Σε πρόσφατη εκπομπή του #exAformis, με τον κύριο Χάρη Θεραπή, ο καλεσμένος Βασίλης Κοψαχείλης, σε ζωντανή σύνδεση από την Αθήνα, παρουσίασε μια εκτενή ανάλυση των νέων εμπορικών δρόμων που διαμορφώνουν το μέλλον του παγκόσμιου εμπορίου. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στα δύο μεγάλα εγχειρήματα – το BRI της Κίνας και το IMEC, το οποίο αποσκοπεί στη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού δικτύου εμπορικών διαδρομών από την Ινδία προς την Ευρώπη.
Το BRI αποτελεί το βασικό εργαλείο επέκτασης της Κίνας στον χώρο του διεθνούς εμπορίου. Σύμφωνα με την ανάλυση, το εγχείρημα στοχεύει στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου εμπορικών διαδρομών, το οποίο περιλαμβάνει δύο βασικές διαδρομές. Η πρώτη είναι η χερσαία διαδρομή, που θα συνδέει την Κίνα με την Ευρώπη μέσω σύγχρονων γραμμών τρένων και εξειδικευμένων εμπορευματικών σταθμών, ενώ η δεύτερη αφορά τη θαλάσσια διαδρομή, η οποία θα υλοποιηθεί με τη συμβολή του βιοεπιχειρηματικού θαλάσσιου οργανισμού COSCO. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κίνα επενδύει σε λιμάνια και σταθμούς, με το Λιμάνι του Πειραιά να παίζει καθοριστικό ρόλο στην υλοποίηση του σχεδίου.
Σε αντίθεση με το BRI, ο IMEC προτείνεται ως μια εναλλακτική και ανταγωνιστική προσέγγιση της Δύσης έναντι της Κίνας, που ξεκινά από την Ινδία και έχει ως στόχο τη σύνδεση της Ασίας με την Ευρώπη μέσω μιας θαλάσσιας και χερσαίας οδού. Τα εμπορεύματα θα μεταφέρονται αρχικά στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και στη συνέχεια θα διέρχονται μέσα από τη Σαουδική Αραβία έως το Ισραήλ, παρακάμπτοντας έτσι την παραδοσιακή διαδρομή της Διώρυγας του Σουέζ. Η νέα αυτή διαδρομή προσφέρει μια στρατηγική εναλλακτική, μειώνοντας την εξάρτηση της Ευρώπης από την κινεζική βιομηχανία.
Η Ελλάδα, με βάση τις πρώτες στρατηγικές προβλέψεις και τις ελπίδες που είχε καλλιεργήσει, ανέμενε πως σημαντικός όγκος εμπορευμάτων που θα ξεκινούσαν από το λιμάνι της Χάιφα θα κατέληγε στο Πειραιά, ενισχύοντας τη θέση της ως βασικός κόμβος στη διεθνή εμπορευματική ροή. Ωστόσο, το τοπίο δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τις προσδοκίες. Η Ιταλία, εκμεταλλευόμενη μια σειρά από υπέργειους και υπόγειους μηχανισμούς και συμφωνίες που διαπραγματεύτηκε με τις ΗΠΑ, κατάφερε να παρέμβει στρατηγικά στη συμφωνία που η Ελλάδα ήλπιζε να υλοποιήσει. Η κ. Μελόνη, η οποία είχε υπογράψει συμφωνίες με την Κίνα για το BRI, αποφάσισε να αποδεχτεί τον εναλλακτικό IMEC. Η Ιταλός πρωθυπουργός έκανε διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της συμφωνίας με την Κίνα και την αντικατάστασή του με τον IMEC, μια στρατηγική που φέρνει τα προϊόντα από την Χάιφα στην Ιταλία αντί για τον Πειραιά. Αυτή η κίνηση αποδυναμώνει τη θέση του Πειραιά ως κύριο λιμάνι διαμετακόμισης στην περιοχή, αποδεικνύοντας την πολυπλοκότητα των διεθνών εμπορικών σχέσεων και τις συνέπειες από τις ανταγωνιστικές στρατηγικές που αναπτύσσονται μεταξύ των κρατών και των οικονομικών δυνάμεων. « Η παρουσία της COSCO στον Πειραιά καθιστά απαγορευτική τη διέλευση του IMEC από το λιμάνι, εμείς δυστυχώς, οφθαλμοσκοπούμε και χάνουμε πολλά τρένα», σχολίασε χαρακτηριστικά ο καλεσμένος.
