του Σταύρου Χατζηγιάννη*

Εάν οι εξελίξεις στη Συρία την περασμένη εβδομάδα φάνταζαν καταιγιστικές, τις τελευταίες μέρες μετατράπηκαν σε κοσμοϊστορικές. Σε ουσιαστικά μηδαμινό χρονικό διάστημα, το καθεστώς Άσσαντ, που από τις εποχές του πατέρα του, Χαφέζ Αλ-Άσσαντ, κυβερνούσε τη Συρία, πέρασε πλέον στην ιστορία. Η Συρία όπως την γνωρίζαμε για περισσότερο από μισό αιώνα (οι Άσσαντ κυβερνούσαν από το 1971) δεν υπάρχει πια. Λόγω της αστραπιαίας φύσης των γεγονότων, αλλά και λόγω των πολυάριθμων εμπλεκομένων δρώντων, είτε σε κρατικό επίπεδο αλλά και σε παρακρατικό, το άρθρο που ακολουθεί θα είναι μοιραία μια σειρά από συλλογιστικούς πειραματισμούς και προβληματισμούς.

Μετά από τις αρχικές και ανεμπόδιστες επιτυχίες των Τουρκοτζιχαντιστών στο Χαλέπι και τη Χαμά, όλες οι διακηρύξεις του Συριακού Αραβικού Στρατού για πιθανές αντεπιθέσεις ή για σθεναρή υπεράσπιση της Χομς αποδείχτηκαν κάλπικες. Με τον Άσσαντ να δηλώνει βροντερά, απών, ο ΣΑΣ εξαφανίστηκε, και έτσι οι γενειοφόροι μαχητές του HTS κατέκτησαν τα πάντα, μέχρι και τη πρωτεύουσα Δαμασκό αλλά και τις παραλιακές πόλεις Λατάκια και Ταρτούς, τα οποία μέχρι πρότινος θεωρούντο κάστρα υποστήριξης για τον Άσσαντ. Εν ολίγοις, οι δυνάμεις υποστηριζόμενες από την Τουρκία κατέλαβαν χωρίς αντίσταση σχεδόν όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα της δυτικής και κεντρικής Συρίας. Με γεωπολιτικούς όρους, αυτό που άλλαξε, είναι ότι τα δύο τρίτα της Συρίας, αυτά δυτικά του ποταμού Ευφράτη, τα οποία μέχρι και πριν λίγες μέρες ήταν κάτω από Ρωσικό έλεγχο, είναι τώρα κάτω από Τουρκικό.

