Όλοι εμείς, οι πάνω από 55, 60, 65 είμαστε μια γενιά που δεν επιστρέφει, αυτό που λένε “πάει έσπασε το καλούπι”.
Αυτή η γενιά των ’60s ’70s είμαστε:
Μια γενιά που περπάτησε και γύρισε από το σχολείο με τα πόδια, όσο μακριά και να ήταν.
Μια γενιά που ο δάσκαλός σου σε έστελνε στο γραφείο να πάρεις κιμωλία… και πήγαινες κι ερχόσουν “σφαίρα”, χωρίς δευτερη κουβέντα!
Μια γενιά που στο σχολείο έκανε έπαρση και υποστολή της σημαίας και προσευχή… και θεωρούσες τιμή σου να σε επέλεγε ο Διευθυντής ή ο Γυμνασιάρχης να πεις εσύ το “Πάτερ ημών”!
Μια γενιά που σπούδασε μόνη της, που δεν είχαν λεφτά οι γονείς μας για ιδιαίτερα μαθήματα και όμως δεν τα παρατήσαμε…
Αν τότε δεν καταλάβαινες κάτι, έμενες μετά το μάθημα και σου το το εξηγούσαν. Γιατί τότε οι δάσκαλοι ήταν αληθινοί δάσκαλοι και μετέδιδαν γνώση και διαμόρφωναν χαρακτήρες…
Μια γενιά που έγραψε στα ημερολόγιά της και στα λευκώματα το ακραίο για την εποχή “Τι εστι Ερως”, μια γενιά μαθητών και μαθητριών που έκαναν την εργασία τους μόνοι τους, δεν τους βοηθούσαν οι γονείς τους, γιατί ήταν στα χωράφια, στις δουλειές, στα γραφεία τους, στα μαγαζιά τους.
Μια γενιά που θεωρούσε ντροπή να κάθεται στο λεωφορείο στο κάθισμα, δίπλα σε μια όρθια έγκυο, έναν όρθιο όχι μόνο γέροντα ή γερόντισσα, αλλά όποιον ενήλικα που γενικά είχε ανάγκη.
Μια γενιά που γελούσε πολύ τα βράδια, αλλά σιγά με τα αδέρφια τους πριν κοιμηθούν, κάτω από τα σκεπάσματα για να μην ξέρουν οι γονείς τους, ότι είναι ξύπνιοι…
Μια γενιά που πίστευε στον Θεό, που σεβόταν απόλυτα τους ηλικιωμένους, τους γονείς, τους δασκάλους και τους γείτονες και που δεν αντιμιλούσε ποτε σε μεγαλύτερους.
Μια γενιά που έπαιζε στο δρόμο, στις λάσπες, στα οικόπεδα μέχρι να δύσει ο ήλιος και να ακουστούν οι αγριοφωνάρες της μάνας “ελα σπίτι παιδί μου νυχτωσε” και έπινε νερό από την βρύση, από το λάστιχο ή από το πηγάδι.
Μια γενιά που αγάπησε την οικογένεια, την πατρίδα, το καλό, το όμορφο, την αλήθεια.
Μια γενιά που οι αστραγαλοι ήταν μονίμως ματωμένοι από τα πετάλια του ποδήλατου όπως και τα γόνατα από το ποδόσφαιρο στην άσφαλτο ή στον χωματόδρομο…
Μια γενιά που ένιωθε τον έρωτα απο μικρή ηλικία, που τα “έφτιαχνε” και φλέρταρε αδέξια από το δημοτικό…
Μια γενιά που το πιο ακραίο τόλμημα απέναντι στο άλλο φύλο ήταν να χορέψεις μπλουζ το “Oh mon amour” του Christophe ή με Sharif Dean το “Do you love me?” Oσο για ποτό… το Βερμούτ ήταν ότι το πιο extreme θα μπορούσαμε να πιούμε τότε!
Μια γενιά που μαζευόταν στο σπίτι του “πλουσιου” της παρέας, του γιού του “εύπορου” της γειτονιάς, να δει στην ασπρόμαυρη τηλεόραση την “Μάχη”, την “Μπονάντσα”, το “Χάϊ Σαπαραλ”, το “Χαμένοι στο Διάστημα”, το “Ταξίδι στα Αστέρια” με το Εντερπράϊζ, το “Μικρό σπίτι στο Λειβάδι”, τον “Μανιξ”, το “Χαβαϊ 5-0” την “Γειτονια”, τον “Αγιο”, τους “Αντίζηλους” και τόσα άλλα που δεν είχαν πρωϊνάδικα με gay kαι υπέρμαχους της woke agenda…
H “κορρεκτίλα” τότε εκφραζόταν με την ομιλία στον πληθυντικό σε ανθρώπους μεγαλύτερους… κι όχι με το να τα κάνεις “ισιωμα” όλα…
Μια γενιά που αγόραζε γκοφρέττες, όχι για να τις φάει αλλά για να πάρει τις αυτοκόλλητες φιγούρες της συσκευσίας με ποδοσφαιριστές, αυτοκίνητα, ηθοποιούς… να τις κολλήσει στο άλμπουμ αφού πρώτα κάνει τις απαραίτητες ανταλλαγές!
