Think Tank
Η Πολωνία κατέρριψε ρωσικά drones – Σκληρό μήνυμα στη Μόσχα
Η πρόσφατη παραβίαση του πολωνικού εναέριου χώρου από ρωσικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη και η απόφαση της Βαρσοβίας να τα καταρρίψει συνιστούν ένα σημείο καμπής στην τρέχουσα σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση. Δεν πρόκειται απλώς για ένα ακόμη περιστατικό στην αλυσίδα του πολέμου στην Ουκρανία· είναι ένα επεισόδιο που φέρνει την αντιπαράθεση ένα βήμα πιο κοντά στο «κατώφλι» της Άρθρου 5 δέσμευσης του ΝΑΤΟ, όπου η συλλογική άμυνα δεν είναι πλέον αφηρημένη υπόσχεση, αλλά πρακτικό δίλημμα.
Η Πολωνία ως ιστορικό «ανατολικό σύνορο»
Για να κατανοήσουμε τη βαρύτητα του περιστατικού, πρέπει να θυμηθούμε τη διαχρονική γεωπολιτική θέση της Πολωνίας. Από τους διαμελισμούς του 18ου αιώνα μέχρι τις τραγωδίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η χώρα βρέθηκε κατ’ επανάληψη στο έλεος ισχυρών γειτόνων. Στον Ψυχρό Πόλεμο αποτέλεσε βασικό κρίκο του σοβιετικού μπλοκ, προτού η πτώση του Τείχους και η ένταξη στο ΝΑΤΟ (1999) και την ΕΕ (2004) μετατρέψουν την Πολωνία σε «γραμμή πρώτης άμυνας» της Δύσης έναντι της Μόσχας.
Η ιστορική μνήμη διαμορφώνει την πολιτική κουλτούρα: οι Πολωνοί αντιμετωπίζουν τη Ρωσία όχι μόνο ως αντίπαλο, αλλά ως υπαρξιακή απειλή. Η θέση αυτή ενισχύθηκε μετά το 2022, όταν η πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία επικύρωσε τον φόβο ότι η ασφάλεια της Ανατολικής Ευρώπης είναι εύθραυστη.
Από την ανοχή στην αντίδραση
Η παραβίαση του εναέριου χώρου από drones δεν είναι πρωτόγνωρη. Στο παρελθόν, αντικείμενα ρωσικής προέλευσης είχαν φτάσει στη Ρουμανία και στη Μολδαβία, ενώ και η ίδια η Πολωνία είχε δει μη επανδρωμένα αεροσκάφη να εισέρχονται στο FIR της. Ωστόσο, η επιλογή μέχρι τώρα ήταν η αποφυγή κατάρριψης, ακριβώς για να μην θεωρηθεί ότι το ΝΑΤΟ εμπλέκεται απευθείας σε στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Μόσχα.
Αυτήν τη φορά, η Πολωνία κινήθηκε διαφορετικά. Ο στρατός επιβεβαίωσε ότι «μερικά από τα drones που εισήλθαν στον εναέριο χώρο μας καταρρίφθηκαν», χαρακτηρίζοντας το περιστατικό «πράξη επιθετικότητας». Η απόφαση αυτή δεν ήταν μόνο στρατιωτική· ήταν βαθιά πολιτική. Έστειλε μήνυμα πως η Βαρσοβία δεν προτίθεται πλέον να ανεχθεί τέτοιου είδους προκλήσεις, ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται αυξημένο ρίσκο κλιμάκωσης.
Η Πολωνία ως πυλώνας αποτροπής
Η Βαρσοβία τα τελευταία χρόνια έχει επενδύσει τεράστια ποσά σε εξοπλιστικά προγράμματα και στην ενίσχυση της αεράμυνας. Με αφορμή την κρίση στην Ουκρανία, ανέπτυξε στρατεύματα κοντά στα ανατολικά σύνορα και έχει κλείσει επανειλημμένα διαβάσεις με τη Λευκορωσία, κατηγορώντας το Μινσκ ότι διευκολύνει τη Μόσχα σε υβριδικές επιχειρήσεις.
Η Πολωνία δεν λειτουργεί μόνο ως κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά και ως de facto «προκεχωρημένο φυλάκιο» της Συμμαχίας. Κάθε της ενέργεια δεν απευθύνεται μόνο στο Κρεμλίνο, αλλά και στις Βρυξέλλες και την Ουάσινγκτον, με στόχο να υπενθυμίσει ότι η αποτροπή απαιτεί πράξεις και όχι μόνο δηλώσεις.