Η Ιταλία, εκμεταλλευόμενη μια σειρά από υπέργειους και υπόγειους μηχανισμούς και συμφωνίες που διαπραγματεύτηκε με τις ΗΠΑ, κατάφερε να παρέμβει στρατηγικά στη συμφωνία που η Ελλάδα ήλπιζε να υλοποιήσει. Η κ. Μελόνη, η οποία είχε υπογράψει συμφωνίες με την Κίνα για το BRI, αποφάσισε να αποδεχτεί τον εναλλακτικό IMEC.
Στην συνέχεια σε ένα άλλο πλαίσιο συζήτησης εκφράστηκε η ανησυχία ότι η Ευρώπη προχωρά στο κλείσιμο πυρηνικών εργοστασίων παραγωγής ενέργειας, την ίδια στιγμή που η Τουρκία, στη γειτονιά μας, προχωρά στην κατασκευή και λειτουργία ενός πυρηνικού εργοστασίου με τη βοήθεια τεχνολογίας από τη Ρωσία. Αυτό έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες στον καλεσμένο, καθώς ενδέχεται κάποια από τα σχεδιαζόμενα πυρηνικά υλικά όπως το εμπλουτισμένο ουράνιο να καταλήξουν να χρησιμοποιηθούν σε στρατιωτικά προγράμματα της Τουρκίας. Ο φόβος του κ. Κοψαχείλη είναι η στρατηγική ανατροπή στην ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή και ο κίνδυνος για την ασφάλεια της Ελλάδας και της Κύπρου. Παράλληλα, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας, φαίνεται να αγνοεί αυτή την απειλή, «δεν έχουμε ζητήσει ποτέ την προοπτική να έχουμε απέναντί μας μια Τουρκία με πυρηνικό εργοστάσιο», αποδεικνύοντας πως το θέμα δεν έχει εξεταστεί πλήρως από την ελληνική κυβέρνηση με την σοβαρότητα που του αρμόζει.
Αυτό έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες στον καλεσμένο, καθώς ενδέχεται κάποια από τα σχεδιαζόμενα πυρηνικά υλικά όπως το εμπλουτισμένο ουράνιο να καταλήξουν να χρησιμοποιηθούν σε στρατιωτικά προγράμματα της Τουρκίας.
Τέλος οι νέοι εμπορικοί δρόμοι – είτε αυτοί διαμορφώνονται μέσω του BRI της Κίνας είτε με το εναλλακτικό εγχείρημα του IMEC – αποτελούν κρίσιμα στοιχεία για την αναδιάρθρωση του παγκόσμιου εμπορίου. Η Ευρώπη, παρά τις προσπάθειές της, παραμένει σε θέση παρατηρητή, αδυνατώντας να επιβληθεί ως ηγετική δύναμη σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον. Η έλλειψη μιας ομογενοποιημένης στρατηγικής και η απουσία μιας ενιαίας φωνής, εμποδίζουν την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων. Ο καλεσμένος επισήμανε πως η Ευρώπη, λόγω στρατηγικής μυωπίας, έχει χάσει πολλές κρίσιμες ευκαιρίες τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδο. Για την Ελλάδα, η κατάσταση αυτή σηματοδοτεί την ανάγκη επένδυσης και αναβάθμισης των υποδομών διανομής εμπορευμάτων, αξιοποιώντας πλήρως τη στρατηγική θέση που κατέχει στο λιμάνι του Πειραιά αλλά και της εξέχουσας θέσης της στην ναυτιλία. Η μετατροπή της χώρας σε κεντρικό κόμβο για το διεθνές εμπόριο μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της εθνικής οικονομίας και στην αναβάθμιση του ρόλου της σε ένα πολύπλοκό και συνεχώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η Ευρώπη, παρά τις προσπάθειές της, παραμένει σε θέση παρατηρητή, αδυνατώντας να επιβληθεί ως ηγετική δύναμη σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον. Η έλλειψη μιας ομογενοποιημένης στρατηγικής και η απουσία μιας ενιαίας φωνής, εμποδίζουν την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων.
Συνολικά, οι νέοι εμπορικοί δρόμοι του IMEC και του BRI θέτουν τα θεμέλια για μια ριζοσπαστική αναδιάταξη του παγκόσμιου εμπορίου, όπου οι γεωστρατηγικές αποφάσεις και οι επενδυτικές στρατηγικές θα καθορίσουν το μέλλον των διεθνών σχέσεων και της οικονομικής ανάπτυξης. Η επιτυχία αυτών των εγχειρημάτων εξαρτάται όχι μόνο από τις τεχνικές και οικονομικές παραμέτρους, αλλά κυρίως από την πολιτική βούληση και την ικανότητα των εμπλεκόμενων κρατών να συνεργαστούν εντός ενός πολυδιάστατου συστήματος.
Be the first to write a comment.