ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Η ΔΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗ ΤΟΥΡΚΙΑ
Του Νίκου Μούδουρου,
Λέκτορα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Αντιμετωπίζει οικονομική κρίση η Τουρκία; Χρησιμοποιώντας μόνο τους τεχνικούς όρους της κυρίαρχης οικονομικής αντίληψης, κάποιος μπορεί εύκολα να φτάσει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει “οικονομική κρίση”
γιατί δεν σημειώνεται συρρίκνωση της οικονομίας τα τελευταία δυο συνεχόμενα τρίμηνα. Αντίθετα από το 2018 και μετά η τουρκική οικονομία καταγράφει σχετική και κάποτε ασθενική μεγέθυνση.
Το 2018 ήταν στο 2,9%, το 2019 ήταν στο 0.9%, το 2020 – πρώτη χρονιά της πανδημίας – η μεγέθυνση καταγράφηκε στο 1,8%. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του τουρκικού κράτους, αλλά και της Παγκόσμιας Τράπεζας,
η οικονομία της χώρας το 2021 αναμένεται να μεγεθυνθεί περίπου στο 7%-8%. Συνεπώς πως μπορεί να αξιολογηθεί η δραματική κοινωνικοοικονομική κατάσταση που βιώνεται τουλάχιστον τους τελευταίους έντεκα μήνες
που η τουρκική λίρα έχασε περίπου το 70% της αξίας της έναντι δολαρίου και ευρώ;
Προτού καταγραφούν κάποια βασικά στοιχεία για το μέγεθος της κοινωνικής ανισότητας, θα ήταν χρήσιμη η τοποθέτηση της σημερινής χαοτικής κατάστασης σε ένα συγκεκριμένο αναλυτικό πλαίσιο. Αυτή η δοκιμή, μπορεί ίσως να οδηγήσει σε σφαιρικότερα συμπεράσματα.
Η Τουρκία βρίσκεται ενώπιον μιας νέας φάσης στην κορύφωση των συγκυριών δομικής κρίσης. Δηλαδή των συγκυριών εκείνων στις οποίες ταυτίζεται η κρίση του μοντέλου οικονομικής μεγέθυνσης με την πολιτική κρίση (ή την κρίση στο κράτος). Στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο αυτής της συγκυρίας δομικής κρίσης, η εξουσία Έρντογαν δεν μπορεί να ενοποιήσει τα συμφέροντα της επιχειρηματικής ελίτ, όπως μπορούσε για ένα μεγάλο διάστημα της προηγούμενης εικοσαετίας. Ούτε και μπορεί να επηρεάσει καταλυτικά τα πλατιά στρώματα της μισθωτής εργασίας, τα οποία επίσης την τελευταία εικοσαετία διευρύνονται σε αριθμητικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Στο πολιτικό επίπεδο, οι επιπτώσεις της δομικής κρίσης κορυφώνονται εξαιτίας της φθοράς της κοινωνικής στήριξης που έχει η κυβέρνηση. Αυτή η δυναμική διαδικασία εξαναγκάζει τον βασικό πυρήνα της εξουσίας, δηλαδή το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), να γίνεται πιο ευαίσθητο σε κάποιες κομματικές συμμαχίες (π.χ. με το ακροδεξιό ΜΗΡ), σε διεκδικήσεις συγκεκριμένων επιχειρηματικών κύκλων και σε έντονη απόρριψη των διεκδικήσεων κάποιων άλλων.
Γιατί επιμένει ο Έρντογαν στην πολιτική χαμηλών επιτοκίων; Δεν βλέπει μήπως την δραματική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου της μεγαλύτερης μερίδας της κοινωνίας που ούτως ή άλλως βρίσκονταν είτε στον πυρήνα είτε στην περιφέρεια των εκλογικών του ποσοστών για τόσα χρόνια; Μερικές αναλύσεις εξηγούν την επιμονή σε χαμηλά επιτόκια στις ιδεολογικές του αγκυλώσεις όπως η αντίθεση της ισλαμικής θρησκείας στον τόκο και την τοκογλυφία. Άλλες αναλύσεις ερμηνεύουν την πολιτική του ως αποτέλεσμα της ανικανότητας του ίδιου και των συνεργατών του. Ή ακόμα και ως συνέπεια του «αποκεφαλισμού» των ειδικών της οικονομίας. Άλλες ερμηνείες επικεντρώνονται στη ζημιά που προκαλεί το προεδρικό σύστημα και ο τρόπος που λειτουργεί τα τελευταία τρία χρόνια.
