Η δολοφονία του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια, τα ξημερώματα της Τετάρτης αποτελεί κίνηση ουσίας αλλά και εντυπωσιασμού από πλευράς Ισραήλ. Αναντίρρητα, κλιμακώνει την ένταση και δίνει πάτημα στους βεβαιωμένους εχθρούς του Ισραήλ για να αιτιολογήσουν πράξεις αντιποίνων.
Ο Χανίγια δεν εξοντώθηκε στον τόπο όπου διέμενε τον περισσότερο καιρό του χρόνου, το Κατάρ, το οποίο φρόντιζε σε μεγάλο βαθμό για την προστασία και την ασφάλεια του ηγετικού στελέχους της Χαμάς, ή στην Τουρκία, που ταξίδευε συχνά, αλλά στην καρδιά του ιρανικού καθεστώτος, την πρωτεύουσα Τεχεράνη. Η δολοφονία του κατέδειξε για πολλοστή φορά την ικανότητα των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών να πραγματοποιούν τέτοιου είδους επιχειρήσεις υψηλού ρίσκου στην καρδιά του Ιράν ή και σε περιοχές εκτός αυτού όπου όμως αυτό υποτίθεται ότι ασκεί έλεγχο (βλ. δολοφονίες Σουλειμανί και Μουσαβί).
Ήδη από το 2007 μετράμε σημαντικό αριθμό δολοφονιών επιστημόνων σχετιζόμενων με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εντός αυτού, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του εγκεφάλου του πυρηνικού προγράμματος, Μοχσέν Φαχριζαντέχ, με κινηματογραφικό τρόπο στα τέλη του 2020.
Πάντως, η δολοφονία του Χανίγια έρχεται να ενισχύσει την εντύπωση, που μεθοδικά καλλιεργεί το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, ότι κανένας εχθρός του Ισραήλ δεν είναι ασφαλής όπου και αν βρίσκεται.
Οι επιπτώσεις στις σχέσεις με τους γείτονες
Η δολοφονία του πιο «πραγματιστή» από τους ηγέτες της Χαμάς αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις σχέσεις ανάμεσα στο Ισραήλ και ορισμένων εκ των ηγεσιών της περιοχής όχι μόνο διπλωματικά, αλλά και δημιουργώντας καχυποψίες και παραστάσεις απειλής, εξαιτίας της δυνατότητας του πρώτου να πραγματοποιεί τέτοιου είδους μυστικές και επιθετικές επιχειρήσεις στο έδαφος τρίτων χωρών.
Ήδη η δολοφονία Χανίγια προκάλεσε αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο με το Κατάρ, την Ιορδανία, την Τουρκία, τη Ρωσία και την Κίνα να καταδικάζουν την επίθεση. Και ασφαλώς Κίνα και Ρωσία ποντάρουν στην κατάσταση για να κατηγορήσουν τους Αμερικανούς για συνενοχή ή αδυναμία μετριασμού των (κατά πολλούς) αποσταθεροποιητικών ενεργειών της ισραηλινής ηγεσίας.