Mια γενιά που όταν ο δάσκαλος έλεγε “να έλθεις με τον κηδεμόνα σου” ήξερες ότι θα τις φας και από τον δάσκαλο για την αταξία σου αλλά και από την λαστιχένια παντόφλα της μάνας σου… Δεν υπήρχε σωτηρία…
Μια γενιά που μοιραζόσουν τις βόλτες με το ποδήλατο σου, με αυτόν που δεν είχε…
Μια γενιά που την Κυριακή έτρωγε κοτόπουλο στο φούρνο με μακαρόνια ή πατάτες και μοσχαράκι γιουβέτσι και αυτό ήταν η μόνη επαφή με κρέας μέσα στην εβδομάδα…
Μια γενιά που πήγαινε στο γηπεδο με τον μπαμπά ή με τον παππού και δεν φοβόταν μην τους ξεκοιλιάσει καμμια φωτοβολίδα από την κερκίδα των οπαδών της αντίπαλης εβδομάδας…
Μια γενιά που έβλεπε αστυνομικό ακόμα και άοπλο και “πάγωνε” εκεί που βρισκόταν νιώθοντας δέος…
Μια γενιά που πρόλαβε την σκάφη για μπάνιο και που η λέξη “τζαγκούζι” παρέπεμπε μόνο στους εχθρούς των Αμερικάνων στις Πολεμικές ταινίες του Χένρυ Φόντα και του Ρόμπερτ Μήτσαμ…
Μια γενιά που ο ένας της παρέας έπιανε δουλειά σαν πωλητής “σαμαλι-κοκ-τσιπς-πασατέμπο” και “ταμ ταμ, “μπυράλ”, “γκαζόζα έχω” στο καλοκαιρινό σινεμά και οι υπόλοιποι περίμεναν απ’εξω να τελειώσει το έργο να τους πει την υπόθεση… εκτός αν ήταν Ξανθόπουλος που την ακουγαν από τα μεγάφωνα.
Εμείς, οι πάνω από 60, 70, είμαστε μια γενιά που δεν επιστρέφει. Είπαμε “εσπασε το καλούπι”…
Μια γενιά που δεν κατάφερε να γεμίσει την ψυχή και την καρδιά των παιδιών της και των εγγονών της από Πατρίδα, Σημαία, Ελληνικό Πολιτισμό, Ενδοξη Ιστορία και την Θρησκεία της Αγάπης… αν και το προσπάθησε – ίσως όχι αρκετά!
Κάναμε μεγάλα λάθη, ανεχθήκαμε στην λαίλαπα μια Μεταπολίτευσης τους απάτριδες, τους αντεθνικούς, τους ανθέλληνες, τους εχθρούς της πίστης, της πατρίδος, των ιερών και των οσίων μας, λόγω….μόδας!!
Αφήσαμε να μπουν στα σχολεία απαίδευτοι δάσκαλοι και καθηγητές, να καταντήσουν την παιδεία σαν τα άλουστα μούσια και τις αντρίκιες αλογοουρες τους, αφήσαμε να κυριαρχήσει το ρουσφέτι και η αναξιοκρατία, αφήσαμε να επικρατήσει το βόλεμα, αφήσαμε να διδάσκουν πλαστή ιστορία και να σβήνουν τον πολιτισμό μας, καταργήσαμε την γλώσσα μας, λόγω…μόδας!!!
Κάναμε τα σκυλάδικα μέρος του πολιτισμού μας, λόγω…μόδας!!
Χρεωθήκαμε στις Τραπεζες ως τον λαιμό λόγω…μόδας!
Φτάσαμε σήμερα να υποχρεωνόμαστε λόγω…”ομοφοβίας” να ανεχόμαστε το ανώμαλο ως ομαλό, το παρά φύσιν ως… φυσικό, γινόμαστε θεατές της κοινωνικής διάλυσης, της κατάργησης όλων των θεσμών..λόγω μόδας!!!
Εάν τώρα στο τέλος δεν αντιδράσουμε, δεν αντισταθούμε, θα είμαστε υπαίτιοι για το τέλος της Ελλάδος μας.
ΓΙΑΤΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΜΑΣ ΝΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΟΤΙ ΕΛΕΙΨΕ ΑΠΟ ΕΜΑΣ… ΠΑΡΑΛΕΙΨΑΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΩΣΟΥΜΕ ΟΤΙ ΕΙΧΑΜΕ ΜΕΣΑ ΜΑΣ…!!!!
Και οι καιροί ου μενετοί φίλες και φίλοι μου, εραστές μιας άλλης εποχής!
δια χειρός Κώστα Α. Δημητριάδη
εκ των φτωχογειτονιών του Πειραιώς
γεννηθεντος το Σωτήριον Έτος Κυρίου 1963
Be the first to write a comment.