Τα προαναφερθέντα δεν αποκλείονται στο ένα ή στον άλλο βαθμό. Ωστόσο ο βασικός προσανατολισμός της κυβέρνησης της Τουρκίας ακριβώς μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και ιδιαίτερα μετά το 2013, καθώς και οι ανακατατάξεις στο μπλοκ εξουσίας, μάλλον υποδεικνύουν ότι η επιμονή στην πολιτική χαμηλών επιτοκίων (που συμβάλει στην υποτίμηση του νομίσματος) είναι μια ορθολογιστική επιλογή για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων συγκεκριμένων μερών της επιχειρηματικής ελίτ. Συγκεκριμένα η γενική στρατηγική της κυβέρνησης βασίζεται στην διάσωση επιχειρηματικών κύκλων που επικεντρώνονται στον κατασκευαστικό τομέα, στον τομέα του τουρισμού, στο εξαγωγικό εμπόριο, αλλά και στην παραγωγή για την εσωτερική αγορά. Το τελευταίο αφορά εκατοντάδες επιχειρήσεις μεγάλου και μικρομεσαίου μεγέθους που επικεντρώνονται στην παραγωγή προϊόντων έντασης εργασίας. Το σύνολο των προαναφερθέντων επιχειρηματικών κύκλων δεν διακρίνεται για την εύκολη πρόσβαση στις δανειοδοτήσεις σε ξένο νόμισμα. Ούτε από την κατοχή υψηλής τεχνολογίας. Αντίθετα, τείνουν προς τον δανεισμό σε τουρκικό νόμισμα και τα χαμηλότερα επιτόκια τους διευκολύνουν. Την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν ότι η υποτίμηση της λίρας σε “ανεκτά επίπεδα” μπορεί να ευνοήσει το εξαγωγικό εμπόριο και να συμπιέσει τους μισθούς σε επίπεδα που η Τουρκία να ανανεώνει τη σημασία της ως “χώρα φθηνής εργασίας”(!).
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση θεωρεί ότι μέσα από τα χαμηλά επιτόκια θα συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής, αύξηση των εξαγωγών και συνεπώς σταδιακή αύξηση της ρευστότητας σε ξένο συνάλλαγμα που με τη σειρά του θα σταθεροποιήσει (τα χαμηλά επίπεδα) την αξία της τουρκικής λίρας. Στο μεταξύ ο πληθωρισμός παρουσιάζεται ως το “προσωρινό αναγκαίο κακό” που πρέπει να υπομένουν οι μισθωτοί στον δρόμο για τη “νίκη της οικονομικής ανεξαρτησίας”. Η συνταγή αυτή μάλιστα παρουσιάζεται ως η εναλλακτική απέναντι στις πολιτικές λιτότητας που προτείνουν οι “αντίπαλοι” επιχειρηματικοί κύκλοι, διαμέσου της υιοθέτησης προγραμμάτων της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Στο μεταξύ όμως: Την περίοδο 2019-2020, το πλουσιότερο 20% της Τουρκίας κατέχει το 47,5% του εθνικού εισοδήματος, ενώ το φτωχότερο 20% του πληθυσμού περιορίζεται στο 5,9%. Το πλουσιότερο μέρος του πληθυσμού έχει περίπου 8 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο μέρος της κοινωνίας. Η διευρυμένη ανεργία το 2020 έφτασε στο 27%, αριθμός που δείχνει το δράμα 9,6 εκατομμυρίων ανθρώπων. Το 2021 ξεπερνούν τα 10 εκατομμύρια. Ο κατώτατος μισθός για το 2021 ήταν 2.825 Τ.Λ., δηλαδή περίπου 220 ευρώ. Είναι πιο κάτω από το όριο της φτώχειας που έφτασε (με τον πληθωρισμό Νοεμβρίου 2021) στις 10.221 Τ.Λ., αλλά και από το όριο της πείνας που είναι στις 2.955 Τ.Λ.