Σε πρώτη φάση, πρέπει να γίνει μια σοβαρή απόπειρα εξήγησης αυτού του απότομου γεωπολιτικού σεισμού. Τα δυτικά μέσα και αναλυτές προτιμούν, όπως πάντα, να αναφέρονται σε Ρωσική αποδυνάμωση λόγω Ουκρανικού πολέμου. Τα Ρωσικά από τη μεριά τους, ρίχνουν όλο το φταίξιμο στο ΣΑΣ και στον ίδιο τον Άσσαντ. Η εκτίμηση μας είναι πως και οι δύο αυτές “σχολές σκέψης” δεν περνούν τη βάσανο της λογικής. Οι ισχυρισμοί για Ρωσική αποδυνάμωση λόγω της Ουκρανικής σύρραξης, έχουν να κάνουν αποκλειστικά με τους ευσεποθισμούς και τα επικοινωνιακά παιχνίδια της Δύσης, αφού όλες οι πληροφορίες σε σχέση με τη κατάσταση των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, μας δείχνουν πως αυτές είναι πλέον πολύ πιο ισχυρές από ότι ήταν εν έτει 2022 και πόσο μάλλον το 2015, όταν μια σχετικά μικρή Ρωσική Αεροπορική δύναμη πλαισιωμένη από ειδικές δυνάμεις, κατάφερε να αντιστρέψει το ροή του Συριακού πολέμου και να οδηγήσει το Συριακό Αραβικό Στρατό από νίκη σε νίκη, και να περιορίσει τους Τζιχαντιστές της Τουρκίας σε ένα μικρό κομμάτι της επαρχίας Ιντλίμπ, και να φτάσει μέχρι και τις όχθες του ποταμού Ευφράτη όπου συναντήθηκε με τις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ, Κουρδικές δυνάμεις. Το ότι οι Ρώσοι δέχθηκαν σοβαρές απώλειες στο Ουκρανικό μέτωπο δεν σημαίνει ότι σήμερα είναι αποδυναμωμένοι, αφού οι όποιες απώλειες (τις οποίες η δυτική προπαγάνδα διογκώνει σε ξεκαρδιστικό βαθμό) έχουν αναπληρωθεί και με το παραπάνω, είτε αυτές έχουν να κάνουν με ανθρώπινο δυναμικό είτε με υλικά μέσα. Η Ρωσική παρουσία στη Συρία δεν ήταν ποτέ παρά ένα ελάχιστο κλάσμα σε σχέση με τις τεράστιες δυνάμεις που είναι πλέον δεσμευμένες στο Ουκρανικό μέτωπο. Δεν χωράει ίχνος αμφιβολίας ότι εάν οι Ρώσοι επιθυμούσαν να διατηρήσουν σταθερές ή και αυξημένες δυνάμεις στη Συρία, δεν θα είχαν κανένα πρακτικό πρόβλημα να το πράξουν. Όσο αφορά τους Ρωσικούς ισχυρισμούς, που επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες στον πρώην πρόεδρο Άσσαντ και στον ΣΑΣ, τότε και πάλι θα πρέπει να διαφωνήσουμε. Σίγουρα ο Συριακός Αραβικός Στρατός δεν ήταν και ο πλέον επαγγελματικός στο κόσμο, και οπωσδήποτε αντιμετώπιζε δυσκολίες σε θέματα διαφθοράς, χαμηλών απολαβών και ηθικού, αλλά αυτά τα προβλήματα ήταν ακόμα χειρότερα από το 2011 μέχρι και το 2015, δηλαδή κατά τη περίοδο στην οποία οι Σύριοι δεν απολάμβαναν τη πολυτέλεια της άμεσης Ρωσικής υποστήριξης, χωρίς όμως αυτά να οδηγήσουν σε κατάρρευση. Η πραγματικότητα μάλλον είναι ότι οι Ρώσοι, για δικούς τους λόγους, τις οποίους εμείς θα πρέπει να συνθέσουμε, αποφάσισαν να ξεπουλήσουν το σύμμαχο τους στη Δαμασκό.

Εδώ φυσικά γεννάται ένα εύλογο ερώτημα. Η Ρωσία, και πριν από αυτήν η ΕΣΣΔ, ήσαν σθεναροί υποστηριχτές της Μπααθικής Συρίας για πολλές δεκαετίες. Για ποιο λόγο οι Ρώσοι να προχωρήσουν σε μια τόσο οδυνηρή υποχώρηση, που πλήττει όχι μόνο το γόητρο της χώρας αλλά και τη στρατηγική της θέση στη Μέση Ανατολή? Γιατί να παραδώσει τα κλειδιά της Δαμασκού στη Τουρκία την οποία κέρδισε στο πεδίο της μάχης από το 2015 και μετά? Γιατί να ακυρώσει τα αποτελέσματα της τόσο τολμηρής επιχείρησης που επιτυχώς ανέλαβε σε μια τόσο αντίξοη για αυτήν περιοχή? Οι λόγοι, όποιοι και εάν είναι, πρέπει να είναι πολύ σοβαροί.

Σε πρώτη φάση, θα λέγαμε ότι υπάρχουν τέσσερα πιθανά σενάρια που να αιτιολογούν την ταπεινωτική αυτή υποχώρηση από τη Ρωσική πλευρά:

1) Το Κρεμλίνο συμφωνεί με τη Τουρκία, το δωρισμό της Συρίας προς την Άγκυρα με βασικό στόχο την εκδίωξη των Αμερικανών από τα ανατολικά της χώρας, όπου Αμερικανικές δυνάμεις πλαισιώνουν Κούρδους αυτονομιστές (τρομοκράτες κατά την Άγκυρα) του PKK/YPG. Με αυτή τη κίνηση, η Ρωσία απαλλάσσεται από τα μεγάλα ρίσκα που η παρουσία της στη Συρία επιφέρει, τα μετακυλά στους επίδοξους Τούρκους και διατηρεί την δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τη Τουρκία ενάντια στους Αμερικανούς, με παρόμοιο τρόπο με αυτό που το ΝΑΤΟ χρησιμοποιεί την Ουκρανία ενάντια στη Ρωσία.

