«Ο ιρανικός λαός δεν πρέπει να ανησυχεί. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα υπάρξει καμία αναστάτωση στη λειτουργία του κράτους». Αυτό ήταν το λακωνικό μήνυμα του Αγιατολάχ Χαμενεΐ προς το έθνος το βράδυ της Κυριακής, όταν είχε γίνει γνωστό ότι το ελικόπτερο που μετέφερε τον πρόεδρο Εμπραχίμ Ραϊσί, τον υπουργό Εξωτερικών Χοσεΐν Αμιραμπντολαχιάν και άλλους επτά αξιωματούχους είχε καταπέσει στην επαρχία του Ανατολικού Αζερμπαϊτζάν. Αμέσως μετά την επίσημη επιβεβαίωση του θανάτου τους, ο ανώτατος ηγέτης της Ισλαμικής Δημοκρατίας έσπευσε να διορίσει προσωρινό πρόεδρο τον μέχρι χθες πρώτο αντιπρόεδρο Μοχάμεντ Μοχμπέρ, με εντολή να οργανώσει προεδρικές εκλογές εντός 50 ημερών, όπως ορίζει το σύνταγμα.
Η προσπάθεια του καθεστώτος να δώσει μια αίσθηση κανονικότητας, παρά το αναπάντεχο πλήγμα, ήταν από την πρώτη στιγμή φανερή. Αλλωστε όλοι γνωρίζουν ότι ο τελευταίος λόγος για τα καίρια θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας ανήκει όχι στον πρόεδρο, που εκλέγεται από τον λαό, αλλά στον ανώτατο ηγέτη, που αναδεικνύεται από ένα αυστηρά ελεγχόμενο σώμα, τη Συνέλευση των Ειδικών. Ωστόσο ο θάνατος του Ραϊσί βρήκε το καθεστώς σε μια κρίσιμη καμπή, όπου αντιμετωπίζει καίριες εξωτερικές και εσωτερικές προκλήσεις, γεγονός που προσδίδει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην κούρσα για τη διαδοχή του.
Ακήρυκτος πόλεμος
Εχοντας εμπλακεί εδώ και χρόνια σε έναν ακήρυκτο πόλεμο χαμηλής έντασης με το Ισραήλ λόγω της υποστήριξης που παρέχει στη λιβανέζικη Χεζμπολάχ και την παλαιστινιακή Χαμάς, το Ιράν έφτασε ένα μόνο βήμα πριν από την ανοιχτή, μετωπική σύγκρουση τον περασμένο μήνα. Ρόλο πυροκροτητή έπαιξε η απόφαση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου να βομβαρδίσει το προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό, για να ακολουθήσει ένα πρωτοφανές, μετά τους αραβοϊσραηλινούς πολέμους, μπαράζ πυραύλων εναντίον του εβραϊκού κράτους, αυτή τη φορά από την Τεχεράνη και η περιορισμένης έκτασης ανταπάντηση του ισραηλινού στρατού.
Από τη στιγμή που εξελέγη πρόεδρος, τον Ιούνιο του 2021, ο Ραϊσί, εκπρόσωπος της πιο σκληροπυρηνικής πτέρυγας του καθεστώτος, ακολούθησε έντονα αντιαμερικανική και αντιδυτική γραμμή, επενδύοντας σε στρατηγικές συμφωνίες συνεργασίας με την Κίνα, στην οποία προσέφερε φτηνό πετρέλαιο αντί βιομηχανικών προϊόντων και επενδύσεων, αλλά και με τη Ρωσία. Τα φτηνά ιρανικά drones είναι πολύτιμη βοήθεια στον στρατό του Βλαντιμίρ Πούτιν, στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Ο πρόεδρος και ο ΥΠΕΞ σκοτώθηκαν ενώ επέστρεφαν από το Αζερμπαϊτζάν, με το οποίο η Ισλαμική Δημοκρατία είχε έρθει σε σύγκρουση.
Ωστόσο ο Ραϊσί δεν στερούνταν πραγματισμού και ευελιξίας. Αποκατέστησε ομαλές σχέσεις με τον παραδοσιακό αντίπαλο του Ιράν στον Κόλπο, τη Σαουδική Αραβία, και οι δύο χώρες δρομολόγησαν την ταυτόχρονη ένταξή τους στην ομάδα των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Μόλις το περασμένο Σάββατο, οι New York Times αποκάλυψαν ότι ανώτεροι αξιωματούχοι των ΗΠΑ και του Ιράν συναντήθηκαν στο Ομάν για να ανιχνεύσουν τρόπους αποφυγής μιας κλιμάκωσης του πολέμου της Γάζας και επαναπροσέγγισης στο καίριο πρόβλημα του ιρανικού, πυρηνικού προγράμματος.