Το ΝΑΤΟ μπροστά σε ένα δύσκολο τεστ
Η Συμμαχία αντιμετωπίζει εδώ το κλασικό πρόβλημα της «γκρίζας ζώνης». Το Άρθρο 5 ενεργοποιείται σε περίπτωση «ένοπλης επίθεσης». Αλλά τι γίνεται όταν έχουμε παραβιάσεις από drones που δεν προκαλούν άμεσες απώλειες; Πρόκειται για «επίθεση» ή για μια ακόμη πρόκληση χαμηλής έντασης;
Η Ρωσία φαίνεται να εκμεταλλεύεται ακριβώς αυτή την ασάφεια. Με το να στέλνει drones πάνω από το πολωνικό έδαφος, αναγκάζει τη Δύση να διαλέξει ανάμεσα στην απραξία και στην κλιμάκωση. Όσο πιο διστακτική εμφανίζεται η Συμμαχία, τόσο ενισχύεται η εντύπωση ότι η αποτροπή δεν λειτουργεί στην πράξη.
Η Πολωνία, με την κατάρριψη, ουσιαστικά έσπασε αυτόν τον φαύλο κύκλο και μετέτρεψε την πρόκληση σε ευκαιρία επίδειξης αποφασιστικότητας. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι εταίροι ή θα αφήσουν τη Βαρσοβία να επωμιστεί μόνη της το βάρος της «πρώτης απάντησης»;
Οι διεθνείς αντιδράσεις: μεταξύ ανησυχίας και κλιμάκωσης
Στις ΗΠΑ, η αντίδραση ήταν έντονη. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ντικ Ντέρμπιν μίλησε για δοκιμή της αποφασιστικότητας του ΝΑΤΟ, ενώ ο Ρεπουμπλικανός Τζο Γουίλσον έφτασε να χαρακτηρίσει το γεγονός «πράξη πολέμου». Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αρχικά είχε επιχειρήσει να εμφανιστεί ως μεσολαβητής για μια «ειρήνη σε 24 ώρες», τώρα δείχνει έτοιμος να εντείνει τις κυρώσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την πλευρά της, κινείται σε πιο αργούς ρυθμούς, αλλά ήδη συζητά με την Ουάσινγκτον για συντονισμένα μέτρα. Το πρόβλημα είναι ότι οι κυρώσεις, όσο κι αν αποτελούν εργαλείο πίεσης, δεν αποτρέπουν απευθείας τέτοιες στρατιωτικές κινήσεις. Στην καλύτερη περίπτωση, λειτουργούν συμπληρωματικά.
Η Ουκρανία προειδοποιεί ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να σταματήσει: «όσο δεν βρίσκει δύναμη αντίδρασης, τόσο θα γίνεται πιο επιθετική», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών Σίμπιχα. Η θέση του Κιέβου είναι ότι η Ρωσία επεκτείνει σκόπιμα τον πόλεμο στον ευρωατλαντικό χώρο, για να σπάσει τη συνοχή του ΝΑΤΟ.
Ο παράγοντας Λευκορωσία και οι ασκήσεις Zapad
Μέσα σε αυτήν την εικόνα, οι κοινές ασκήσεις Ρωσίας–Λευκορωσίας (Zapad) αποτελούν επιπλέον πηγή ανησυχίας. Η Πολωνία έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα κλείσει τα σύνορά της με το Μινσκ, ενώ Λιθουανία και Λετονία ενισχύουν τις άμυνές τους. Οι ασκήσεις, με τη συμμετοχή χιλιάδων στρατιωτών και βαρέος εξοπλισμού, δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου η πιθανότητα «ατυχήματος» ή «λανθασμένου υπολογισμού» αυξάνεται εκθετικά.
Εδώ η ανησυχία δεν είναι μόνο στρατιωτική αλλά και πολιτική: μια κρίση στα σύνορα της Λευκορωσίας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τη Μόσχα για να εκβιάσει παραχωρήσεις ή να διασπάσει την προσοχή της Δύσης από την Ουκρανία.