Το 2020, 38,8% των μισθωτών – δηλαδή περίπου 7.5 εκ. άνθρωποι – εργάζονταν με μισθό λιγότερο από το κατώτατο όριο. Ενώ 12.5 εκ. άνθρωποι εξαναγκάστηκαν την ίδια περίοδο με μισθό που κυμάνθηκε 1.5% πάνω από τον κατώτατο μισθό. Συγκριτικά θα πρέπει να αναφερθεί ότι το 2006 στην Τουρκία ο μέσος μηνιαίος μισθός ήταν ο διπλάσιος του τότε κατώτατου μισθού, ενώ το 2019 ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι μόλις 1.41 φορές μεγαλύτερος του κατώτατου μισθού. Με αυτό τον τρόπο η Τουρκία μετατρέπεται σε μια «κοινωνία κατώτατου μισθού».
Στην πιο κάτω φωτογραφία ο παρουσιαστής του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του φιλοκυβερνητικού TGRT χθές βράδι (23/11), διαφημίζει με περηφάνια ότι η Τουρκία έχει πλέον την πιο φθηνή εργασία, ιδιαίτερα ελκυστική για επενδύσεις από το εξωτερικό. Με τον κατώτατο μισθό να μειώνεται στα 220 δολάρια και τον τίτλο της είδησης να είναι «σε εμάς ο εργάτης είναι πολύ φθηνός!»
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Απορρίπτεται το σχέδιο αξιολόγησης από την ΟΕΛΜΕΚ – Προγραμματίζεται στάση εργασίας
Σε στάση εργασίας 3,5 ωρών προχωρούν οι καθηγητές, απορρίπτοντας το σχέδιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Σύμφωνα με την ΟΕΛΜΕΚ, η στάση εργασίας θα πραγματοποιηθεί από τις 7:30 π.μ. έως τις 11:00 π.μ., την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025, ημέρα κατά την οποία προγραμματίζεται η πρώτη κατ’ άρθρο συζήτηση του Σχεδίου Κανονισμών στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας.
Την ίδια μέρα, στις 9:00 π.μ., η ΟΕΛΜΕΚ θα διοργανώσει εκδήλωση διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Ανακοίνωση της ΟΕΛΜΕΚ
Το Κεντρικό Διοικητικό Συμβούλιο (Κ.Δ.Σ.) απορρίπτει το Σχέδιο Κανονισμών του Υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας (Υ.Π.Α.Ν.) για την Αξιολόγηση των Εκπαιδευτικών και του Εκπαιδευτικού Έργου, που κατατέθηκε στη Βουλή στις 4 Νοεμβρίου 2025. Το σχέδιο παραμένει ταυτόσημο με προηγούμενα, τα οποία είχαν απορριφθεί τόσο από την ΟΕΛΜΕΚ όσο και από το 92% των καθηγητών στο Δημοψήφισμα της 29ης Μαΐου 2025.
Οι λόγοι απόρριψης
Η ΟΕΛΜΕΚ επισημαίνει ότι το Σχέδιο Κανονισμών διατηρεί σειρά προνοιών με τις οποίες διαφωνεί η οργάνωση (βλ. αποφάσεις Κ.Δ.Σ. της ΟΕΛΜΕΚ 8/5/2025 και Π.Σ.Γ.Α. 5/6/2025), οι οποίες έχουν κοινοποιηθεί επανειλημμένα τόσο στο Υ.Π.Α.Ν. όσο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Ενδεικτικά:
-
Αριθμητική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από τον Διευθυντή.
-
Διεύρυνση της κλίμακας αξιολόγησης από το 40 στο 100.
-
Δύο προγράμματα εισδοχής για νεοεισερχόμενους καθηγητές.
-
Συμμετοχή Επιθεωρητών στη διαμορφωτική αξιολόγηση.
-
Ετήσιες διαδικασίες αξιολόγησης.
-
Αύξηση γραφειοκρατίας.
Σημαντικές πτυχές του νέου συστήματος δεν έχουν ακόμη καθοριστεί, όπως:
-
Τα κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
-
Οι διαδικασίες μεταξιολόγησης.
-
Ειδικά κριτήρια αξιολόγησης των αποσπασμένων.
Η συζήτηση αυτών των προνοιών παραπέμπεται σε Επιτροπή Παρακολούθησης, που θα αποτελείται από οκτώ μέλη: πέντε ανώτερους λειτουργούς του Υπουργείου Παιδείας και τρεις εκπροσώπους των Εκπαιδευτικών Οργανώσεων. Στην ίδια επιτροπή παραπέμπονται όλα τα κενά και οι ασάφειες του Σχεδίου Κανονισμών του Υ.Π.Α.Ν. Η πρακτική «πρώτα ψηφίζουμε – μετά καθορίζουμε», μάλιστα σε επιτροπή ελεγχόμενη από το Υ.Π.Α.Ν., δεν γίνεται αποδεκτή.