Η πτώση του μοιραίου ελικοπτέρου συνέβη ενώ ο Ραϊσί και η ακολουθία του επέστρεφαν από το γειτονικό Αζερμπαϊτζάν, όπου ο Ιρανός πρόεδρος εγκαινίασε φράγμα μαζί με τον Αζέρο ομόλογό του, Ιλχάμ Αλίεφ, κοντά στα σύνορα των δύο χωρών. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο γειτόνων ήταν από καιρό προβληματικές, καθώς το Ιράν κατηγορούσε το Αζερμπαϊτζάν ότι υποθάλπει αυτονομιστικές τάσεις της δικής του, αζερικής μειονότητας. Ωστόσο επιδεινώθηκαν επικίνδυνα πριν από ένα χρόνο λόγω των στενών δεσμών που ανέπτυξαν οι Αζέροι με το Ισραήλ, το οποίο τους βοήθησε στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και τους προσέφερε τη στήριξη του ισραηλινού λόμπι σε ΗΠΑ και Γαλλία, ως αντίβαρο στην ισχυρή παρουσία της αρμενικής διασποράς. Πάντως, ανώτατος Ισραηλινός αξιωματούχος έσπευσε να δηλώσει στο Reuters ότι η χώρα του δεν είχε καμία ανάμειξη στην πτώση του ελικοπτέρου, ενώ σε ταυτόσημη δήλωση προέβη ο Αμερικανός υπουργός Aμυνας Λόιντ Oστιν.
Στο εσωτερικό του Ιράν, ο Ραϊσί χρεώθηκε την άγρια καταστολή του μεγάλου γυναικείου και δημοκρατικού κινήματος που πυροδότησε η υπόθεση της 22χρονης Μαχσά Αμινί, η οποία πέθανε ενώ βρισκόταν υπό κράτηση γιατί δεν φορούσε την ισλαμική μαντίλα, τον Σεπτέμβριο του 2022. Κληρικός χωρίς χάρισμα επικοινωνίας με τον λαό, ο Ραϊσί υπήρξε προστατευόμενος του Χαμενεΐ, στον οποίο χρωστάει την ανάδειξή του στις εκλογές του 2021, αφού όλοι οι αξιόμαχοι υποψήφιοι όχι μόνο των μεταρρυθμιστών, αλλά και των μετριοπαθών, ακόμη και των συντηρητικών είχαν αποκλειστεί. Εκείνες οι εκλογές είχαν το χαμηλότερο ποσοστό προσέλευσης στην Ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας, γεγονός που κατέδειξε την αποξένωση μεγάλου μέρους του πληθυσμού από το καθεστώς.
Με την υγεία του 85χρονου Χαμενεΐ ολοένα και περισσότερο ευάλωτη, ο Ραϊσί προέβαλλε ως ένας από τους επικρατέστερους διαδόχους του, αν όχι ο επικρατέστερος. Στα υπέρ του, πέρα από το μαύρο τουρμπάνι που φορούν όσοι κατάγονται από την οικογένεια του Μωάμεθ, μετρούσε και το γεγονός ότι από το 2006 ήταν συνέχεια μέλος της Συνέλευσης των Ειδικών, που εκλέγει και (υποτίθεται ότι) ελέγχει τον ανώτατο ηγέτη. Σε αυτό το φόντο, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε σε ποιους θα επιτρέψει το ιερατείο να ανταγωνιστούν για τη διαδοχή του Ραϊσί και τι πολιτικά χαρακτηριστικά θα τους συνοδεύουν.
Με τον πληθωρισμό να έχει εκτοξευθεί στο 40% και το ριάλ να χάνει μέσα σε λίγες εβδομάδες το 15% της αξίας του έναντι του δολαρίου, το ιρανικό καθεστώς έχει ισχυρούς λόγους να επιδιώξει μια κάποια εξομάλυνση των σχέσεών του με τη Δύση προκειμένου να καταπραΰνει την εσωτερική δυσαρέσκεια και να ενισχύσει τα στηρίγματά του. Απομένει να αποδειχθεί ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατό στη σκληρή πραγματικότητα που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος της Γάζας, αυτή τη στιγμή το πρόβλημα των προβλημάτων στην ευρύτερη περιοχή.