Συμπέρασμα: μια λεπτή ισορροπία
Η κατάρριψη των ρωσικών drones από την Πολωνία μπορεί να ιδωθεί ως αναγκαίο μήνυμα αποφασιστικότητας. Ωστόσο, ανοίγει ταυτόχρονα τον δρόμο για ένα πιο αβέβαιο μέλλον. Αν η Ρωσία συνεχίσει τις παραβιάσεις, το ΝΑΤΟ θα κληθεί να αποδείξει ότι μπορεί να αντιδράσει συλλογικά και όχι μόνο μέσω δηλώσεων.
Η αποτροπή δεν είναι απλώς στρατιωτική ισχύς· είναι κυρίως πολιτική βούληση. Αν το μήνυμα που βγει από το επεισόδιο είναι η ενότητα και η ετοιμότητα, τότε η Συμμαχία θα έχει ενισχυθεί. Αν όμως κυριαρχήσει η αμφιβολία και η διστακτικότητα, τότε ο Πούτιν θα έχει πετύχει το στόχο του: να δείξει ότι η Δύση δεν είναι έτοιμη να υπερασπιστεί έμπρακτα ακόμη και το δικό της έδαφος.
Η Ευρώπη βρίσκεται, για ακόμη μία φορά, σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Και η Πολωνία, όπως τόσες φορές στο παρελθόν, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του.
Think Tank
Η συμφωνία που γεννά τον επόμενο πόλεμο
του Χάρη Θεραπή
Υπάρχουν συμφωνίες που υπογράφονται ως ιστορικές, μα καταλήγουν να γράφονται στην ιστορία ως προοίμια μιας νέας τραγωδίας. Η τελευταία συμφωνία για την Παλαιστίνη μοιάζει ακριβώς με αυτό: μια πολυαναμενόμενη ανάσα ανακούφισης που μετατρέπεται, ήδη από την πρώτη της μέρα, σε προμήνυμα της επόμενης καταιγίδας.
Η ανθρωπιστική διάσταση δεν αμφισβητείται· κάθε τέλος αίματος, κάθε απελευθέρωση αιχμαλώτων, κάθε σταμάτημα των βομβαρδισμών είναι μια μικρή νίκη της ζωής απέναντι στη φρίκη. Όμως πέρα από το ανθρώπινο, αρχίζει το πολιτικό — κι εκεί ξεκινά η καταστροφή. Γιατί η ειρήνη αυτή δεν γεννήθηκε από τη δικαιοσύνη, αλλά από την εξάντληση· δεν στηρίζεται σε μια κοινή επιθυμία συνύπαρξης, αλλά σε έναν προσωρινό συμβιβασμό επιτήρησης και επιβίωσης.
Η Γάζα, πληγωμένη και κατεστραμμένη, μοιάζει περισσότερο με σκιά παρά με τόπο. Οι δρόμοι της είναι ερείπια, οι υποδομές της κατεστραμμένες, ο λαός της εξαντλημένος και εξαρτημένος από τη φιλανθρωπία του έξω κόσμου. Μια συμφωνία υπόσχεται την ανοικοδόμηση, μα χωρίς πολιτική αλλαγή — κι αυτό ισοδυναμεί με το να ζητάς από έναν άνθρωπο να ξανασταθεί όρθιος χωρίς να του επιστρέφεις τα πόδια του.
Το Ισραήλ οχυρώνεται μέσα στη Λωρίδα, διατηρεί ζώνες ασφαλείας και ελέγχει κάθε πέρασμα. Οι Παλαιστίνιοι ζουν σε μια «ανοιχτή φυλακή», υπό την αδιάκοπη παρουσία drones και ηλεκτρονικής παρακολούθησης, που υπενθυμίζουν κάθε μέρα το καθεστώς της εξάρτησης. Ο πόλεμος μπορεί να σταμάτησε, αλλά η επιτήρηση δεν σταματά ποτέ. Και η επιτήρηση, με τον καιρό, γεννά την εξέγερση.
Όμως το πιο βαθύ τραύμα δεν είναι το υλικό — είναι το πολιτικό. Η Παλαιστίνη μένει χωρίς ενωτική φωνή, χωρίς ηγεσία που να εμπνέει εμπιστοσύνη και ελπίδα. Οι δυο πλευρές του μελλοντικού της κράτους, η Γάζα και η Δυτική Όχθη, μένουν διαχωρισμένες όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και ψυχολογικά. Οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να ενώσουν, φυλακίζονται ή απαξιώνονται. Και χωρίς ηγεσία, δεν υπάρχει υπόσχεση κράτους· υπάρχει μόνο διοίκηση υπό επιτήρηση.