 

2) Η Μόσχα σε συνεννόηση με τις ΗΠΑ (πιθανόν με τη νέα ομάδα Τραμπ) στήνουν παγίδα στη Τουρκία η οποία στη προσπάθεια της για ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, βρίσκει εαυτό αντιμέτωπο με ΗΠΑ-Ισραήλ-Κούρδους. Η Ρωσία ικανοποιείται με ουσιαστικές Αμερικανικές υποχωρήσεις σε Ουκρανία-Ευρώπη, μπορεί και κυρώσεις, και εγκαταλείπει την Τουρκία η οποία στηριζόταν σε συνέχιση του έμμεσου πολέμου μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας, κάτι που πλέον δεν θα υφίσταται.

3) Η Ρώσοι υποχωρούν από τη Συρία, και αφήνουν Τούρκους, Αμερικάνους και Ισραηλίτες να συγκρουστούν για ζώνες επιρροής. Κρατά τα χαρτιά της κλειστά και περιμένει να δει τι ανταλλάγματα  δύναται να αποσπάσει από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Αυτός που θα προσφέρει τα καλύτερα, θα κερδίσει είτε την υποστήριξη, είτε την ουδετερότητα της Μόσχας σε σχέση με τον επερχόμενο ανταγωνισμό σε Συρία και πιθανότατα και Ιράκ.

4) Με την εκλογή Τραμπ, και τη διακήρυξη του για επιστροφή στη πολιτική “μέγιστης πίεσης στο Ιράν” η Ρώσοι στρατηγιστές, κρίνουν ότι ένας καθοριστικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ/Ισραήλ και Ιράν είναι αναπόφευκτος, και ότι επιπλέον θα είναι υπόχρεοι να στηρίξουν το Ιράν. Κάτω από συνθήκες ολοκληρωτικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ-Ιράν, οι Ρωσικές βάσεις και δυνάμεις στη Συρία, θα ήταν εύκολοι στόχοι για τους Αμερικανούς. Οι όποιες Ρωσικές δυνάμεις στη Συρία θα αποδειχτούν πολύ πιο χρήσιμες στο στρατηγικό βάθος που παρέχει η γεωγραφία της Ιρανικής επικράτειας. Μάλιστα το σενάριο νούμερο 4, συνδυάζεται και με το σενάριο νούμερο ένα, δηλαδή η Ρωσία σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει τη Τουρκία για να αποβάλει τους Αμερικανούς από τη Συρία, και το Ιράν για να τους αποβάλει από το Ιράκ και το Περσικό κόλπο.

Αυτά είναι τα πιθανά σενάρια για τα πιθανά κίνητρα των Ρώσων, που κατά την εκτίμηση μας, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν και να παρέχουν άσυλο στο παλιό και αξιόπιστο σύμμαχο τους Μπασάρ Αλ-Ασσάντ. Τώρα πρέπει να κοιτάξουμε τις ενέργειες και τα κίνητρα των υπόλοιπων εμπλεκομένων στο Συριακό λαβύρινθο. Σε πρώτη φάση, οι φαινομενικά μεγάλοι κερδισμένοι της υπόθεσης είναι οι Τούρκοι, οι οποίοι κατευθύνουν τις διάφορες Τζαχαντιστικές ομάδες στη Συρία εδώ και χρόνια. Είναι πλέον κάτοχοι του μεγαλύτερου τμήματος της γειτονικής μας χώρας, και πλέον ουσιαστικά συνορεύουν με το Ισραήλ. Επιπρόσθετα, σχεδόν όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα είναι κάτω από το δικό τους αποκλειστικό έλεγχο, κάτι που σημαίνει ότι έχουν πρόσβαση και θα είναι σε θέση να επιστρατεύσουν μεγάλο αριθμό μαχητών από τον ντόπιο πληθυσμό, που είναι ως επί το πλείστο Σουννίτες, για επίτευξη των μελλοντικών τους στόχων. Έχουμε ήδη δει και επίσημα Τουρκικά στρατεύματα να μπαίνουν στο Χαλέπι, οπόταν μια μακροπρόθεσμη Τουρκική παρουσία στη Συρία πρέπει να θεωρείται πλέον βέβαιη. Ακόμα, ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος δηλώνει πως η Τουρκία είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα στα διάθεση της, οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά για να καταστρέψει τους “τρομοκράτες” του PKK/YPG.