Σι και Πούτιν έχασαν «έναν καλό φίλο»
Πενθήμερο πένθος κήρυξε ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ αλί Χαμενεΐ, για τον θάνατο του Εμπραχίμ Ραϊσί και των άλλων κρατικών αξιωματούχων. Οπαδοί του καθεστώτος γέμισαν χθες τα τζαμιά και τις πλατείες, προσευχόμενοι για τους νεκρούς, αλλά τα μαγαζιά έμειναν ανοιχτά και οι Αρχές δεν έδειξαν πρόθεση να διακόψουν τον ομαλό ρυθμό της καθημερινότητας.
Σε επιστολή του προς τον Χαμενεΐ, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έγραψε ότι ο ιρανικός λαός υπέστη «μια βαριά απώλεια» και ότι ο απελθών υπήρξε «πραγματικός φίλος» της Ρωσίας. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε ο Κινέζος ομόλογός του, Σι Τζινπίνγκ, τονίζοντας ότι ο κινεζικός λαός «έχασε έναν καλό φίλο». Τη «βαθιά του θλίψη» εξέφρασε ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι.
Από την πλευρά του, ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν χαρακτήρισε τον Ραϊσί «πολύτιμο συνάδελφο και αδελφό» και τόνισε ότι η Τουρκία «στέκεται στο πλευρό του Ιράν αυτές τις δύσκολες ώρες». Τριήμερο εθνικό πένθος κήρυξε ο Λίβανος, ενώ ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ, ο οποίος έως έναν βαθμό χρωστάει την επιβίωσή του από τον συριακό εμφύλιο στην ιρανική υποστήριξη, εξέφρασε τα συλλυπητήριά του και την αλληλεγγύη του προς την Τεχεράνη. Ταυτόσημα ήταν τα μηνύματα της παλαιστινιακής Χαμάς και της Χεζμπολάχ του Λιβάνου.
Εντελώς διαφορετική, όπως θα περίμενε κανείς, ήταν η αντίδραση του Εθνικού Συμβουλίου Ιρανικής Αντίστασης, συνασπισμού οργανώσεων της εξόριστης ιρανικής αντιπολίτευσης. Η Μαριάμ Ρατζαβί, πρόεδρος του συμβουλίου, χαρακτήρισε τον θάνατο του Ραϊσί «μνημειώδες και ανεπανόρθωτο στρατηγικό πλήγμα κατά του ανώτατου ηγέτη των μουλάδων, του Αλί Χαμενεΐ και ολόκληρου του καθεστώτος, που είναι γνωστό για τις εκτελέσεις και τις σφαγές του».
Η οργάνωση της Ρατζαβί θεωρείται πολιτική βιτρίνα των «Μουτζαχεντίν του Λαού», οι οποίοι αρχικά στήριξαν την ισλαμική επανάσταση του 1979 και το καθεστώς του Αγιατολάχ Χομεϊνί, για να έρθουν σύντομα σε σύγκρουση μαζί του και να πολεμήσουν στο πλευρό του Σαντάμ Χουσεΐν στον οκταετή πόλεμο Ιράκ – Ιράν. Με τη λήξη του πολέμου ο Χομεϊνί διέταξε την εξόντωση των φυλακισμένων μουτζαχεντίν και ο εισαγγελέας, τότε, Ραϊσί έπαιξε δραστήριο ρόλο στην υλοποίηση της απόφασης.
Το ελικόπτερο που μετέφερε τον Ραϊσί, ένα αμερικανικό Bell 212 από την εποχή του σάχη, συνετρίβη υπό κάκιστες καιρικές συνθήκες, κυρίως λόγω πυκνής ομίχλης, στην περιοχή Βαζερκάν, βόρεια της Ταυρίδας. Εκτός από τον πρόεδρο Ραϊσί και τον υπουργό Εξωτερικών Αμπντολαχιάν, μετέφερε άλλα επτά άτομα, συμπεριλαμβανομένων του κυβερνήτη Ανατολικού Αζερμπαϊτζάν και ενός ιμάμη από την Ταυρίδα. Ολοι είχαν συνοδεύσει τον πρόεδρο στο ταξίδι του στο γειτονικό Αζερμπαϊτζάν για τα εγκαίνια φράγματος.
Καθήκοντα προσωρινού υπουργού Εξωτερικών, μέχρι την πραγματοποίηση των έκτακτων προεδρικών εκλογών που θα πραγματοποιηθούν στις 28 Ιουνίου και τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, ανέλαβε ο μέχρι προχθές αναπληρωτής υπουργός Αλί Μπαγκερί Κανί. Οι υποψήφιοι που θα διεκδικήσουν το αξίωμα του προέδρου πρέπει να εγκριθούν από το Συμβούλιο των Φρουρών, του οποίου οι αποφάσεις επηρεάζονται άμεσα από το ανώτατο ιερατείο.
Πηγή: Kathimerini
Comments are closed for this post.