Η ειρήνη που παρουσιάζεται ως «ιστορική» δεν λύνει τίποτα. Ανακυκλώνει τα ίδια λάθη, απλώς πάνω σε ένα πιο κατεστραμμένο τοπίο. Αντί να οικοδομεί μέλλον, διατηρεί το παρελθόν με νέα μέσα. Αντί για συμφιλίωση, προσφέρει σιωπή. Και η σιωπή, σε τόπους σαν την Παλαιστίνη, είναι απλώς η ανάπαυλα πριν από τον επόμενο πόλεμο.
Αυτό που ονομάζεται σήμερα «συμφωνία ειρήνης» είναι στην πραγματικότητα μια διαχείριση της δυστυχίας: μια αποστρατιωτικοποιημένη κατοχή με ανθρωπιστικό προσωπείο. Μια απόφαση που υπόσχεται «τέλος» αλλά δεν προσφέρει καμία αρχή. Κι έτσι, το μόνο βέβαιο είναι ότι ο επόμενος κύκλος θα ξεκινήσει πάνω στα ίδια θεμέλια από στάχτη.
Ο πόλεμος που φαίνεται να τελειώνει περιέχει ήδη τους σπόρους του επόμενου. Όπως έγραψε κάποτε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, «ο πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ». Στην Παλαιστίνη, αυτό δεν είναι ποίηση. Είναι η πραγματικότητα που επαναλαμβάνεται.
Think Tank
Η Ελλάδα, η Τουρκία και το χαμένο ρεύμα της ισχύος
Πώς η ελληνική υποχωρητικότητα οδηγεί σε στασιμότητα το έργο Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας και αφήνει την Κυπριακή Δημοκρατία εκτεθειμένη
Του Χάρη Θεραπή*
Η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας (Great Sea Interconnector) υποτίθεται πως θα αποτελούσε έργο-ορόσημο: η πρώτη ενεργειακή «γέφυρα» που θα συνέδεε την Ανατολική Μεσόγειο με το ευρωπαϊκό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, απελευθερώνοντας την Κύπρο από τη μακροχρόνια ενεργειακή της απομόνωση.
Όμως, πίσω από τις τεχνικές καθυστερήσεις και τις οικονομικές εκκρεμότητες, κρύβεται ένας πολύ πιο ουσιαστικός παράγοντας: η γεωπολιτική αδράνεια της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Μια αδράνεια που δεν απειλεί απλώς το έργο, αλλά και τη στρατηγική θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ευρύτερη περιοχή.
Η ελληνική υποχωρητικότητα ως καθοριστικός παράγοντας στασιμότητας
Αν υπάρχει ένας λόγος που το έργο «βουλιάζει» στη γραφειοκρατία και την αναποφασιστικότητα, αυτός είναι η συστηματική υποχωρητικότητα της Ελλάδας απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και η απροθυμία της να προβάλει τη στρατιωτική της ισχύ ως παράγοντα αποτροπής στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Αθήνα, επιλέγοντας τη «στρατηγική της ήπιας διαχείρισης», έχει εκχωρήσει στην Τουρκία το πλεονέκτημα του φόβου. Η Άγκυρα γνωρίζει πως κάθε απειλή αποστολής ερευνητικού σκάφους, κάθε παράνομη NAVTEX ή υπερπτήση σε περιοχή που τέμνει τη διαδρομή του καλωδίου, παγώνει πολιτικά την ελληνική πλευρά.
Αντί για αποφασιστική αντίδραση, η Ελλάδα προτιμά δηλώσεις «ψυχραιμίας» και αναμονής, στέλνοντας το μήνυμα πως δεν προτίθεται να αναμετρηθεί επί του πεδίου για την υλοποίηση ενός έργου που θα ενοχλήσει την Τουρκία. Έτσι, η αποτροπή εγκαταλείπεται στο όνομα της «κατευναστικής διπλωματίας των ήρεμων νερών».
Η ενεργειακή διπλωματία χωρίς ασφάλεια είναι κενό γράμμα
Κανένα μεγάλο ενεργειακό έργο δεν προχωρά χωρίς στρατηγική κάλυψη και εγγυήσεις ασφάλειας. Στην περίπτωση της ηλεκτρικής διασύνδεσης, η Κύπρος — χωρίς δική της αμυντική ομπρέλα και εκτός ΝΑΤΟ — εξαρτάται από την ελληνική στρατηγική βούληση.
