων με το κυπριακό που εξήγγειλε ο ΠτΔ; Πού είναι – και κανείς δεν τον βλέπει – ο ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος, απεσταλμένος από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και όχι από την Επιτροπή, που ο Πρόεδρός μας το έκανε παντιέρα; Το τί πρέπει να γίνει συνολικά, σας το ανέλυσα προηγουμένως. Αν κάνει αυτά τα βήματα ο Πρόεδρος, βεβαίως και θα είμαι μαζί του!
Πηγή: Philenews
Comments are closed for this post.