Κίνα – Ρωσία – ΗΠΑ
Οι Αμερικανοί έρχονται σε ακόμα πιο δύσκολη θέση, κυρίως λόγω της χρονικής συγκυρίας αυτών των επιθέσεων, εφόσον βρισκόμαστε μόλις τρεις μήνες πριν τις πλέον κρίσιμες προεδρικές εκλογές των τελευταίων δεκαετιών, καθώς δημιουργείται η εντύπωση ότι γνώριζαν τα σχέδια του Ισραήλ και έδωσαν το πράσινο φως για τη διεξαγωγή των δύο επιθέσεων κατά των ηγετικών στελεχών της Χαμάς και της Χεζμπολάχ. Κι αυτό γιατί τα δύο περιστατικά έλαβαν χώρα μόλις λίγα 24ωρα έπειτα από την πρώτη επίσημη επίσκεψη Νετανιάχου στα τέσσερα χρόνια της προεδρίας Μπάιντεν. Apropos, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός συναντήθηκε και με την Κάμαλα Χάρις, η οποία φέρεται να του διεμήνυσε ότι θα ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στο Ισραήλ, αλλά και με τον Ντόναλντ Τραμπ (τον οποίο φέρεται ότι ήθελε να δολοφονήσει το Ιράν!). Πάντως η Ουάσιγκτον αυτήν τη στιγμή δεν έχει παρά μόνο περιορισμένη επιρροή πάνω στην ισραηλινή ηγεσία, κάτι που μπορεί να κοστίσει εκλογικά στη Χάρις. Και αυτή η σύγχυση στο εσωτερικό των ΗΠΑ και η συναπαγόμενη αδυναμία ουσιαστικής αμερικανικής εμπλοκής στις εξελίξεις, δίνουν στον Νετανιάχου αυτοπεποίθηση, όχι μόνο για να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τους εχθρούς του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή, αλλά ακόμη και για να πιστέψει ότι μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στην Αμερική.
Η «μουδιασμένη» Ευρώπη
Ο υπόλοιπος δυτικός κόσμος, και κυρίως η Ευρώπη, για ακόμη μια φορά παρακολουθούν μουδιασμένοι τις εξελίξεις στην περιοχή. Είναι ενδεικτικό ότι αρκετές ώρες μετά τη δολοφονία Χανίγια δεν είχε υπάρξει ούτε μία ανακοίνωση εκ μέρους κάποιας ευρωπαϊκής χώρας. Πάντως, είναι σίγουρο ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ε.Ε. δεν επιθυμούν να συρθούν και να εμπλακούν σε πολεμική αναμέτρηση με το Ιράν, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως γεωπολιτικό ντόμινο με απρόβλεπτες εξελίξεις εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής. Άλλωστε, η ανοιχτή πληγή της Ουκρανίας έχει καταδείξει τη μεγάλη διαφορά μεταξύ της διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων κατά οργανώσεων και άλλων μη-κρατικών δρώντων και ενός συμβατικού (έστω με υβριδικά μέσα) διακρατικού πολέμου.
Οι επιπτώσεις στο εσωτερικό του Ισραήλ και τα σενάρια
Αναφορικά με τις επιπτώσεις της επίθεσης στο εσωτερικό του Ισραήλ αλλά και την εκτιμώμενη στρατηγική της ηγεσίας του από εδώ και πέρα, ο Νετανιάχου βγαίνει ενδυναμωμένος, καθώς ο θάνατος του ηγετικού στελέχους της Χαμάς και ο τρόπος και το μέρος στο οποίο έλαβε χώρα αποτελούν σημαντικότατο επιχειρησιακό επίτευγμα.
Πλέον προκρίνονται δυο σενάρια.
Το αισιόδοξο σενάριο θέλει τις φωνές εντός του Ισραήλ που ζητούν την κλιμάκωση των εχθροπραξιών τόσο κατά της Χαμάς όσο και της Χεζμπολάχ να ικανοποιούνται σε κάποιο βαθμό και ως αποτέλεσμα να δίνεται πολιτικός χρόνος και χώρος στον Νετανιάχου να αποκλιμακώσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Λωρίδα της Γάζας και στον νότιο Λίβανο, έχοντας καταφέρει ένα καίριο πλήγμα στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Χαμάς. Έτσι, θα αποφεύγονταν μία ευρύτερη ανάφλεξη.
Βέβαια, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τη Χαμάς να δεχθεί μια κατάπαυση του πυρός μετά την δολοφονία του Χανίγια και να μην αντιδράσει, έστω και για τους τύπους, ανεξάρτητα από το ποιος θα διαδεχθεί τον Χανίγια.
Οι Αμερικανοί θα συνεχίσουν τις προσπάθειες για κατάπαυση του πυρός αλλά κόντρα στα προγνωστικά.