Η Τουρκία, αντιθέτως, προβάλλει διαρκώς τη στρατιωτική της παρουσία ως εργαλείο γεωπολιτικής διπλωματίας. Ελέγχει θαλάσσιες ζώνες, απειλεί εταιρείες, επιβάλλει de facto συνθήκες «γκρίζας κυριαρχίας». Δεν χρειάζεται να μπλοκάρει το έργο με πυρά — αρκεί να δείχνει πως θα μπορούσε. Δεν είναι αυτό που δήλωσε μόλις πρόσφατα και ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας Χακάν Φιντάν;
Απέναντι σε αυτή την πολιτική ισχύος, η Ελλάδα αντιπαραθέτει ρητορική αυτοσυγκράτησης. Μια στάση που μπορεί να ακούγεται ώριμη στις Βρυξέλλες, αλλά στην Ανατολική Μεσόγειο εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Το αποτέλεσμα: απώλεια εμπιστοσύνης από επενδυτές, θεσμούς και — κυρίως — από το ίδιο το Ισραήλ, το οποίο αμφιβάλλει πλέον για τη βούληση της Αθήνας να υπερασπιστεί στην πράξη ένα στρατηγικό έργο σε περίπτωση κρίσης.
Το στρατηγικό κενό της Αθήνας και τα αδιέξοδα της Λευκωσίας
Η ελληνική υποχωρητικότητα δημιουργεί στρατηγικό κενό ισχύος σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία το εκμεταλλεύεται, καθορίζοντας de facto το πλαίσιο των θαλασσίων ζωνών.
Για την Κυπριακή Δημοκρατία, οι συνέπειες είναι άμεσες και βαριές:
-
Χάνει την πολιτικο-στρατιωτική κάλυψη που θα μπορούσε να προσφέρει η Αθήνα, μένοντας ουσιαστικά μόνη απέναντι στην τουρκική πίεση.
-
Εγκλωβίζεται ενεργειακά, καθώς δεν μπορεί να προχωρήσει μόνη της ούτε να επιταχύνει το έργο χωρίς την ενεργό ελληνική συμμετοχή.
-
Αποδυναμώνεται διπλωματικά, αφού η Ε.Ε. δεν επενδύει πολιτικό κεφάλαιο σε ένα σχέδιο χωρίς σαφείς εγγυήσεις ισχύος και ασφάλειας.
Η Λευκωσία βρίσκεται έτσι σε ένα γεωπολιτικό αδιέξοδο: εξαρτάται από την Ελλάδα για την προστασία του έργου, αλλά η Αθήνα δεν δείχνει διατεθειμένη να αναλάβει το ρίσκο της σύγκρουσης. Το αποτέλεσμα είναι παράταση της στασιμότητας και σταδιακή αποδόμηση της αξιοπιστίας της ίδιας της τριμερούς συνεργασίας.
Από τη διπλωματική ορθοφροσύνη στον γεωπολιτικό ρεαλισμό
Η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει εγκλωβιστεί σε ένα μοντέλο διπλωματικής αυτολογοκρισίας. Επιδιώκει να αποφεύγει κάθε ένταση, επενδύοντας στην εικόνα του «λογικού εταίρου» της Δύσης. Όμως, στην Ανατολική Μεσόγειο, η ισχύς είναι το μόνο νόμισμα με αξία.
Η Άγκυρα το γνωρίζει, και γι’ αυτό κινείται επιθετικά, μετατρέποντας τη στρατιωτική της παρουσία σε πολιτικό εργαλείο. Αντίθετα, η Ελλάδα παραμένει θεατής στο ίδιο της το πεδίο, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του «αδύναμου κρίκου» της τριμερούς.
Η Κύπρος πληρώνει ήδη το τίμημα αυτής της αδράνειας: παραμένει ενεργειακά απομονωμένη, στρατηγικά εκτεθειμένη και πολιτικά εξαρτημένη. Αν η Αθήνα δεν επιλέξει να ασκήσει ισχύ, η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να ζει κάτω από τη σκιά μιας Τουρκίας που δεν χρειάζεται καν να δράσει — της αρκεί να απειλεί.