Οικονομικές και θεσμικές ενστάσεις
Οι οικονομικές ρυθμίσεις που προτείνει το Υ.Π.Α.Ν. κρίνονται ελλιπείς και αδικαιολόγητες. Παρά τα πολλαπλά νέα καθήκοντα για όλους τους εκπαιδευτικούς (συμβασιούχους, μόνιμους, Βοηθούς Διευθυντές Α’ και Διευθυντές), δεν προβλέπεται ουσιαστική στήριξη για την εκπλήρωσή τους ούτε νέες θέσεις Βοηθών Διευθυντών. Από τα €12,9 εκατ. που θα κοστίσει το νέο σύστημα, το 75% κατευθύνεται στην υπέρμετρη αύξηση των Επιθεωρητών.
Απόφαση Κ.Δ.Σ.
Δεδομένου ότι δεν εισακούστηκε η έκκληση προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποσύρει άμεσα το προτεινόμενο Σχέδιο, ούτε το κάλεσμα προς την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας και τα κόμματα να αναστείλουν τη συζήτησή του, το Κ.Δ.Σ. αποφάσισε τα εξής μέτρα:
-
Στάση εργασίας από τις 7:30 π.μ. έως τις 11:00 π.μ., την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025, ημέρα της πρώτης κατ’ άρθρο συζήτησης του Σχεδίου Κανονισμών στην Επιτροπή Παιδείας.
-
Εκδήλωση διαμαρτυρίας στις 9:00 π.μ. έξω από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η ΟΕΛΜΕΚ θα αποφασίσει στη συνέχεια τη συνέχιση ή και κλιμάκωση των μέτρων, ανάλογα με τις εξελίξεις.
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Το ΕΔΔΑ αποφάσισε – Νόμιμες οι μειώσεις μισθών και συντάξεων δημοσίων υπαλλήλων κατά την οικονομική κρίση
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) έκρινε, σε μια ιδιαίτερα σημαντική απόφαση, ότι οι μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων της Κύπρου κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης ήταν συμβατές με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η υπόθεση Constantinou and Others v. Cyprus, που αφορά πέντε ομαδικές προσφυγές δεκάδων εργαζομένων και συνταξιούχων, οδήγησε την πλειοψηφία του Δικαστηρίου στο συμπέρασμα ότι οι περικοπές συνιστούσαν νόμιμη και αναλογική παρέμβαση σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολων δημοσιονομικών συνθηκών.
Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι η επιβολή έκτακτων εισφορών και οι μειώσεις μισθών συνιστούσαν παρέμβαση στο δικαίωμα των προσφευγόντων στην περιουσία. Ωστόσο, η πλειοψηφία έκρινε ότι η παρέμβαση δεν υπερέβαινε τα όρια του Άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου 1, καθώς στόχευε στην αντιμετώπιση μιας κατάστασης εκτεταμένης οικονομικής κρίσης.
Το ΕΔΔΑ υπενθύμισε ότι τα κράτη διαθέτουν «ευρεία διακριτική ευχέρεια» όταν διαχειρίζονται κοινωνικοοικονομικές πολιτικές. Η πλειοψηφία κατέληξε ότι οι μειώσεις ήταν προσωρινές, αναλογικές και στοχευμένες, χωρίς να θέτουν τους προσφεύγοντες σε κίνδυνο αδυναμίας αξιοπρεπούς διαβίωσης. Κατά συνέπεια, όπως αναφέρει η απόφαση, δεν συνιστάτο παραβίαση του δικαιώματος στην περιουσία.
Σημαντικό τμήμα των προσφυγών αφορούσε τη συνέπεια της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου. Οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι το Ανώτατο είχε αποφασίσει «απρόβλεπτα», παραβιάζοντας προηγούμενες αποφάσεις του. Το ΕΔΔΑ απέρριψε τον ισχυρισμό, υπογραμμίζοντας ότι «το Δικαστήριο δεν διαπιστώνει απόκλιση ή αντίφαση ικανή να υπονομεύσει την ασφάλεια δικαίου» και ότι οι διαφοροποιημένες προσεγγίσεις ήταν επαρκώς αιτιολογημένες. Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 6 της Σύμβασης.