Από τη πλευρά τους οι Αμερικανοί, δηλώνουν ότι θα διατηρήσουν τη παρουσία τους στην Ανατολική Συρία και τη στήριξη τους για τους Κούρδους. Εδώ οι ΗΠΑ, εκτιμούμε ότι βρίσκονται μπροστά από ένα πολύ σοβαρό δίλημμα, να συνεχίσουν με τους σχεδιασμούς τους για ένα Κουρδικό κράτος στη περιοχή και να έρθουν σχεδόν σίγουρα σε πλήρη ρήξη με ένα θεμελιώδες ΝΑΤΟικό κράτος όπως η Τουρκία? Να εγκαταλείψουν ολόκληρη τη Συρία στη Τουρκία, κάτι που θα αυξήσει ακόμα περισσότερο την ήδη υπερβολική γεωπολιτική εξάρτηση από τη συγκεκριμένη χώρα? Ή τρίτον, να προχωρήσουν σε οδυνηρές υποχωρήσεις προς τη Ρωσία, εξαγοράζοντας έτσι την ουδετερότητα της, ούτως ώστε η Τουρκία να βρεθεί με μηδαμινές στρατηγικές επιλογές και έτσι να εξουδετερωθεί οριστικά σαν ενεργός δρων στη περιοχή? Εδώ θα προσθέταμε ότι το πλέον σοβαρό όπλο στην διάθεση των Αμερικανών για εξαναγκασμό της Τουρκίας, είναι μάλλον οι οικονομικές κυρώσεις, αφού σε αντίθεση με Ρωσία και Ιράν (ίσως οι δύο μόνο χώρες που είναι σε θέση να αντέξουν τις Αμερικανικές κυρώσεις) η Τουρκία είναι εξαιρετικά φτωχή σε φυσικό πλούτο και ταυτόχρονα είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτώμενη από το δυτικό εμπορικό δίκτυο και ειδικά από την ευρύτερη εμπορική ζώνη της ΕΕ. Αλλά ακόμα και σε αυτή τη περίπτωση, οι Αμερικανοί διακινδυνεύουν μια αποφασιστική στροφή της συμμάχου ΝΑΤΟικής Τουρκίας προς τις Ευρασιατικές δυνάμεις.

Τέλος, το Ισραήλ, κινήθηκε άμεσα με την πτώση του Συριακού κράτους, και αμέσως προχώρησε στην ολοκληρωτική προσάρτηση των υψωμάτων Γκολάν, και τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας αφού διαβλέπει ξεκάθαρα τον επικείμενο κίνδυνο από την Τουρκική επιρροή που πλέον φτάνει πάνω στα δικά του σύνορα. Επίσης, το Ισραήλ, διεξήγαγε μια μεγάλης κλίμακας αεροπορική επιχείρηση με στόχο τη καταστροφή των σοβαρών οπλικών συστημάτων του πρώην Συριακού Αραβικού Στρατού. Εάν αυτά έπεφταν στα χέρια των Τζιχαντιστών της Τουρκίας, τότε η σύσταση ενός καινούργιου, Σουννιτικού Συριακού Στρατού θα ήταν πολύ πιο εύκολη και σύντομη. Τώρα θα πρέπει να τα παρέχει η Τουρκία. Το δίλημμα για το Ισραήλ, είναι το πόσο μπορεί να επεκτείνει την ζώνη ασφαλείας, προτού συγκρουστεί με τους Αραβικούς πληθυσμούς της Συρίας, τους Τζιχαντιστές αλλά πάνω από όλα με την ίδια τη Τουρκία. Εδώ το Ισραήλ, και σε αντίθεση με αυτά που πολλοί φαντασιώνονται, θα ακολουθήσει τη γραμμή και τις οδηγίες των Αμερικανών, αφού δεν είναι καθόλου σε θέση να πάρει στρατηγικές αποφάσεις μονομερώς.

Καταληκτικά, οι εξελίξεις στη γειτονική μας χώρα είναι άνευ προηγουμένου και πολλά μπορούν να ανατραπούν μέσα στις επόμενες μέρες και εβδομάδες. Αλλά προς το παρόν, αυτές είναι οι καλύτερες εκτιμήσεις που είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε.

 

Ο Σταύρος Χατζηγιάννης είναι πολιτικός επιστήμονας*

Χάρης Θεραπής