Το τίμημα της αδράνειας
Η αποτυχία υλοποίησης της ηλεκτρικής διασύνδεσης δεν θα είναι τεχνικό ή οικονομικό ναυάγιο, αλλά στρατηγική ήττα. Μια ήττα που θα επιβεβαιώσει πως, πενήντα χρόνια μετά την εισβολή του 1974, η Κύπρος εξακολουθεί να εξαρτάται από τις αποφάσεις άλλων για την ίδια της την ασφάλεια και την ενεργειακή της ανεξαρτησία.
Αν η Ελλάδα δεν αναλάβει ενεργά τον ρόλο της ως δύναμη αποτροπής, η Ανατολική Μεσόγειος θα παραμείνει πεδίο τουρκικής κυριαρχίας και η Κύπρος όμηρος της ελληνικής αδράνειας. Και τότε, το χαμένο ρεύμα δεν θα είναι μόνο ηλεκτρικό — θα είναι το ρεύμα της ισχύος, που χάθηκε μέσα στον φόβο, την αναποφασιστικότητα και τη γεωπολιτική βολή.
*Ο Χάρης Θεραπής είναι ο Διευθυντής του Vouli.tv
Think Tank
Η Μεγάλη Παρτίδα του Ερντογάν: Γεωπολιτική Αντεπίθεση σε Κύπρο, Ελλάδα και Ισραήλ
του Χάρη Θεραπή*
Η πρόσφατη ομιλία του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποτέλεσε ένα καλοσχεδιασμένο μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα, όπου αναδείχθηκαν καίρια ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου. Η τοποθέτησή του για την Κύπρο, τις ελληνοτουρκικές διαφορές, το Ισραήλ και τον ενεργειακό πλούτο της περιοχής αποτυπώνει μια συνεκτική στρατηγική με σαφείς γεωπολιτικές στοχεύσεις.
Κύπρος: Απόρριψη της Διζωνικής Λύσης και Διεθνής Νομιμοποίηση του Βορρά
Ο Ερντογάν επανέλαβε ότι η μόνη ρεαλιστική προοπτική για το Κυπριακό είναι η ύπαρξη «δύο κρατών και δύο λαών». Ζήτησε από τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ να τερματίσουν την «άδικη απομόνωση» των Τουρκοκυπρίων και να προχωρήσουν σε αναγνώριση της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου». Η επιλογή αυτή εδραιώνει τη ντε φάκτο διχοτόμηση και ασκεί πίεση τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία εξακολουθούν να στηρίζουν την ομοσπονδιακή λύση. Παράλληλα, ενισχύει το διαπραγματευτικό οπλοστάσιο της Άγκυρας, καθώς η αναβάθμιση του ψευδοκράτους προσφέρει νομικά επιχειρήματα για διεκδίκηση θαλάσσιων ζωνών και ενεργειακών πόρων.
Ελλάδα και Ανατολική Μεσόγειος: Ενεργειακός Κόμβος και Θαλάσσιες Διεκδικήσεις
Στο ίδιο πλαίσιο, ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε ότι κανένα έργο υδρογονανθράκων ή ηλεκτρικής διασύνδεσης στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς τη συμμετοχή της Τουρκίας και του τουρκοκυπριακού καθεστώτος. Επανέφερε την ιδέα μιας περιφερειακής διάσκεψης και μίλησε για «σεβασμό των νόμιμων δικαιωμάτων όλων των πλευρών». Η ρητορική αυτή αμφισβητεί ευθέως το Δίκαιο της Θάλασσας όπως το ερμηνεύουν Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία και στοχεύει να αποτρέψει ενεργειακές συνεργασίες – όπως η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ–Κύπρου–Ελλάδας – που παρακάμπτουν την Τουρκία. Με τον τρόπο αυτό, η Άγκυρα αυτοτοποθετείται ως αναγκαίος «ρυθμιστής» σε κάθε μελλοντική ενεργειακή αρχιτεκτονική της περιοχής.
Ισραήλ: Σκληρή Καταγγελία και Περιφερειακή Προβολή
Σχετικά με τη σύγκρουση στη Γάζα, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε εξαιρετικά έντονη γλώσσα, χαρακτηρίζοντας τις ισραηλινές επιχειρήσεις «γενοκτονία» και κατηγορώντας το Ισραήλ ότι υπονομεύει τη σταθερότητα ολόκληρης της Μέσης Ανατολής. Παρά την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων Άγκυρας–Τελ Αβίβ, ο Τούρκος πρόεδρος επιλέγει ρητορική που ενισχύει την εικόνα του υπερασπιστή των Παλαιστινίων και του ηγέτη με ισχυρό λόγο στον μουσουλμανικό κόσμο, διατηρώντας όμως ανοικτούς τους διαύλους για μελλοντική συνεργασία.