Έντονη η μειοψηφία
Η απόφαση συνοδεύτηκε από εκτενή μειοψηφούσα γνώμη τριών δικαστών, οι οποίοι διατύπωσαν σοβαρές ενστάσεις σε επίπεδο νομικής συλλογιστικής και θεσμικής συνέπειας.
Οι δικαστές της μειοψηφίας τόνισαν ότι το κυπριακό Σύνταγμα, συγκεκριμένα το Άρθρο 23, παρέχει αυστηρότερη προστασία στο δικαίωμα ιδιοκτησίας σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση. Υποστήριξαν ότι το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου και στη συνέχεια το ΕΔΔΑ θα έπρεπε να λάβουν σοβαρότερα υπόψη αυτή τη διαφορά. Επεσήμαναν ότι η ερμηνεία της κυπριακής νομολογίας ήταν απρόβλεπτη, θίγοντας την ασφάλεια δικαίου, προσθέτοντας ότι «η υιοθετηθείσα προσέγγιση ήταν ανεπαρκώς αιτιολογημένη και επέτρεψε στο κράτος να παρακάμψει τις αυστηρότερες συνταγματικές εγγυήσεις». Οι μειοψηφούντες έκλεισαν με προειδοποίηση για τις επιπτώσεις.
Η απόφαση επιβεβαιώνει ότι το ΕΔΔΑ δίνει ευρεία κατανόηση στις κρατικές παρεμβάσεις σε περιόδους οικονομικής κρίσης, ειδικά όταν οι μειώσεις είναι προσωρινές και στοχευμένες, στο πλαίσιο της «αναγκαστικής ισορροπίας» μεταξύ ατομικών δικαιωμάτων και επιβίωσης του κράτους. Ωστόσο, η μειοψηφία θέτει κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τα όρια προστασίας των συνταγματικών δικαιωμάτων και τη συνέπεια της νομολογίας κατά την αλλαγή του νομικού πλαισίου αντιμετώπισης της κρίσης.
Η ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απέρριψε πέντε αιτήσεις που κατατέθηκαν κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας από 450 εργαζόμενους και συνταξιούχους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, εξαιτίας της μερικής περικοπής των μισθών ή των συντάξεών τους από το Γενικό Λογιστήριο λόγω της οικονομικής κρίσης. Η ετυμηγορία του ΕΔΔΑ κρίθηκε εξαιρετικά σημαντική για τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Οι πέντε υποθέσεις αμφισβητούσαν τον «Νόμο περί Μείωσης Απολαβών και Συντάξεων των Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, Ν. 168(I)/2012» και τον «Νόμο περί Έκτακτης Εισφοράς Αξιωματούχων, Εργοδοτουμένων και Συνταξιούχων της Κρατικής Υπηρεσίας και του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, Ν. 112(I)/2011». Οι 450 αιτητές προσέφυγαν στο ΕΔΔΑ αφού οι προσφυγές τους απορρίφθηκαν, κατά πλειοψηφία, από το Ανώτατο Δικαστήριο (Αποφάσεις Γεώργιος Χαραλάμπους κ.ά. v. Κυπριακή Δημοκρατία και Κυπριακή Δημοκρατία v. Αυγουστή και άλλων).
Οι αιτητές υποστήριξαν παραβίαση του δικαιώματος ιδιοκτησίας (Άρθρο 1 Πρωτοκόλλου 1), παραβίαση δικαιώματος δίκαιης δίκης (Άρθρο 6 ΕΣΔΑ) λόγω αντιφάσεων στην κυπριακή νομολογία και παραβίαση της απαγόρευσης διακρίσεων (Άρθρο 1 Πρωτοκόλλου 12) λόγω διαφορετικής μεταχείρισης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Το ΕΔΔΑ απέρριψε τον ισχυρισμό παραβίασης δίκαιης δίκης, θεωρώντας ότι δεν υπήρξε απόκλιση στη νομολογία του Ανώτατου. Όσον αφορά το δικαίωμα ιδιοκτησίας, η πλειοψηφία έκρινε ότι οι μειώσεις αποτελούσαν νόμιμη παρέμβαση, προβλεπόμενη από τον νόμο και σύμφωνη με τα πρότυπα του ΕΔΔΑ. Οι μειώσεις εξυπηρετούσαν το δημόσιο συμφέρον σε περίοδο κρίσης, ήταν κλιμακωτές, περιορισμένης διάρκειας και πέτυχαν δίκαιη ισορροπία μεταξύ δημοσίου συμφέροντος και ατομικών δικαιωμάτων.