Το απαισιόδοξο σενάριο θέλει την ισραηλινή ηγεσία να έχει ήδη αποφασίσει την οριστική και πλήρη εξόντωση των συμμάχων του Ιράν στην περιοχή (Χαμάς, Χεζμπολάχ, Χούθι, σιιτικές πολιτοφυλακές σε Συρία και Ιράκ) αλλά και του ίδιου του Ιράν και να βρίσκεται σε μια πολεμική τροχιά που θα αλλάξει τη Μέση Ανατολή και τον πλανήτη για πάντα, όπως είχε δηλώσει και ο ίδιος ο Νετανιάχου τον περασμένο Οκτώβριο, λίγες μέρες έπειτα από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς.
Οι επόμενες κινήσεις της ισραηλινής ηγεσίας, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο θα αποφασίσει να απαντήσει στην επίθεση αυτή το Ιράν και οι πληρεξούσιοί του θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις.
Οι επιπτώσεις για το Ιράν
Το Ιράν, παρότι σήμερα βρίσκεται εκτεθειμένο και σε μεγάλο βαθμό ταπεινωμένο από τις αστοχίες των υπηρεσιών ασφαλείας του, που απέτυχαν να αποτρέψουν μια τέτοιου υψηλού προφίλ εχθρική επιχείρηση στο έδαφός του και μάλιστα τις ημέρες της ορκομωσίας του νέου προέδρου του, παραμένει μια ισχυρή και υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη στην περιοχή με συμμάχους εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής και έχει δείξει και στο πρόσφατο παρελθόν την πρόθεσή του να απαντά με δυναμικό τρόπο και να κλιμακώνει στη συνεχόμενη αντιπαράθεσή του με το Ισραήλ. Όμως, το Ιράν πληρώνει το τίμημα της υπερ-έκτασης του κυρίως στη Συρία (για την υποστήριξη του Άσαντ) και τις συνέπειες των αμερικανικών κυρώσεων στην οικονομία του ενώ βρίσκεται αντιμέτωπο και με τον νεανικό του πληθυσμό που αμφισβητεί το καθεστώς. Πιθανόν, τον εσωτερικό κλονισμό του τελευταίου να θέλει να εκμεταλλευτεί το Ισραήλ.
Οπότε, το ζητούμενο για την Τεχεράνη και άλλες δυνάμεις που θα ήθελαν να πετύχουν ένα ή και περισσότερα εντυπωσιακά χτυπήματα σε βάρος του Ισραήλ, αγνοώντας τις παρενέργειες στη σταθερότητα ή ακόμη και επενδύοντας στην αποσταθεροποίηση, είναι οι επιχειρησιακές τους δυνατότητες και οι αντίστοιχες δυνατότητες του Ισραήλ να αμυνθεί.
Σημείο χωρίς επιστροφή
Δέκα μήνες έπειτα από την τρομοκρατική ενέργεια της Χαμάς, τα νέα δεδομένα μετά τις δύο δολοφονίες αλλά και την επίθεση στο Γκολάν, μας οδηγούν σε ένα σημείο χωρίς γυρισμό.
Το Ιράν θα απαντήσει, όπως και οι οργανώσεις που υποστηρίζει. Το θέμα δεν είναι το αν αλλά το πότε, το πώς, η αποτελεσματικότητα του χτυπήματος και κατά πόσο αυτό θα επισύρει την απάντηση του Ισραήλ.
Ο χάρτης της Μέσης Ανατολής αναδιατάσσεται σε μία χρονική στιγμή ευμετάβλητης ρευστότητας αλλά και αποδυνάμωσης και αμφισβήτησης των ΗΠΑ, εξέλιξη που διευρύνει τα περιθώρια κινήσεων δυνάμεων φιλικών και μη προς την Ουάσιγκτον.
Πηγή: Kathimerini
Comments are closed for this post.