Στρατηγική Σύνθεση και Προοπτικές
Η ομιλία συνδέει όλα τα μέτωπα σε ένα ενιαίο αφήγημα: ενεργειακή κυριαρχία, περιφερειακή δικαιοσύνη και τουρκική αναγκαιότητα. Με ένα μήνυμα που απευθύνεται ταυτόχρονα σε ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία, ο Ερντογάν δηλώνει ότι χωρίς την Τουρκία δεν μπορεί να υπάρξει σταθερή ενεργειακή και γεωπολιτική ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για την εσωτερική πολιτική σκηνή, η εθνικιστική ρητορική για την Κύπρο και η σθεναρή υποστήριξη της Παλαιστίνης ενισχύουν τη λαϊκή συσπείρωση, ιδιαίτερα σε περίοδο οικονομικών προκλήσεων. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή εμπεριέχει κινδύνους: κλιμάκωση εντάσεων με την ΕΕ, πιθανές κυρώσεις, καθώς και περαιτέρω σύσφιξη της συνεργασίας Ελλάδας–Ισραήλ–Αιγύπτου, που μπορεί να περιθωριοποιήσει την Τουρκία.
Συμπέρασμα
Η παρέμβαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον ΟΗΕ δεν αποσκοπεί σε άμεσο συμβιβασμό αλλά σε διαμόρφωση όρων.
-
Βραχυπρόθεσμα, αναμένονται κινήσεις αποτροπής σε ενεργειακά έργα που αποκλείουν την Τουρκία.
-
Μεσοπρόθεσμα, θα ενταθούν οι προσπάθειες διεθνούς αναγνώρισης της ΤΔΒΚ και θα ασκηθεί πίεση για συμφωνίες που περνούν μέσα από την Άγκυρα.
-
Μακροπρόθεσμα, η Τουρκία επιδιώκει να καθιερωθεί ως αναπόφευκτος ενεργειακός και γεωπολιτικός κόμβος της Ανατολικής Μεσογείου, μετατρέποντας τη σημερινή σκληρή ρητορική σε διαπραγματευτικό πλεονέκτημα.
Η ομιλία του Τούρκου προέδρου αποκαλύπτει, έτσι, μια πολυδιάστατη στρατηγική: προβολή ισχύος, ανάδειξη ηγετικού ρόλου στον μουσουλμανικό κόσμο και διεκδίκηση κεντρικής θέσης σε κάθε ενεργειακή και γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής.
* Ο Χάρης Θεραπής είναι διευθυντής του Vouli TV
-
Βουλευτικές Εκλογές 20262 days agoΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΠΡΟΘΕΣΗΣ ΨΗΦΟΥ ΓΙΑ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ 2026
-
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ1 month agoΤουφάν Δεν μπορείτε να μας κάνετε να αγαπήσουμε τον Ερντογάν!
-
#exAformis1 month ago8κομματική βουλή δείχνει η δημοσκόπηση
-
Off the Record3 weeks agoΧρήστο Στυλιανίδη, γιατί δεν μοιράζεσαι τις «αποκαλύψεις» σου με τον κυπριακό ελληνισμό;
-
#exAformis1 month ago#exAformis | Εκ φύσεως Πολιτικός — με τον Μάριο Πουλλικκά, Δευτέρα 27/10 στις 7μμ
-
Βουλευτικές Εκλογές 20264 weeks agoΑναστασιάδης για Στυλιανίδη, Αννίτα και Χριστοδουλίδη: Τι αποκαλύπτει ενόψει εκλογών
-
Βουλευτικές Εκλογές 20261 month agoΔΗΚΟ – Αποστόλου: Οι όροι για κοινή πορεία στις εκλογές 2026
-
Άρθρα Χάρη Θεραπή1 month agoΗ ψευδαίσθηση Ερχιουρμάν: προοδευτικός λόγος ή καμουφλαρισμένος εθνικισμός;
-
#exAformis1 month agoΣύγκριση αποτελεσμάτων Ιουνίου – Οκτωβρίου 2025
-
#exAformis5 days ago
#exaformis – Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν εφ’ όλης της ύλης | Παρασκευή 28/11 στις 7μμ