Σχετικά με την απαγόρευση διακρίσεων, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ή αξιωματούχοι που βασίζονται στον κρατικό προϋπολογισμό δεν βρίσκονταν σε ανάλογη θέση με άλλους εργαζόμενους.
Στην απόφαση συμφώνησαν πέντε δικαστές του ΕΔΔΑ, ενώ οι κ. Γιώργος Σεργίδης και κα Anna Adamska-Gallant διατύπωσαν μειοψηφούσα γνώμη. Την υπόθεση εκπροσώπησε ενώπιον του ΕΔΔΑ η Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Θεοδώρα Χριστοδουλίδου, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΑΤΑ: Αρχική συμφωνία επιτεύχθηκε με συγκλίσεις και παραχωρήσεις
Το μεσημέρι, ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, υπογράφηκε η καταρχήν συμφωνία για την ΑΤΑ, η οποία διασφαλίζει τη σταθερή λειτουργία του θεσμού.
Σε δηλώσεις του κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τόνισε ότι «επιτυγχάνεται μόνιμη συμφωνία για την ΑΤΑ».
«Ένα ζήτημα που παρέμενε ανοιχτό για πάνω από δεκαπέντε χρόνια, αποτέλεσμα της δημοσιονομικής κρίσης που επηρέασε τη χώρα, επιλύεται σήμερα οριστικά, με σεβασμό στους θεσμούς του κοινωνικού διαλόγου και με προοπτική για το μέλλον της οικονομίας και των εργαζομένων», πρόσθεσε ο κ. Χριστοδουλίδης.
Συνεχίζοντας, υπογράμμισε: «Ολοκληρώνεται μια σημαντική προσπάθεια και επιτυγχάνεται, μέσω υπεύθυνου και εποικοδομητικού διαλόγου, η μόνιμη συμφωνία για την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή».
Όπως εξήγησε, «παραλάβαμε την ΑΤΑ στο 50% και σήμερα επιτυγχάνεται η πλήρης αποκατάστασή της στο 100% εντός 18 μηνών».
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο, «με το νέο πλαίσιο εντάσσονται πάνω από 55.000 νέοι δικαιούχοι».
«Για να φτάσουμε στη συμφωνία, χρειάστηκαν συγκλίσεις και συμβιβασμοί μεταξύ των δύο πλευρών», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Χριστοδουλίδης.
-
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ2 weeks agoΤουφάν Δεν μπορείτε να μας κάνετε να αγαπήσουμε τον Ερντογάν!
-
Βουλευτικές Εκλογές 20264 weeks agoΜΕΓΑΛΗ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΓΙΑ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ 2026, ΠΡΟΕΔΡΙΚΕΣ 2028 ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ
-
#exAformis2 weeks ago8κομματική βουλή δείχνει η δημοσκόπηση
-
Off the Record3 days agoΧρήστο Στυλιανίδη, γιατί δεν μοιράζεσαι τις «αποκαλύψεις» σου με τον κυπριακό ελληνισμό;
-
#exAformis2 weeks ago#exAformis | Εκ φύσεως Πολιτικός — με τον Μάριο Πουλλικκά, Δευτέρα 27/10 στις 7μμ
-
Βουλευτικές Εκλογές 20261 week agoΑναστασιάδης για Στυλιανίδη, Αννίτα και Χριστοδουλίδη: Τι αποκαλύπτει ενόψει εκλογών
-
Άρθρα Χάρη Θεραπή2 weeks agoΗ ψευδαίσθηση Ερχιουρμάν: προοδευτικός λόγος ή καμουφλαρισμένος εθνικισμός;
-
Βουλευτικές Εκλογές 20262 weeks agoΔΗΚΟ – Αποστόλου: Οι όροι για κοινή πορεία στις εκλογές 2026
-
#exAformis2 weeks agoΣύγκριση αποτελεσμάτων Ιουνίου – Οκτωβρίου 2025
-
ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ2 weeks agoΥπουργείο Άμυνας: Ανοιχτές οι αιτήσεις για Στρατιωτικές Ακαδημίες των ΗΠΑ

